Δύο στοιχεία από την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ανέδειξε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε ραδιοφωνική συνέντευξή του. Συγκεκριμένα, «στην κύρια τοποθέτησή του ενώπιον του Κογκρέσου, όλοι -Ρεπουμπλικάνοι, Δημοκρατικοί, η αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, η πρόεδρος της Βουλής, ετερόκλιτα πολιτικά μέρη ανταποκρίθηκαν με πάρα πολλή θέρμη σε όσα είπε ο πρωθυπουργός»
Και το δεύτερο, «ο πρωθυπουργός μίλησε εξ ονόματος του ελληνισμού, ως ίσο προς ίσο, ως εταίρος απέναντι σε έναν ισότιμο εταίρο». Εξ άλλου «δεν επέδειξε καμία απολύτως μεμψιμοιρία, είχε μόνο θετικό αφήγημα, έδειξε την Ελλάδα της επόμενης ημέρας. Έχει αξία το να εμφανίζεται η Ελλάδα όχι ως ο φτωχός συγγενής στο διεθνές περιβάλλον, αλλά ως ένας πυλώνας σταθερότητας της ενωμένης, σήμερα, Δύσης», υπογράμμισε ο Γ. Γεραπετρίτης, που προσέθεσε:
«Αντιλαμβάνομαι απολύτως την αμηχανία της Τουρκίας, βλέπει την αναβάθμιση της σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας και γενικά της αναβάθμισης της διπλωματικής θέσης της Ελλάδας, είναι εύλογο να προκαλεί ανησυχία», είπε ο υπουργός.
«Όμως», συμπλήρωσε, «δεν καταλαβαίνω την αμηχανία που εμφανίζει ο ΣΥΡΙΖΑ» είπε και ζήτησε «να σταθούμε μία φορά πέρα και πάνω από όλα τις κομματικές αντιπαραθέσεις, πάνω από όλα ως Έλληνες. Επιτέλους μία φορά στην Ελλάδα ας αφήσουμε την πολιτική διχόνοια και μεμψιμοιρία και να σταθούμε όπως στάθηκαν οι Αμερικανοί ενώπιον του Έλληνα πρωθυπουργού, δηλαδή να σηκωθούν να χειροκροτήσουν όλοι, παραμερίζοντας τις όποιες πολιτικές διαφωνίες».
Έθεσε και μια άλλη παράμετρο της επίσκεψης Μητσοτάκη επισημαίνοντας πως «όποιος γνωρίζει τη θεσμική αρχιτεκτονική των Ηνωμένων Πολιτειών, καταλαβαίνει τι σημαίνει να δημιουργείς μια κρίσιμη μάζα μεταξύ των γερουσιαστών αλλά και των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων, οι οποίοι να διάκεινται θετικά στην Ελλάδα και οι οποίοι έχουν τον τελευταίο λόγο τόσο στις διμερείς σχέσεις όσο και στις διεθνείς σχέσεις».
Τα μέλη της Γερουσίας ήταν «όλα παρόντα στην ομιλία του πρωθυπουργού και όλα σηκώθηκαν και χειροκρότησαν περισσότερο από δέκα φορές αυτά που είπε για την Κύπρο, για την ανάγκη να υπάρχει σταθερότητα στην περιφέρειά μας, την ανάγκη να μη συντελούνται πράξεις κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, όπως είναι οι υπερπτήσεις».
Ειδικώς για τα F-35, παρατήρησε ότι μια κυβέρνηση «δεν μεριμνά μόνο για το σήμερα και το αύριο, κοιτά και για μεθαύριο και την επόμενη δεκαετία. Τα μαχητικά F-35 είναι ένα όπλο που αλλάζει τους συσχετισμούς δυνάμεων (…) διαθέτουν επιχειρησιακή δυνατότητα που ξεπερνάει ο,τιδήποτε γνωρίζαμε ως τώρα», σημείωσε με την παράλληλη διευκρίνιση ότι τα χρήματα για την αγορά τους θα δαπανηθούν σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο.
«Με πίκρα και στενοχώρια λέω πως τέτοια εικόνα δύσκολα θα βλέπαμε στην ελληνική Βουλή […] οποιοσδήποτε ξένος ηγέτης ερχόταν -θα υπήρχε μια πόλωση στα πολιτικά πράγματα», παρατήρησε και ευχήθηκε «να είχαμε κι εμείς σκηνές πολιτικής ομοθυμίας όπως αυτή στο Κογκρέσο».
Στο θέμα του ενεργειακού και της ακρίβειας, δήλωσε κατηγορηματικά, όπως είπε, ότι «η ελληνική Πολιτεία θα σταθεί στους ευάλωτους συμπολίτες μας στο πλαίσιο των δημοσιονομικών μας δυνατοτήτων για όσο διαρκεί η κρίση». Κατ’ αναλογίαν δε, της δημοσιονομικής ισχύος των χωρών, «το πακέτο είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη». Αναγνώρισε πάντως ότι «είναι απολύτως αναγκαίο να υπάρξει ενίσχυσή του, επέκτασή του», προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει καμία μαγική συνταγή». Εν συγκρίσει με άλλες χώρες, «οι τιμές στην Ισπανία και την Πορτογαλία είναι υψηλότερες σε σχέση με την Ελλάδα, σε αντικειμενικά μεγέθη».
