

Γέρων τώρα καθήμενος επί αμυδρού φωτισμού
ξεδίπλωσα το χαρτί, που σε όλη μου τη ζωή σημείωνα
συκοφαντίας,
ζηλοφθονίας, μικροψυχίας,
αρνητικά συναισθήματα.
Που <<φίλοι και γνωστοί>>. περιτυλιγμένα
ως δώρα μου έδωσαν.
Αφού για τελευταία φορά το διάβασα,
είπα :
<< Αφίην τους οφειλέτες μου >>.
Την άκρη του ακουμπώντας στα αναμέενα κάρβουνα
που ήταν στο μαγκάλι,
ως γέρων που για να ζεσταίνουμε το είχα.
Ξάφνου, πρασινόγλωσση φλόγα
του χαρτιού την άκρη μαυρίζοντας ,
άρχισε χορό στα κίτρινα και κόκκινα ντυμένη .
Απολάμβανα την φλόγα καθώς έβλεπα
τα άσχημα να τρώει συναισθήματα,
που ανθρώπους τυραννούν!
Όταν και στην τελευταία γωνία του χαρτιού χόρεψε ,
η φλόγα έσβησε.
Βλέποντας το καρβουνιασμένο χαρτί,
από εμένα τι αύριο θα μείνει συλλογίστηκα,
έπρεπε της φλόγας το χορό αυτόν να έβλεπα,
όταν νεότερος ήμουν
Το χαρτί, βάρος ασήκωτο αν και χαρτί αυτό έχει ,
που τόσα χρόνια άδικα κουβαλούσα !
Να περάσουν τόσες ανατολές έπρεπε
για να καταλάβω στη δύση μου,
ότι οι μεγάλες Ψυχές
ποτέ δεν γράφουν οφειλήματα.
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΨΙΧΕΣ ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΟΥΝ ΠΡΕΠΕΙ!
Ανάλαφρος τώρα,
έτοιμος πλέον είμαι για το μεγάλο ταξίδι ,
ως Γέρων,
να αναχωρήσω !
Γιάννης Χατζηβασίλης

