Της Άννας Αχιολά στην ΡΟΔΙΑΚΗ
Όταν την περίοδο του Μεσαίωνα εμφανίστηκε η πανδημία Πανώλης, που έπληξε την Ευρώπη, οι γιατροί, με τις γνώσεις της εποχής, στάθηκε αδύνατο να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτή την ασθένεια.
Οι γνώσεις που κατείχαν ήταν σχεδόν αποκλειστικά αστρολογικές, ενώ ιατρικές γνώσεις αντλούσαν από τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό. Κανείς δεν φανταζόταν τότε ότι η επιδημία μπορούσε να εξαπλώνεται μέσω μόλυνσης από τα ζώα, που έφεραν ψύλλους, στους ανθρώπους. Επικρατούσε πλήρης άγνοια. Πολλοί γιατροί το έβαζαν στα πόδια μπροστά στην τρομακτική ασθένεια.
Όταν έφευγαν τρομοκρατημένοι, θεωρούνταν δειλοί, ενώ από την άλλη, όταν παρέμειναν θεωρούνταν φιλάργυροι. Και τότε εμφανίστηκε η ανάγκη για τη δημιουργία μίας νέας, ειδικής στολής, για τους Γιατρούς της Πανούκλας, ή τουλάχιστον έτσι «βαφτίζονταν» όσοι τη φορούσαν, έχοντας την τόλμη … ή την απληστία, να αντιμετωπίσουν από κοντά το Μαύρο Θάνατο.
Οι γιατροί αυτοί προσλαμβάνονταν από τις πόλεις που είχαν πολλά θύματα πανούκλας σε περιόδους επιδημιών, γι’ αυτό και ονομάζονταν κοινοτικοί γιατροί της πανούκλας. Δεδομένου ότι η πόλη πλήρωνε το μισθό τους, τους θεράπευαν όλους: πλούσιους και φτωχούς. Ωστόσο, κάποιοι γιατροί της πανούκλας ήταν γνωστοί για επιπλέον χρέωση ασθενών και των οικογενειών τους, για ειδικές θεραπείες και γιατροσόφια.
Δεν ήταν επαγγελματικά καταρτισμένοι και έμπειροι γιατροί ή συχνά ήταν νέοι γιατροί που προσπαθούσαν να επιβιώσουν. Πολλοί από τους γιατρούς του θανατικού ήταν στην πραγματικότητα κομπογιαννίτες, οι οποίοι παρίσταναν τους ειδικούς για να πάρουν τη μεγάλη αμοιβή που τους επιφύλασσε το επικίνδυνο επάγγελμά τους. Υπήρχε περίπτωση γιατρού, ο οποίος λίγες ημέρες πριν να φορέσει την προστατευτική στολή, δούλευε ως μπακάλης και δεν ήξερε καν γραφή και ανάγνωση.
Οι γιατροί αυτοί, σπάνια θεράπευαν τους ασθενείς. Περισσότερο καταμετρούσαν τον αριθμό των ατόμων που είχαν μολυνθεί, για δημογραφικούς σκοπούς. Ωστόσο, θεωρούνταν αρκετά πολύτιμοι και είχαν ειδικά προνόμια, τόσο που κάποτε, κάποιοι εγκληματίες απήγαγαν στο δρόμο δύο γιατρούς από τη Βαρκελώνη ζητώντας λύτρα και η πόλη πλήρωσε για την ελευθέρωσή τους.
Αν και εικονογραφημένες πηγές δείχνουν ότι φορούσαν αρχικά ποικιλία ενδυμάτων, το σχεδιασμό του αλλόκοτου κοστουμιού που καθιερώθηκε να φοράνε αυτοί οι γιατροί, είχε αναλάβει ο Charles de Lorme, ο επικεφαλής γιατρός του Λουδοβίκου XIII, το 1612. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι, αλλά αργότερα εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη.
Αποτελούνταν από ένα βαρύ ύφασμα παλτoύ που ήταν κερωμένο και δεν άφηνε ούτε εκατοστό δέρματος ακάλυπτο και απροστάτευτο. Μία από τις θεωρίες της εποχής ήταν ότι η ασθένεια προερχόταν από τα πουλιά και αν φορούσαν μάσκα οι γιατροί, η μόλυνση θα μεταφερόταν στα ρούχα και δεν θα άγγιζε τους ίδιους.