Επιπλέον, «οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του προγράμματος Repower EU, είναι προτάσεις που δύσκολα μπορούν να θεραπεύσουν απολύτως το πρόβλημα», παρατήρησε ακόμη και διαβεβαίωσε πως «εμείς προετοιμαζόμαστε για όλα τα ενδεχόμενα, και για τη γρήγορη αποκλιμάκωση και για το ενδεχόμενο μακράς πορείας ενεργειακού προβλήματος».
Όχι στις εκλογές, ναι στη σταθερότητα
Στο θέμα των εκλογών και του κεντρικού διλήμματος αυτών, σύμφωνα με τον Γ. Γεραπετρίτη, «τα παρωχημένα ιδεολογικά στεγανά πλέον δεν έχουν καμία απήχηση στην κοινωνία, εξυπηρετούν μόνο μια πολιτική πόλωση που δημιουργεί τοξικότητα στην κοινωνία και διχάζει. Εκείνο το οποίο απαιτεί σήμερα ο πολίτης είναι μια διακυβέρνηση με σταθερά χαρακτηριστικά, που θα βασίζεται σε σταθερές αρχές και αξίες, όπως είναι η δημιουργία πρωτογενούς αναπτυξιακού πλούτου, καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, μείωση των βαρών για τους πολίτες και ενίσχυση του κοινωνικού κράτους. Η λογική της σταθερότητας, της προβλεψιμότητας, είναι απολύτως αναγκαία και η χώρα μας, πολύ περισσότερο από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έχει ανάγκη από αυτήν τη σταθερότητα λόγω των τεράστιων προκλήσεων που έχει μπροστά της», τόνισε εμφατικά.
«Ακούγεται λίγο πολυτελές, αλλά το να μπορέσουμε να μπούμε στην επενδυτική βαθμίδα είναι τεράστιας σημασίας, γιατί θα μας δώσει τη δυνατότητα για μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο και δυνατότητα για αναπτυξιακό μερίδιο για κάθε πολίτη. Αυτό σημαίνει πολύ ευκολότερη ροή χρήματος για την Ελλάδα, μεγαλύτερα κεφάλαια, μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο, περισσότερα οφέλη για τις κοινωνικές δαπάνες», ανέφερε επίσης και ξεκαθάρισε:
«Δεν χωρούν παλινωδίες που θα μας φέρουν σε εποχές που δεν θέλουμε να θυμόμαστε. Χρειαζόμαστε πολύ μεγάλη σταθερότητα και όλοι οι πολίτες καταλαβαίνουν ότι σταθερότητα μπορεί να υπάρξει μόνο με μια διακυβέρνηση που θα έχει τα χαρακτηριστικά της σημερινής κυβέρνησης, θα είναι δηλαδή επαγγελματική, στοχοπροσηλωμένη και κυρίως, στο πλευρό του πολίτη. Άρα, όχι εκλογές, δεν είναι κάτι που αυτή τη στιγμή θα εισέφερε κάτι στη χώρα, ναι στη σταθερότητα που θα εγγυηθεί το μέλλον της χώρας».
Και, συνεχίζοντας, «η μεγάλη πρόκληση είναι η άμβλυνση των ανισοτήτων και δυστυχώς κάθε φορά που έχουμε κρίση, πάντοτε τα γεγονότα αυτά αυξάνουν τις ανισότητες». Η κυβέρνηση προσπαθεί να αμβλύνει τις ανισότητες, με οριζόντια σχέδια δράσης, σε ευάλωτες ή υποεκπροσωπούμενες ομάδες (άτομα με αναπηρία, γυναίκες, ΛΟΑΤΚΙ+, επιχειρηματολόγησε επιπλέον, ενώ ειδικώς για το γάμο ομόφυλων ζευγαριών διαπίστωσε ότι «η κοινωνία είναι πολύ πιο ώριμη να αποδεχθεί θέματα που ανάγονται στην ουσιαστική ισότητα όλων των πολιτών», επιπροσθέτως, «την επόμενη περίοδο θα ανοίξει η συζήτηση και για το νομοθετικό επίπεδο».
Στο θέμα της πανεπιστημιακής αστυνομίας, θέση της κυβέρνησης είναι ότι «πρέπει επιτέλους το πανεπιστήμιο να επιστρέψει εκεί όπου ανήκει, κυρίως στους φοιτητές και τους διδάσκοντες». Υπογράμμισε δε, ότι τα μέλη της πανεπιστημιακής αστυνομίας είναι απόφοιτοι πανεπιστημίων κι αυτό γιατί «θα πρέπει να έχουν μια συναισθηματική εξοικείωση με τον πανεπιστημιακό χώρο».
Μετά και την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της συνταγματικότητας, στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο βρίσκεται και το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για τις λεπτομέρειες λειτουργίας της, ανακοίνωσε ο υπουργός Επικρατείας εκφράζοντας την ελπίδα του για σύντομη απόφαση.
Για τα γλυπτά του Παρθενώνα, τέλος, υπογράμμισε τη συστηματική δουλειά εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης: «Εμείς θα συνεχίζουμε τις προσπάθειές μας και διμερώς και στο επίπεδο διεθνών οργανισμών έτσι ώστε τα γλυπτά να γυρίσουν σπίτι τους. Αυτό που πρέπει να γίνει, θα γίνει και με τον πιο ικανό τρόπο», κατέληξε.