του Θεοδόση Πελεγρίνη
Ρώτησαν έναν φιλόσοφο, λέει ο Βολταίρος, στην προσπάθειά τους να αποδειχθεί το ευμετάβλητον της θείας χάριτος, τι θα έλεγε εάν έβλεπε τον ήλιο να σταματά, όλους τους νεκρούς να ανασταίνονται, όλα τα βουνά να πήγαιναν να πέσουν στην θάλασσα. «Τι θα έλεγα;», αναρωτήθηκε ο φιλόσοφος. «Θα γινόμουν οπαδός του μανιχαϊσμού», συμπλήρωσε, της αντίληψης ότι ο κόσμος διέπεται από δυο αντιμαχόμενες αρχές, «και θα έλεγα απλά ότι υπάρχει μια αρχή που ανατρέπει ό, τι έκανε η άλλη».
Καμιά, τελικά, από τις ανατροπές αυτές της φύσης δεν συνέβη. Ίσως, ο εν λόγω φιλόσοφος, αν ζητούσε πίστωση χρόνου να δει τι θα συμβεί την επομένη, να μην αισθανόταν την ανάγκη να προσχωρήσει στον μανιχαϊμό.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο κόσμος είναι αυτός που είναι. Οφείλομε, εν τοιαύτη περιπτώσει, να συμμορφωθούμε προς την αδήριτη αυτή πραγματικότητα. Μήπως, έτσι, όμως, κινδυνεύομε να πιαστούμε στο δίχτυ της μοιρολατρείας; Κάθε άλλο.
Είμαστε καμωμένοι έτσι, ώστε –πέρα από τις φυσιολογικές λειτουργίες μας (όπως το να αναπνέομε ή το να τρεφόμαστε), και την ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας τι γίνεται γύρω μας– να μπορούμε και σκεφτόμαστε κιόλας. Η σκέψη είναι ευρύτερη της πραγματικότητας, αφού μπορώ να σκεφτώ όσα παρατηρώ στην πραγματικότητα και να συμβιβαστώ πλήρως με αυτά, και επιπλέον πράγματα που δεν υπάρχουν μεν αλλά θα μπορούσαν ή θα έπρεπε να υπάρχουν. Μπορώ να σκέφτομαι τον ήλιο να ανατέλλει το πρωί και να δύει το βράδυ, αλλά τίποτε δεν με εμποδίζει να σκεφτώ αυτό να ανατρέπεται. Μπορώ να σκεφτώ ότι υπάρχουν άνθρωποι κάπου στο διάστημα, όσο κι αν αυτό δεν ισχύει πράγματι. Μπορώ, όσο κι αν όταν πεθάνω δεν θα αναπνέω ούτε θα αισθάνομαι τίποτα, να σκέφτομαι ότι θα συνεχίσω να υπάρχω. Ο κόσμος, αυτός ο κόσμος που με την αλματώδη εξέλιξη της επιστήμης φαντάζει στα μάτια μας απροσμέτρητος, μπροστά στην σκέψη δεν είναι παρά μια κουκίδα. Όταν, λοιπόν, οι έγνοιες, οι αγωνίες και τα βάρη της ζωής μας πιέζουν, ώστε να αναγκαζόμαστε να ασχολούμεθα με ό, τι συμβαίνει γύρω μας παραμελώντας την σκέψη, μετατρεπόμαστε, αλίμονο, σε αμελητέες ψηφίδες της ασήμαντης κουκίδας της πραγματικότητας.
Ευτυχώς και υπάρχουν οι καλλιτέχνες, οι φιλόσοφοι και οι επαναστάτες, στους οποίους μπορούμε να προσφεύγομε, για να ξεφύγομε από τον εναγκαλισμό της αδήριτης πραγματικότητας. Αυτοί δεν ασχολούνται με όσα συμβαίνουν στην πραγματικότητα, αλλά βυθίζονται στην σκέψη τους παλεύοντας να ανασύρουν από εκεί όσα θα μπορούσαν ή θα έπρεπε να υπάρχουν, για να τα απολαμβάνομε κατόπιν εμείς οι άλλοι άκοπα. Αρκεί, βέβαια, να μην προδώσουν τον ρόλο τους, όπως ο φιλόσοφος του Βολταίρου.
πηγή www.enallaktikos.gr