Του Νίκου Γ. Ρουκουνάκη
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μία έντονη κινητικότητα γύρω από τα θέματα Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Από την μία, το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που παρουσιάστηκε πρόσφατα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, θέτει ως στόχο την σταδιακή απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής και αντίστοιχα τον υπερδιπλασιασμό, μέσα σε μια δεκαετία, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Για την αιολική ενέργεια συγκεκριμένα, προβλέπει αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος από 2,6 GW που είναι σήμερα σε 7 GW έως το 2030. Μάλιστα, για την επίτευξη του φιλόδοξου αυτού σχεδίου, προωθούνται τροποποιήσεις της νομοθεσίας (κυρίως σε σχέση με την χωροθέτηση) και ένταξη των μεγάλων αιολικών έργων στην διαδικασία των fast track επενδύσεων.
Από την άλλη, είχαμε την ψήφιση από την Βουλή του Περιβαλλοντικού Νομοσχεδίου, γύρω από το οποίο έγιναν πολλές συζητήσεις και υπήρξαν ενστάσεις από πλήθος περιβαλλοντικών οργανώσεων. Το Νομοσχέδιο επιτρέπει, μεταξύ άλλων, την εγκατάσταση και λειτουργία εξορυκτικών, αιολικών ή άλλων δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές του Δικτύου Natura 2000 (στις οποίες ανήκει και η Κάρπαθος), με συνοπτικές αδειοδοτικές διαδικασίες.
Όσο αμφιλεγόμενα και αν είναι τα παραπάνω σχέδια (τα οφέλη της πλήρους απολιγνιτοποίησης της χώρας για παράδειγμα δεν είναι διόλου ξεκάθαρα, αλλά αυτό είναι το θέμα μιας άλλης συζήτησης), ένα είναι σίγουρο: ότι μέσα στα επόμενα χρόνια, το ενδιαφέρον για «πράσινες» επενδύσεις, κυρίως στον χώρο της αιολικής ενέργειας, θα είναι έντονο. Η Κάρπαθος, η Κάσος όπως και πολλά ακόμα νησιά του Αιγαίου με εξαίρετο αιολικό δυναμικό, θα βρεθούν σύντομα στο προσκήνιο ως μελλοντικοί αποδέκτες τέτοιων επενδύσεων, την στιγμή που περιοχές όπως η Νότια Εύβοια έχουν ήδη φτάσει σε σημείο «κορεσμού». Σε αυτό συνηγορεί και η επέκταση με γοργούς ρυθμούς των υποθαλάσσιων δικτύων υψηλής τάσης που συνδέουν τα νησιά μας με το ηπειρωτικό σύστημα. Είναι όμως μια τέτοια προοπτική ευοίωνη για τα νησιά μας; Ποιοί κίνδυνοι εγκυμονούνται; Ποιές θα είναι οι μακροχρόνιες συνέπειες στο τοπίο, το περιβάλλον και την φυσιογνωμία του νησιού από την εγκατάσταση αιολικών σταθμών;
Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες που θα πρέπει να προσεχθούν οπωσδήποτε προτού την αδειοδότηση: Η σωστή χωροθέτηση, το πλήθος και το μέγεθος των ανεμογεννητριών. Στην περίπτωση της Καρπάθου, αλλά και των υπόλοιπων νησιών του Αιγαίου με την απαράμιλλη ομορφιά και το χαρακτηριστικό, παγκοσμίως γνωστό, αιγαιοπελαγίτικο τοπίο, οποιοσδήποτε λανθασμένος σχεδιασμός θα μπορούσε να επιφέρει ανεπανόρθωτες βλάβες, τόσο στο περιβάλλον όσο και στην οικονομική ζωή του τόπου. Οι επιπτώσεις αυτές συνοψίζονται ως εξής:
Αιολικό Πάρκο Σύρου
α) Βιοποικιλότητα-περιβάλλον. Η Κάρπαθος και τα γύρω νησιά έχουν χαρακτηριστεί ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και ανήκουν στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000. Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, έχει ορίσει την Κάρπαθο μεταξύ των «σημαντικών βιοτόπων» για τα πουλιά της Ελλάδος και η ορνιθοπανίδα του νησιού περιλαμβάνει σπάνια έιδη αρπακτικών όπως ο σπιζαετός, ο μαυροπετρίτης, η αετογερακίνα κ.α. Ενδεχόμενη εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε μαζική κλιμακα, θέτει σε κίνδυνο τους πληθυσμούς αυτούς και κατ΄ επέκταση όλο το οικοσύστημα του νησιού σύμφωνα και με την διεθνή βιβλιογραφία.
