από το http://kassosnews.blogspot.com
Mια μελέτη πάνω στα κοσμήματα της Κάσου της Λούλας Παπαμανώλη, από το βιβλίο της “ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΚΟΣΜΗΜΑ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ”
Ανασκουμπώσου τούρκικα και ζώσου κομινάτα
και έβγα στη κουρβέτα σου και μέτρα κολονάτα…
…..κασιώτικο λαϊκό τραγούδι,….. τόσο χαρακτηριστικό της ναυτικής ζωής της Κάσου και του πλούτου που έφερναν τα καράβια στο νησί.
Κολονάτα (Ισπανικά τάλιρα), από τις χαραγμένες σ’ αυτά κολόνες, δηνάρια, νομίσματα που δεν αναφέρονται στη λαϊκή ζωή άλλου νησιού ούτε στη λαϊκή του ποίηση, μπεστλίκα (τούρκικο νόμισμα 10 γροσιών), ρεάλια (τούρκικα τάλιρα), νομίσματα όχι συχνά γνωστά στις λαϊκές συναλλαγές, είναι για μας δείκτες της εμπορικής και ναυτικής ζωής του Κασιώτη. Μέσα από αυτά τα ονόματα σκιαγραφούνται οι μακρινές θάλασσες που γνώριζαν τα κασιώτικα πλεούμενα και οι συναλλαγές με μακρινούς τόπους. Τα καράβια έφερναν πλούτο στο νησί αλλά και διαφοροποιούσαν τις αξίες της ζωής και του μόχθου.
Κολονάτα (Ισπανικά τάλιρα), από τις χαραγμένες σ’ αυτά κολόνες, δηνάρια, νομίσματα που δεν αναφέρονται στη λαϊκή ζωή άλλου νησιού ούτε στη λαϊκή του ποίηση, μπεστλίκα (τούρκικο νόμισμα 10 γροσιών), ρεάλια (τούρκικα τάλιρα), νομίσματα όχι συχνά γνωστά στις λαϊκές συναλλαγές, είναι για μας δείκτες της εμπορικής και ναυτικής ζωής του Κασιώτη. Μέσα από αυτά τα ονόματα σκιαγραφούνται οι μακρινές θάλασσες που γνώριζαν τα κασιώτικα πλεούμενα και οι συναλλαγές με μακρινούς τόπους. Τα καράβια έφερναν πλούτο στο νησί αλλά και διαφοροποιούσαν τις αξίες της ζωής και του μόχθου.
Τα παληά μου παραθύρια
τα δηνάρια μου τα φράζουν…
Λέει μια κασιώτικη παροιμία, χαρακτηριστική της δύναμης του πλούτου στην αποτίμηση της ζωής.
Οι ναυτικοί φέρνουν πλούτο κι ο πλούτος μεταφράζεται σε αγαθά, σε άνετη ζωή αλλά κι επίδειξη. Οι γυναίκες δέχονται κοσμήματα επιδεικτικά της οικονομικής άνεσης από τους άντρες τους, τους πατέρες, τους αδελφούς, που οργώνουν τις θάλασσες ή δουλεύουν στην ξενιτιά. Και οι κουγιουμτζήδες (χρυσοχοί) του νησιού δουλεύουν ακατάπαυστα.
…….ντόπιοι τεχνίτες αντιγράφουν ξενόφερτα κοσμήματα, τα πολιτογραφούν «ντόπια», δέχονται παραγγελίες κι από άλλα νησιά, δημιουργούν το κόσμημα της Κάσου. Η μπούστα της κασιωτίνας (το σύνολο των κοσμημάτων, από το ξύλινο κουτί που φυλάγονται) είναι βαριά και τα μαλαματικά της καλλιτεχνικά αξιόλογα. Δεν παύει, όμως, να παίζει σπουδαίο ρόλο και η υλική τους αξία, παράλληλα με την καλλιτεχνική τους δύναμη.
Οι ναυτικοί φέρνουν πλούτο κι ο πλούτος μεταφράζεται σε αγαθά, σε άνετη ζωή αλλά κι επίδειξη. Οι γυναίκες δέχονται κοσμήματα επιδεικτικά της οικονομικής άνεσης από τους άντρες τους, τους πατέρες, τους αδελφούς, που οργώνουν τις θάλασσες ή δουλεύουν στην ξενιτιά. Και οι κουγιουμτζήδες (χρυσοχοί) του νησιού δουλεύουν ακατάπαυστα.
…….ντόπιοι τεχνίτες αντιγράφουν ξενόφερτα κοσμήματα, τα πολιτογραφούν «ντόπια», δέχονται παραγγελίες κι από άλλα νησιά, δημιουργούν το κόσμημα της Κάσου. Η μπούστα της κασιωτίνας (το σύνολο των κοσμημάτων, από το ξύλινο κουτί που φυλάγονται) είναι βαριά και τα μαλαματικά της καλλιτεχνικά αξιόλογα. Δεν παύει, όμως, να παίζει σπουδαίο ρόλο και η υλική τους αξία, παράλληλα με την καλλιτεχνική τους δύναμη.