Γι’ αυτό, η στολή περιλάμβανε μια μάσκα που έμοιαζε με ράμφος πουλιού, η οποία είχε στρογγυλά γυάλινα μάτια και η μύτη ήταν γεμάτη με αρωματικά βότανα για να τους προστατεύουν, τόσο από τη δυσωδία των ασθενών, όσο και από τον μολυσμένο αέρα, τον οποίο θεωρούσαν ως την αιτία της μόλυνσης, πράγμα που βέβαια ίσχυε, αλλά μόνο στην περίπτωση της πνευμονικής πανώλης.
Μερικά από τα βότανα που χρησιμοποιούσαν, ήταν: μελισσοβότανο, μέντα, καμφορά, γαρίφαλα, λάβδανο, μύρο, πέταλα από τριαντάφυλλο και στύρακας. Έβαζαν μέσα επίσης και άχυρο ως φίλτρο για τον “κακό αέρα”.
Επιπλέον, ένα ξύλινο μπαστούνι χρησιμοποιούνταν για να βοηθάει το γιατρό στην εξέταση των ασθενών, χωρίς να χρειάζεται να τους αγγίξει. Χρησιμοποιήθηκε, επίσης, ως ένα μέσο για να μετανοήσουν για τις αμαρτίες, καθώς πολλοί πίστευαν ότι η πανούκλα ήταν τιμωρία και έτσι ζητούσαν να κτυπηθούν με το μπαστούνι για να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους, ή ενδεχομένως να το πρότεινε και ο γιατρός.
Χαρακτηριστικό ήταν και το πλατύγυρο καπέλο, που φορούσαν όλοι οι γιατροί της εποχής, για να ξεχωρίζουν από τους απλούς πολίτες. Κάθε κομμάτι της στολής προστάτευε υποτίθεται το γιατρό από την ασθένεια, που εξαφάνισε το 1/3 του πληθυσμού της ηπείρου, αν και αργότερα αποδείχτηκε ότι μάλλον αύξανε τις πιθανότητες επέκτασης της ασθένειας γιατί μολύνονταν τα υφάσματα και μετέφεραν το βάκιλο της νόσου.
Οι γιατροί της πανούκλας χρησιμοποιούσαν κυρίως ως μέθοδο θεραπείας την αφαίμαξη, όπως με την τοποθέτηση βδελλών στους βουβώνες … για να “εξισορροπήσουν το ηθικό”. Μερικές ακόμα από τις «θεραπείες» και τις μεθόδους πρόληψης που εφάρμοζαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ήταν οι ακόλουθες: κάψιμο φλοιών κυδωνιών και κορμών λάχανων, κάψιμο ευωδών ξύλων μέσα στις καλύβες, βράσιμο του νερού και στη συνέχεια ψήσιμο του κρέατος, αποχή από τη σεξουαλική πράξη, απαγόρευση του ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας, άνοιγμα των παραθύρων που κοιτούσαν στο βορά κ.α.
Σε ορισμένες Ευρωπαϊκές πόλεις όπως η Φλωρεντία και η Περούτζια, οι γιατροί της πανούκλας κλήθηκαν να κάνουν αυτοψίες, για να βοηθήσουν να προσδιοριστεί η αιτία του θανάτου και το ρόλο που έπαιξε η πανούκλα.
Πολλές φορές έγιναν μάρτυρες σε διαθήκες τον καιρό της μεγάλης επιδημίας. Οι γιατροί της πανούκλας, έδιναν επίσης συμβουλές στους ασθενείς για τη συμπεριφορά τους πριν από το θάνατο. Αυτές οι συμβουλές ποίκιλλαν ανάλογα με τον ασθενή και συνήθως ήταν σκοταδιστικές και άτοπες. Το κύριο ιατρικό καθήκον τους ήταν να ενθαρρύνουν τους ασθενείς σε συνεχείς εξομολογήσεις, ενώ το συχνότερο μέσο που χρησιμοποιούσαν κατά της πανώλης ήταν … το κάψιμο αρωματικών ουσιών.
Οι γιατροί του θανατικού συχνά απομονώνονταν από την κοινωνία, λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων τους και του κινδύνου μετάδοσης της νόσου ή έμπαιναν σε καραντίνα. Άλλωστε, πολλοί από αυτούς τελικά νοσούσαν και πέθαιναν.
Σε ευρύτερη σκοπιά η πανδημία πανώλης κλόνισε την εμπιστοσύνη των γιατρών στην ιατρική του Γαληνού. Πλέον, άρχισε δειλά-δειλά η ανατομική εξέταση του ανθρωπίνου σώματος, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι πριν την πανδημία και έγινε έτσι το πρώτο βήμα στην ανάπτυξη της σύγχρονης ιατρικής και της εμπειρικής επιστήμης.
Πηγές:
el.wikipedia.org
www.mixanitouxronou.gr