Μιλώντας για «ξενικά» είδη στις ελληνικές θάλασσες, οι περισσότεροι θα σκεφτούν τον λαγοκέφαλο ή το λεοντόψαρο. Υπάρχει όμως και ένας αθέατος κόσμος «εισβολέων»: οι διάφοροι μικροοργανισμοί που ταξιδεύουν προσκολλημένοι στα πλοία από όλο τον κόσμο και βρίσκουν το νέο τους σπίτι στη Μεσόγειο. Το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) συμμετέχει σε μια διεθνή επιστημονική έρευνα ποντίζοντας κατασκευές που λειτουργούν ως… ξενοδοχεία μικροοργανισμών, καταγράφοντάς τους και αναλύοντας το DNA τους.
Τα «υποθαλάσσια ξενοδοχεία» παραμένουν στον βυθό για διαφορετικά διαστήματα – κατ’ ελάχιστον για τρεις μήνες. Μετά ανασύρονται και μεταφέρονται στο εργαστήριο του ΕΛΚΕΘΕ. Στο συγκεκριμένο εργαστήριο μεταφέρεται την τελευταία τριετία σχεδόν το σύνολο των δειγμάτων από όλες τις χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα. «Οι πλάκες ξεβιδώνονται μία προς μία και φωτογραφίζονται», εξηγεί η Χριστίνα Παυλούδη, συνεργαζόμενη ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ. «Κατόπιν απομακρύνονται από τις πλάκες τα ζώα και τα δείγματα αναλύονται με μοριακές μεθόδους. Προχωρούμε σε εξαγωγή του γενετικού υλικού και στον πολλαπλασιασμό συγκεκριμένων γονιδίων, προκειμένου να ξεχωρίσουμε και να συσχετίσουμε τα διαφορετικά είδη».
Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι εντυπωσιακά. Μόνο σε ένα από τα «υποθαλάσσια ξενοδοχεία» της Κρήτης εντοπίστηκαν 15 ξενικά είδη – άλλα γνωστά, όπως το μαργαριτοφόρο στρείδι (Pinctada imbricata) και άλλα για πρώτη φορά στη χώρα μας, όπως το γυμνοβάγχιο Anteaeolidiella lurana. «Τα στοιχεία που αποκομίζουμε από την έρευνα αυτή μας αποκαλύπτουν τον τρόπο αλλαγής των οικοσυστημάτων της Ανατολικής Μεσογείου από την ανθρώπινη δραστηριότητα και την κλιματική αλλαγή», λέει ο κ. Κωτούλας. «Παράλληλα μας βοηθούν όχι μόνο να επεκτείνουμε τη χαρτογράφηση των ξενικών ειδών, αλλά και να καταλάβουμε πώς λειτουργούν τα οικοσυστήματα. Ενα πολύ σημαντικό μέρος του συγκεκριμένου προγράμματος είναι ότι η έρευνα γίνεται με τις ίδιες μεθόδους σε όλες τις χώρες, ενώ τα δεδομένα θα καταστούν δημόσια, ώστε να αξιοποιηθούν και από άλλους ειδικούς και να συμβάλουν στην επιστημονική γνώση».
Πηγή: Εφημερίδα «Καθημερινή»