του Μανώλη Δημελλά
«……….Η ύπαρξή μας, απ΄ τη στιγμή της γέννησης ,
έχει τη θυσία στην καθημερινότητα, αλλά και την ελευθερία στις επιλογές μας.
Ως θνητοί τα λάθη μας μικρά-μεγάλα- μας προσγειώνουν
Αλλά οι φιλοδοξίες, μας βάζουν τα φτερά της ψευδαίσθησης…………..»
Άραγε τι είναι η ποίηση αν όχι μια κραυγή απελευθέρωσης; Μέσα από αυτήν δεν λέγονται οι πιο μεγάλες αλήθειες;
Κι ο θαρραλέος, εκείνος που δεν πνίγει το συναίσθημα, που γράφει, αυτός μοιάζει να εκθέτει το κορμί του μπρος σ΄όλα τα μάτια του απέραντου και συχνά αδίστακτου κόσμου μας. Έτσι κάνει και ετούτη η Καρπαθιά ποιήτρια, που δε περιμένει τίποτε άλλο από την πυροδότηση συναισθημάτων μέσα από τα κατάβαθα της κάθε μιας ψυχής.
Λοιπόν όταν γράφει μια γυναίκα είναι ακόμη πιο σπουδαίο, γιατί όταν μια γυναίκα αποφασίσει να περιγράψει με λέξεις τους χωροχρόνους του κόσμου μας μπορεί να δώσει χρώματα και να φωτίσει τα πιο άσημα και μοναχικά γράμματα του αλφάβητου.
Η Εύη Μελά Αλεξιάδη είναι εκπαιδευτικός, στο βιογραφικό της καταγράφονται πολλές πρωτιές, έπαινοι και αριστεία. Κι όμως για κείνους που τη γνωρίζουμε δεν είναι παρά η προσηνής και ταπεινή Καρπαθιά μάνα. Μια γυναίκα σε έναν αυστηρά ανδροκρατούμενο πλανήτη, που δύσκολα αφήνει περιθώρια να ξεχωρίζει οτιδήποτε μη λευκό και κυρίως αρσενικό.
Η Εύη τραγουδά, ξέρει να γλεντίζει και μόνο για αυτό το χάρισμα μπορείς να τη ξεχωρίσεις, να θαυμάζεις τα νάκαρα (κουράγια) της, την πρόθεση της να κρατήσει όλα τα καλά κι αυθεντικά του μικρού και κάποιες φορές δύστροπου τόπου και ταυτόχρονα να τα μεταφέρει στις επόμενες γενιές.
Ομολογώ ότι δεν έχω διαβάσει την πρώτη της ποιητική συλλογή, όμως πρόσφατα βρέθηκαν στα χέρια μου τα ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ, το δεύτερο ποιητικό βιβλίο της, από τις εκδόσεις ΓΡΗΓΟΡΗΣ, έτσι είχα την ευκαιρία να χαθώ στις σκέψεις και τον κόσμο της.
Κάποια από τα ποιήματα της Εύης είναι μικρές διαπεραστικές κραυγές, από κείνες που αγγίζουν όρια κι ίσως, αν σε βρουν λίγο ανοιχτό, να προκαλέσουν εσωτερικές εντάσεις! Γιατί η Εύη δεν κρύβεται.
Οι λέξεις της μεταμορφώνονται σε εικόνες, κάθε ποίημα γίνεται μια μικρή σκηνή κινηματογραφικής ταινίας, έτσι καθώς προχωρούν οι σελίδες του βιβλίου, νιώθεις το στοχασμό κι άλλοτε αφουγκράζεσαι τον πόνο που ξεχύνεται από τις μικρές στιγμές της καθημερινότητας, εκείνες που τροφοδοτούν την ποιήτρια. Άλλωστε αρκεί μια φαινομενικά φευγαλέα στιγμή για να μας αφήσει ένα μεγάλο στίγμα.
«…Ποια είναι η ταυτότητα μας,
Η ξένη μ΄εκείνη τη φωτογραφία της νεότητας;»
Αναρωτιέται η Εύη στο ποίημα της ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ και εμείς μαζί της ψαχουλεύουμε τις δικές μας αναμνηστικές φωτογραφίες και κρύβουμε επιμελώς, πίσω από τις λέξεις της, μπερδεμένες θύμησες χαρμολύπης.
Και κάπου, λίγο παρακάτω, γράφει:
«Παλινωδώ κι εγώ τώρα,
Αφού λόγια μεγάλα ψεύτικα άκουσα,
Ενώ πολλοί εισαγγελείς με κατηγορίες με στιγμάτισαν…
..Παλινωδώ με δυσπιστία στους κόλακες
Θέλοντας να διορθώσω όσα υπερβολικά «υπέρ»
Κρύβοντας πραγματικές προτιμήσεις
Προφταίνοντας η διαφυγή μου, την αντίστροφη μέτρηση».
Η ποίηση της Εύης δεν ψάχνει χειροκροτητές, δεν αναζητά ακόμη έναν ευκαιριακό αναγνώστη.
Θέλει τόλμη, θέλει να αφήσεις πίσω τα καθιερωμένα ανδροκρατούμενα κριτικά σχήματα, να ακούσεις την ένταση που γεννούν οι αθόρυβες στιγμές μας που όμως ψάχνουν διέξοδο για να ξεχυθούν σαν αίμα από μέσα μας.
Αυτό πέτυχε η Εύη, έκαμε στην άκρη τις παρωπίδες του χωροχρόνου, μας φώναξε, μέσα από τα ποιήματα της προτείνει να πλανάρουμε πάνω σε έναν άνεμο που μοιάζει με τον μπονέντη της Καρπάθου, αυτόν που γεννούν τα ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ της.