Ευμορφία Διακογεωργίου: O Θρήνος του Επιταφίου στην ΟΛΥΜΠΟ ΚΑΡΠΑΘΟΥ

Ευμορφία Διακογεωργίου: O  Θρήνος του Επιταφίου  στην ΟΛΥΜΠΟ  ΚΑΡΠΑΘΟΥ

 

 Ευμορφία Διακογεωργίου

Εκπαιδευτικός – ΜSc Λαογραφίας

Τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί η καμπάνα της εκκλησίας της Ολύμπου, του πιο απομακρυσμένου και ορεινού  χωριού  της Καρπάθου, χτυπά «νεκρικά». Αρχίζει η βυζαντινή τελετουργία με τους πένθιμους  ύμνους και τους ψαλμούς,  μέσα σε διάχυτη αύρα κατάνυξης και συγκίνησης,  που προκαλεί η κορύφωση  του θείου δράματος στην ψυχή κάθε ανθρώπου.

Με το άκουσμα της καμπάνας όλες οι οικογένειες του χωριού προσέρχονται στην αυλή της εκκλησίας για να στολίσουν τον Επιτάφιο. Έχουν φροντίσει οι γυναίκες, να κόψουν τα άνθη της άνοιξης, που καλλιεργούν στους κήπους και στις αυλές τους γι’ αυτή την ημέρα. Πανδαισία χρωμάτων και αρωμάτων συνθέτουν ματσάκια,   που θα στολίσουν τον τάφο του Χριστού. Τη Μεγάλη Παρασκευή , ακόμα και οι οικογένειες που πενθούν  συμμετέχουν στην κοινοτική δράση, ενώ σε κάθε άλλη εκδήλωση πανηγυρικού χαρακτήρα, εθιμικά αποκλείονται και δε συμμετέχουν. Οι οικογένειες που έχασαν οικείους τους, μέσα στον χρόνο που πέρασε, φτιάχνουν στεφάνια, τοποθετούν τη φωτογραφία του νεκρού τους στη μέση, πάνω σε μαύρη κορδέλα, που φέρει το όνομά του, καθώς και γραμμένα μοιρολόγια, για να τα καρφιτσώσουν στον Επιτάφιο, μετά τον στολισμό. Ο Επιτάφιος στολίζεται από άντρες και γυναίκες (τελευταία μόνο από γυναίκες), που τοποθετούν στο ξύλινο κουβούκλιο και στους τρεις σταυρούς του, τα μυρωμένα άνθη.

Όλυμπος, φωτογραφία Πόπη Ασλανίδη

Όταν ο Επιτάφιος   ετοιμαστεί  εισέρχεται στον ναό,  όπου με ταπεινότητα και συγκίνηση γίνεται η αποκαθήλωση του θείου σώματος και η εξόδιος ακολουθία.

Οι άντρες, αφού ασπαστούν το θείο σώμα, βγαίνουν από τον ναό, ενώ οι γυναίκες εισέρχονται από τον γυναικωνίτη στον κυρίως ναό και παραμένουν γύρω από τον Επιτάφιο. Οι γυναίκες που πενθούν θα σταθούν μπροστά στο στεφάνι με τη φωτογραφία του νεκρού τους, θα βγάλουν το τσεμπέρι τους και με ξέπλεκα μαλλιά θα θρηνήσουν τον αγαπημένο τους άνθρωπο. Με τον μακρόσυρτο, πένθιμο και συγκινητικό σκοπό που μοιρολογούν τους νεκρούς τους, οι γυναίκες θρηνούν με μοιρολόγια,   δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα,  αυτοσχέδια, λόγος πηγαίος, ποιητικός , συγκινητικός, αναδυόμενος από την αγάπη του ανθρώπου τους και τον πόνο της απώλειας του. Ραντισμένος με δάκρυα κάθε στίχος που μιλάει για τη ζωή του, τα χαρίσματά του, την πίκρα του αποχωρισμού, τη ματαιότητα της ύπαρξης.

«Άρα(γ)ε εις τον ουρανό δε θα φανεί σημά(δ)ι

πού ’φυε τέτοιος μερακλής να κατε(β)εί στον Ά(δ)η;»

                                                                   Καλίτσα Πάχου, 1933

Πολλές φορές τα δίστιχα φέρουν τη φωνή του νεκρού από τον άλλο κόσμο, λόγος παρηγορητικός, παραπονεμένος, αλλά και προτρεπτικός για τη συνέχιση της ζωής.

«(Δ)εν έρκομαι μανούλα μου κανείς μη  περιμένει

τον Ά(δ)η έχω συντροφιά τη μαύρη γη λημέρι».

