Ξημέρωσε η ανατολή κι ερόδισεν η πλάση,
το φεγγαράκι τ’ ουρανού είναι κι αυτό στη χάση.
Όλη τη νύχτα έκανε μέσα στ’ αστέρια βόλτα
και το πρωί ξεπέζεψε σε σφαλισμένη πόρτα.
Κύλισε ένα δάκρυ του απ’ τη θολή ματιά του
και θρόισαν λυπητερά τα φύλλα της καρδιάς του.
Σκυφτή γυναίκα πρόβαλε στα δίπλα σκαλοπάτια
και το κοιτάει, ώρα πολλή, με απορία στα μάτια.
-Το δάκρυ σου αποτράβηξε, φεγγάρι, και προχώρα
και τα ασήμια τ’ ουρανού, πάνω σου ξαναφόρα.
Αυτός ο τόπος που κοιτάς δεν είναι για φεγγάρια,
μόνο γι’ απόκληρες ψυχές, βουβές, σαν τα λιθάρια.
Εμένα η μοίρα μ’ έγραψε στ’ ανήλιαγά της φύλλα,
κάθε καλό το εμπόδιζε η Χάρυβδη κι η Σκύλλα.
Ασία Καρπάθου, 2/12/2023 © Γιώργος Ν. Κανάκης