β) Αλλοίωση του τοπίου και του χαρακτήρα του νησιού. Η λανθασμένη χωροθέτηση κοντά σε κατοικημένες περιοχές, παραδοσιακούς οικισμούς, σημεία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ή ιστορικού ενδιαφέροντος, θα επιφέρει αλλοίωση της φυσιογνωμίας του νησιού και απώλεια της αισθητικής του ταυτότητας. Για αυτό τον λόγο, θα πρέπει οι αιολικοί σταθμοί να εγκατασταθούν σε απομακρυσμένες περιοχές (η Κάρπαθος διαθέτει τέτοιες περιοχές εκτός ζωνών Natura, στο κεντρικό και νότιο τμήμα του νησιού) και σε περιορισμένη κλίμακα. Προσοχή πρέπει να δοθεί στο μέγεθος των κατασκευών και στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα πρέπει να είναι υπόγεια στο μεγαλύτερο μέρος τους.
γ) Επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα. Η αγροτική ζωή του τόπου (γεωργία-κτηνοτροφία-μελισσοκομία) θα μπορούσε να δεχτεί πλήγμα από ενδεχόμενη μαζική εγκατάσταση ανεμογεννητριών, η οποία συνοδεύεται από δέσμευση γης και εκτεταμένες εκχερσώσεις (οδικό δίκτυο, έδραση κτλ.), με αντίστοιχη απώλεια εκτάσεων χαμηλής βλάστησης (θυμάρι και άλλοι θάμνοι). Ο τουρισμός, επίσης, ενδέχεται να υποστεί πλήγμα μέσω της υποβάθμισης της αισθητικής και πολιτιστικής αξίας του νησιού.
Αιολικές εγκαταστάσεις βιομηχανικής κλίμακας στην Νότια Έυβοια
Η Κάρπαθος μπορεί και πρέπει να γίνει παραγωγός ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τροφοδοτώντας με καθαρή ενέργεια όχι μόνο τις δικές της ανάγκες αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα. Δεν πρέπει όμως να μετατραπεί σε έναν απέραντο σταθμό ηλεκτροπαραγωγής με την λογική «όπου βρίσκω, βάζω». Οφείλουμε επομένως να είμαστε σε επαγρύπνηση για να μην βρεθούμε προ τετελεσμένων γεγονότων.
Ο Δήμος Καρπάθου και το Επαρχείο, σε συνεργασία με έγκυρο ανεξάρτητο επιστημονικό φορέα, θα πρέπει να έχουν στα χέρια τους μία ολοκληρωμένη χωροταξική και περιβαλλοντική μελέτη για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών στο νησί, προτού χτυπήσουν την πόρτα οι επενδυτές. Μία μελέτη με σεβασμό στο περιβάλλον, την φυσιογνωμία και την βιώσιμη ανάπτυξη του νησιού. Με οδηγό ένα μοντέλο όπως αυτό της Σύρου, όπου ακολουθήθηκαν περιβαλλοντικά ορθές πρακτικές όσον αφορά την κλίμακα των έργων που υλοποιήθηκαν (μικρά αιολικά πάρκα αποτελούμενα από 7-10 ανεμογεννήτριες μεσαίου μεγέθους).
Η προώθηση γιγαντιαίων αιολικών έργων με στόχο την μεγιστοποίηση του κέρδους και χωρίς δημόσια διαβούλευση με όλα τα μέρη, έχει συναντήσει και θα συναντάει την σφοδρή αντίδραση των τοπικών κοινωνιών ανά την Ελλάδα (Ν. Εύβοια και πιο πρόσφατα στα Άγραφα, στο Μαίναλο, την Σκύρο, την Τήνο και την Άνδρο).
Για να μην δαιμονοποιούμε λοιπόν τα αιολικά όπως ο Δον Κιχώτης τους ανεμόμυλους, αλλά να τα δεχτούμε ως ευλογία για τον τόπο μας, είναι απαραίτητη η συνεργασία, η συμμετοχή και η σωστή ενημέρωση όλων και κυρίως των κατοίκων του νησιού.
………………………………………………………………..
Ο Δρ. Νικόλαος Ρουκουνάκης είναι Ειδικός Επιστήμονας στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Είναι χημικός μηχανικός (MEng University of Birmingham, UK) με ειδίκευση στην τεχνολογία περιβάλλοντος (MSc Environmental Technology Imperial College, UK) και διδακτορικό στην δορυφορική μετεωρολογία/κλιματολογία (Ecole Normale Supérieure, France). Έχει εργαστεί ως αναλυτής ενεργειακών δεδομένων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Ενέργειας (IEA Paris, 2005-2008), όπου ήταν υπεύθυνος για την συλλογή, επεξεργασία και απογραφή ενεργειακών ισοζυγίων-δεδομένων από τα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών εκπομπών θερμοκηπικών αερίων. Στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΙΕΠΒΑ) εργάζεται από το 2008 ως ειδικός επιστήμονας και έχει συμμετάσχει σε σημαντικό αριθμό εθνικών και ευρωπαϊκών ερευνητικών προγραμμάτων. Ειδικεύεται σε θέματα ενεργειακών τεχνολογιών, κλιματικής αλλαγής και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από ενεργειακές, συγκοινωνιακές και άλλες δραστηριότητες. Με καταγωγή από την Κάσο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προστασία του ελληνικού και μεσογειακού φυσικού περιβάλλοντος και για θέματα προάσπισης του δημοσίου συμφέροντος.