                                                  Σοφίλλα Δράκου, 1986

«Με τα δάκρυα ξαλαφρώνει η συμφορά»,  αναφέρει ο Αισχύλος, αναδεικνύοντας τη λυτρωτική εκδοχή του θρήνου. Ο  θρήνος των γυναικών στην Όλυμπο, δεν είναι αυθόρμητο ξέσπασμα οδύνης,  έχει μορφή ιερού, συλλογικού θρήνου και είναι συνυφασμένος με την τελετουργία της Μεγάλης Παρασκευής. Θρηνούν τον Θεάνθρωπο μαζί με τον δικό τους αγαπημένο, χρέος  και τιμή στην άσβεστη μνήμη του.

 

«Πρώτα θα κλάψω τον Χριστό που ΄χει μεγάλη χάρη,

κι ύστερα τ’ αερφάκι μου απού το παλικάρι.»

Άγνωστη

«Καλή μου μάνα κλαίω σε εις του Χριστού το τάφο

κι ως τα να ζω το πόνο σου μες τη καρdιά μου θα ’χω».

Ανεντζούλα Μωραΐτη 1975

«Εγιώ σε ’νέμενα να ’ρτεις να σε καλωσορίσω

κι όχι στον Επιτάφιο πάνω να σε στολίσω».

                                                          Ειρήνη Διακογεωργίου 2021

Όλες οι γυναίκες συμμετέχουν στην σπαρακτική θρηνωδία, κρατώντας τον ρυθμό του θρήνου με το βαρύ αναφιλητό και τον λυγμό από το βουβό τους κλάμα. Επωδός σε κάθε μοιρολόι οι φράσεις, «καλή μου μάνα…», «καλό μ’ α(δ)έρφι…», «καλέ μου υίε…», ανάλογα ποιον θρηνεί η κάθε γυναίκα. Τις ίδιες φράσεις ανακαλούν και όσες γυναίκες θρηνούν δίχως να λένε μοιρολόγια. Ο θρήνος, γόος και κομμός των γυναικών, στιγμή ταύτισης  του θείου και του ανθρώπινου δράματος. Τραβούν τα ξέπλεκα μαλλιά τους,  ρυθμικά, μια από τη δεξιά και μια από την αριστερή πλευρά.

Παλιότερα, σε συνθήκες πιο αυστηρών ηθών, οι γυναίκες χτυπούν το στήθος τους, τα γόνατά τους και πολλές φορές  τραυματίζουν το πρόσωπό τους, όπως και κατά τη νεκρική τελετή. Η ένταση του θρήνου είναι ανάλογη της συναισθηματικής φόρτισης της γυναίκας που θρηνεί, το αίσθημα της βαρύτητας του πένθους, ποιον θρηνεί και πόσο άδικη, πρόωρη ή αδόκητη θεωρείται η απώλειά του. Ανάλογα προσδιορίζεται σιωπηρά και άτυπα σε ποια από τις γυναίκες θα δοθεί προτεραιότητα και χώρος να μοιρολογήσει, σ’ εκείνη που θα σύρει τη φωνή, για να ξεκινήσει ο θρήνος. Ο τρόπος έκφρασης κάθε γυναίκας, την ώρα που βιώνει την ένταση και τον πόνο είναι ιδιαίτερος και μοναδικός όπως μοναδική είναι η προσωπικότητα και η ψυχοσύνθεσή της.

φωτογραφία Μαρίνα Διακογεωργίου

Το θείο δράμα στην Όλυμπο, προσλαμβάνει προσωπική διάσταση, εξελίσσεται σε προσωπικό δράμα, δηλώνοντας τον πιο βαθύ πόνο της ζωής, τον ανθρώπινο πόνο απέναντι στον θάνατο. Μόνο ρίγος και συγκίνηση μπορεί να νιώσει κάθε παρευρισκόμενος, ντόπιος ή ξένος ακόμα κι αν δεν γνωρίζει τον άνθρωπο που θρηνείται.  Ο θρήνος διαρκεί μία περίπου ώρα, ανάλογα με το πόσες γυναίκες θρηνούν. Οι γυναίκες που απέχουν, ενώ έχουν νεκρό μέσα στον χρόνο, συχνά επικρίνονται  από την κλειστή κοινωνία. Όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος του θρήνου, παρεμβαίνουν γυναίκες από το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον, για να σκουφώσουν τις θρηνούσες και να τις συνοδέψουν στα σπίτια τους.

Κατά τη διάρκεια της ημέρας μικροί και μεγάλοι προσέρχονται στον Επιτάφιο για να προσκυνήσουν , να θυμιάσουν, να περάσουν από κάτω, να διαβάσουν τα μοιρολόγια που είναι γραμμένα στο στεφάνι του κάθε αποθανόντα και οι γυναίκες να ψάλουν  το καρπαθιακό μοιρολόι της Παναγίας.

