23 Σεπτέμβρη 1943, μια μαύρη μέρα για τα Δωδεκάνησα

23 Σεπτέμβρη 1943, μια μαύρη μέρα για τα Δωδεκάνησα

 

του Μανώλη Δημελλά

Ήταν 23 Σεπτέμβρη 1943 και το επιταγμένο από τους Γερμανούς ατμόπλοιο ΝΤΟΝΙΤΖΕΤΤΙ, θα έμενε για πάντα στον πάτο της θάλασσας, πνίγοντας 1835 ψυχές, λίγο πιο έξω από το νότιο άκρο της Ρόδου.

Το βαπόρι είχε κοντινή μοίρα με τον διάσημο συνθέτη Γκαετάνο Ντονιτζέττι, αυτόν που πήρε και το όνομα του.

Εκείνος πέθανε στα 1848, έχοντας σύφιλη και διπολική διαταραχή, λίγα χρόνια πριν είχε χάσει τη γυναίκα και τα τρία τους παιδιά, από  επιδημία χολέρας.

Οι ναζιστές Γερμανοί εκείνη την περίοδο είχαν μεγάλα ζόρια και οι Ιταλοί αιχμάλωτοι, τους ήταν ένα ανόητο και βαρύ φορτίο, μόνο για ξεφόρτωμα. Έτσι αυτούς τους  ανθρώπους, εκείνες τις δύστυχες ψυχές, βιάζονταν να τις ξεφορτωθούν, να τις στοιβάξουν σε κάποιο στρατόπεδο συγκεντρώσεως, αφού η Ρόδος δεν  μπορούσε να ταΐζει τους αιχμαλώτους.

Από την προηγουμένη γέμιζαν το αμπάρι, και ενώ το ΝΤΟΝΙΤΖΕΤΤΙ έδειχνε να έχει περιθώρια και να χωράει μέχρι τους επτακόσιους ανθρώπους, οι Γερμανοί επέμεναν, όλο και φόρτωναν, είχαν σκοπό να ξαποστείλουν περισσότερους από 2.000.

Σταμάτησαν στους 1.835, όταν πια φαινόταν να υποφέρει το ίδιο το βαπόρι, για τους αιχμαλώτους, στιγμή δεν έδειξαν να νοιάζονταν.

Σαν από τύχη έμειναν έξω από το τελευταίο δρομολόγιο 256 Ιταλοί στρατιώτες.

Στην περιοχή βρισκόταν σε περιπολία το βρετανικό αντιτορπιλικό ECLIPSE, που εντοπίσε το ΝΤΟΝΙΤΖΕΤΤΙ και το ξεπάστρεψε στα γρήγορα, στέλνοντας στον βυθό 600 αεροπόρους, 1110 ναύτες, 114 υπαξιωματικούς και 11 αξιωματικούς, ακόμη και σήμερα φαίνονται αναγνωρισμένοι μονάχα οι 112 από όλους.

Ειπώθηκε ακόμη και πως ποτέ δεν βυθίστηκε, αλλά αιχμαλωτίστηκε, μάλιστα φαίνεται πως βρέθηκαν ακόμη και κάποιες αδιευκρίνιστες μαρτυρίες επιζώντων, που έδιναν την εικόνα ενός φλεγόμενου πλοίου να ταξιδεύει για την Μέση Ανατολή.

Η αλήθεια του Ντονιτζέτι παραμένει  στο στενό Καρπάθου-Ρόδου και σε βάθος 105 μέτρων.

Δεκαέξι μέρες μετά, στις 9 Οκτώβρη, στην βόρεια Κάρπαθο και στο στενό με την Σαρία, ένα χτύπημα, αυτή τη φορά των Γερμανών, θα βυθίσει μέσα σε ένα λεπτό το αντιτορπιλικό PANTHER και θα τραυματίσει θανάσιμα το αντιτορπιλικό CARLISLE, που κατάφερε να φτάσει μέχρι την Αλεξάνδρεια, όμως τόσο πληγωμένο που κατέληξε κι έγινε παλιοσίδερα.

Η πετυχημένη Γερμανική επιχείρηση, βομβαρδισμού της νηοπομπής, είχε κωδική ονομασία “High moon”, ψηλό φεγγάρι, και είναι γραμμένη βήμα-βήμα, από τον Γερμανό πιλότο Peter Eisenbach.