Μέχρι το 1948, σύμφωνα με το πρόγραμμα του Πατριαρχείου, η ακολουθία του επιταφίου άρχιζε τα μεσάνυχτα. Οι γυναίκες του χωριού, μαζί με τις γυναίκες που θρηνούσαν παρέμεναν μέσα στην εκκλησία και γύρω από τον Επιτάφιο, από το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα. Σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα ο θρήνος των γυναικών ξεκινούσε με το μοιρολόι της Παναγίας:

 « Σήμερο μαύρος ουρανός σήμερο μαύρη μέρα,

  σήμερον εσταυρώσασι των πάντων βασιλέα…»

Μια γυναίκα που ήξερε το μοιρολόι, άρχιζε να μοιρολογεί και οι παρευρισκόμενες επαναλάμβαναν τον στίχο με το ιδιότυπο μέλος. Μετά ακολουθούσαν οι γυναίκες που θρηνούσαν τους δικούς τους νεκρούς. Ενδιάμεσα αφηγούνταν ιστορίες και γεγονότα από τη ζωή των αποθανόντων.

Μετά την εναρμόνιση της ώρας έναρξης των ακολουθιών με το ωράριο της εκκλησίας της Ελλάδας, το έθιμο του θρήνου συνεχίστηκε προσαρμοζόμενο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Το μοιρολόι της Παναγίας  συνεχίζει να αποδίδεται μέχρι σήμερα, από τις γυναίκες που μαζεύονται το απόγευμα για να θυμιάσουν τον Επιτάφιο.

Επιπλέον παλιά δεν καρφίτσωναν στεφάνια και γραμμένα μοιρολόγια στον Επιτάφιο, ούτε υπήρχαν φωτογραφίες. Η πρακτική αυτή ξεκίνησε τη δεκαετία του 50 από οικογένειες ξενιτεμένων, που ήθελαν να θρηνήσουν και να τιμήσουν τους ανθρώπους που έχασαν και δεν είχαν ταφεί στη γενέτειρά τους. Η φωτογραφία τους πάνω στον Επιτάφιο, δηλώνει ότι αποτελούν αναπόσπαστα μέλη της κοινότητάς τους και η μνήμη τους παραμένει άσβεστη στη συλλογική μνήμη. Υιοθέτησαν την πρακτική αυτή και οι μόνιμοι κάτοικοι αφιερώνοντας στους νεκρούς τους στεφάνια  και μοιρολόγια με τη φωτογραφία τους, πάνω στον Επιτάφιο. Αυτή η λόγια  μορφή θρήνου, που εξελίχθηκε σε έθιμο, σε συνδυασμό με τη διαφοροποίηση των καθιερωμένων αντιλήψεων και τη συρρίκνωση του πληθυσμού της κοινότητας,  περιόρισε βαθμιαία τον ζωντανό θρήνο.

Το βράδυ, μέσα στη μελωδικότητα  της βυζαντινής τελετουργίας, καθώς ψάλλεται από τα παιδιά: «Έρραναν τον τάφο , αι μυροφόροι μύρα…», ο ιερέας ραντίζει με ροδόνερο τον Επιτάφιο και πίσω του ακολουθούν τρία κορίτσια με ξέπλεκα μαλλιά και γαλάζιο σακκοφούστανο,  ραίνοντας τον τάφο με ροδοπέταλα, αναπαριστώντας τις μυροφόρες, διαδικασία μυητική για ρόλους που θα κληθούν να ανταποκριθούν στην ενήλικη ζωή τους. Οι επίτροποι θα περιδέσουν τον Επιτάφιο με μεταξωτά σεντόνια, γυναικεία τάματα, που υπάρχουν στον ναό, για να ξεκινήσει η περιφορά.

«Πένθιμος πράος ουρανός μες στο λιβάνι», κάθε Μεγάλη Παρασκευή. Στον τελετουργικό θρήνο των γυναικών της Ολύμπου, θεϊκό και ανθρώπινο στοιχείο εναγκαλίζονται, δημιουργώντας μια ρωγμή στο αδιαπέραστο σκοτάδι του θανάτου, μια δυνατότητα αδιάσπαστης συνέχειας μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας, μεταξύ λόγου και σιωπής, μια ρωγμή ποτισμένη με το ροδόσταμο της μνήμης και φωτισμένη από την προσδοκία της Ανάστασης.

 

Το παραπάνω  κείμενο (προστέθηκε το τελευταίο μοιρολόι) διαβάστηκε σε μάθημα Μεταπτυχιακών Φοιτητών, του Μηνά Αλ. Αλεξιάδη, Ομότιμου Καθηγητή Λαογραφίας του ΕΚΠΑ, το 2017.

11.4.203

Καρπαθιακά Νέα