Η μοίρα από 26 τα Στούκας ξεκίνησε από τα Μέγαρα και έφτασαν πριν το μεσημέρι πάνω από την Σαρία, οι πιλότοι δεν πίστευαν στα μάτια τους, δίχως αεροπορική κάλυψη, με μοναδική άμυνα τα φτωχά αντιεροπορικά πυρά, τα πλοία, έδειχναν ένα παιγνιδάκι για τους έμπειρους πιλότους της πτέρυγας IstG3, ήταν σίγουροι, πριν ακόμη αρχίσουν τις βουτιές και να ξαμολήσουν τις βόμβες, ότι θα είχαν μια ακόμη επιτυχία τους. Ξεκίνησαν να κατεβαίνουν προς τα απροστάτευτα βαπόρια, οι σειρήνες ούρλιαζαν μέσα στο πέλαγος, όλο και ξεφόρτωναν βόμβες, χτύπησαν πρώτο το Carlisle και συνέχισαν με το Panther, που κόπηκε στα δυό και βυθίστηκε παρασύροντας στο βυθό 36 ναύτες και αξιωματικούς. Το υπόλοιπο πλήρωμα σώθηκε χάρις στις ηρωικές προσπάθειες του Ελληνικού αντιτορπιλικού Μιαούλης και του κυβερνήτη του, πλωτάρχη Κωσταντίνου Νικητιάδη.

Τα Εγγλέζικα αρχεία μιλούν για τις σφοδρές αερομαχίες πάνω από την Σαρία και παρουσιάζουν τα Αγγλικά πολεμικά αεροσκάφη να καταρρίπτουν 17 από τα Στούκας, ωστόσο στα επίσημα Γερμανικά αρχεία  παρουσιάζονται μόνο 6 από τα Στούκας και ένα βομβαρδιστικό Ju 88.

Άγνωστα όμως παραμένουν τα χτυπήματα στις Μοτοτζάτερες, στα Ιταλικά πλοιάρια μεταφοράς προσωπικού. Ήταν αρχές Οκτωβρίου 1944, τις ημέρες αναχωρήσεως των Γερμανών από την Κάρπαθο.

Ο επαγγελματίας δύτης Δημήτρης Φίφης, βουτά συχνά σε εκείνα τα μέρη, μας περιέγραψε την εικόνα που συναντά στον κόλπο του λιμανιού, εκεί  γύρω  από το Δεσποτικό, το νησάκι που συναντάμε πρωτομπαίνοντας στα Πηγάδια.

«Σε βάθος περίπου 40 μέτρων ο βυθός είναι απίστευτος, η εικόνα ξαφνικά αλλάζει, διάσπαρτα κομμάτια, τμήματα από μηχανές, οπλισμός και τμήματα από ένα διαλυμένο σκαρί μαρτυρούν το αποτέλεσμα από το χτύπημα των συμμάχων».

Λίγο πιο έξω, στον Βρόντη, ένα άλλο πλοίο μεταφοράς προσωπικού, χτυπήθηκε πιθανών εκείνες τις ημέρες, απομεινάρια δεν φαίνονται σε αυτό το σημείο, που αγγίζει τα 100 μέτρα, όμως οι μνήμες,

οι μαρτυρίες που φέρνουν οι περασμένες γενιές είναι τραγικές.

«Γέμισε το λιμάνι πτώματα, εκεί έξω από το λιμεναρχείο τα είχαν βάλει στην σειρά». 

Θυμόταν καλά ο Γιάννης Νιωτής, άλλωστε με το ψαράδικο σκάφος του πατέρα του μετέφεραν κι αυτοί, τους νεκρούς Ιταλούς και Γερμανούς, που εκείνο το πρωϊνό έφευγαν βιαστικά, αλλά η μοίρα τους είχε να μείνουν εκεί για πάντα.

Τόσο στα Αγγλικά, όσο και στην Ιταλική γλώσσα η λέξη πλοίο, το βαπόρι είναι θηλυκού γένους, λέμε she ή la nave, όταν μιλάμε για κάποιο  πλεούμενο. Ακόμη μια απόδειξη, δεν είναι ουδέτερο, πρόκειται για ένα ζωντανό θηλυκό, μα και πως αλλιώς μπορείς να βλέπεις εκείνο το θεριό, που περπατά καμαρωτό πάνω στον αφρό, σκίζει το πέλαγος και δίνει γερούς σάλτους αποφεύγοντας τα κακοτράχαλα περάσματα.