Καδένα τριακοσίων λιρών σου πρέπει στο ρολόι
γιατί είσαι από ψηλή γενιά κι από μεγάλο σοι…
λέει ένα λαϊκό δίστιχο.
Την περιγραφή της Κασιώτικης μπούστας θ’ αρχίσουμε από το πιο σπουδαίο κόσμημα της Κάσου, την κολλαΐνα (από το collier).
Γραπτές μαρτυρίες
Για την κολλαΐνα, γράφει ο πρεσβύτερος Ζαχαρίας Χαλκιάδης («Λαογραφικά Κάσου», Αθήναι 1977, σ.43):
…12 ήταν οι κανακάρηδες κατά την αυστηράν διάταξιν του εθίμου εις χρόνους παλαιότερους. Έπρεπε να κατέχουν ένα οικογενειακό εκκλησάκι…».
Πιο κάτω γράφει για τις κανακάρες, δηλαδή τις πρωτοκόρες ή μοναχοκόρες των αρχοντικών οικογενειών του νησιού. «Διακριτικό της κανακάρας ήτο η κολλαΐνα, ήτοι περιλαίμιον κατά παραφθοράν της γαλλικής λέξεως collier.
Επρόκειτο περί τοπικής εμπνεύσεως και κατασκευής περιλαιμίου. Τούτο ήτο πράγματι αντικείμενον ομοιάζον με επιτραχήλιον των κληρικών και κατερχόμενον μέχρι ομφαλού. Ήτο κατασκευασμένον από εξαιρετικά χονδρόν ύφασμα και επί του οποίου είχον προσαρμοσθή παντός είδους νομίσματα (πεντόλιρα, λίρες, ναπολεόνια, τούμπλες, μαμουτιέδες, αγιοκωνσταντινάτα κ.λ.π.) τα οποία επλαισίωναν εις το κέντρον έξοχον σταυρόν και πολυτίμους λίθους…
Η ζώνη της ήτο από πολύτιμον μέταλλον ή ύφασμα, από δε της δεξιάς πλευράς της ζώνης κατήρχετο χρυσή καδένα εις το άκρον της οποίας ήτο προσηρμοσμένη «μαχιά» χρυσή με την οποίαν η κανακαρά θα έπιανε και θα σήκωνε το φόρεμα διά να μη σύρεται εις το έδαφος. Αι κανακαραί αποτελούν πλέον ιστορικήν ανάμνησιν».
Συνήθως τα κοσμήματα της Κάσου (τα περισσότερο του 19ου αιώνα) ήταν από «απαλεθινό» δηλαδή γνήσιο χρυσό.
Κόσμημα σημαντικό του νησιού ήταν το «γιορνταλίκι» δηλαδή ένα είδος κολλιέ (το γιορντάνι της ηπειρωτικής Ελλάδας) που φοριόταν στο λαιμό ή καρφωνόταν δεξιά και αριστερά στο στήθος. Αποτελείται από δύο ή τρείς σειρές με μικρά χρυσά χέρια και στο κέντρο κρέμονται ένα ή δύο γκόρφια ή ένα κόσμημα, ενώ στην πάνω σειρά συνήθως κρέμεται ένας μικρός σταυρός στο κέντρο της.
Κόσμημα του λαιμού είναι και οι «αμπροκάμοι» Τους βρίσκουμε και στη Χάλκη, μεταφερμένους από Κασιώτες τεχνίτες και με κασιώτικη κατασκευή ή αντιγραφή. Στη Χάλκη, στην Κάρπαθο και στο Καστελλόριζο, λέγονται «χρυσοκούκια» (χρυσοκούτσια).
Κάθε ένας από τους αμπροκάμους λέγεται ότι γίνεται από μία χρυσή λίρα. Έχουν σχήμα ρομβοειδές και συνήθως είναι δώδεκα. Ενώνονται με αλυσίδα που μακραίνει το μήκος στο κόσμημα. Αν οι αμπρόκαμοι είναι μικροί, τότε έχουμε τα αμπρακομπέτονα.
Κόσμημα του λαιμού, γνώριμο από τη γειτονική Κρήτη, είναι τα «μπετόνια» ή «μπετονάκια» (Ιταλικό Betonne). Είναι από σφαιρικές μικρές χρυσές μπάλες, ενωμένα κι αυτά με χρυσή αλυσίδα, που μακραίνει και ελαφρύνει το κόσμημα. Αν στα μπετόνια υπάρχει διάκοσμος με δαντελοειδή διάτρητα στολίδια, έχουμε τα «φαναράτα» μπετόνια.
Στα πλούσια και άφθονα κοσμήματα του λαιμού πρέπει να προσθέσουμε και το «μερμί». Το μερμί αποτελείται από πολλές λεπτές αλυσίδες και στο κέντρο κρέμεται ένας σταυρός, Μαλτέζικος συνήθως από φιλιγκράνα. Το μερμί μας θυμίζει την μπουκαγιά της Ρόδου. Στόλισμα του κεφαλιού είναι και οι περίφημες «καμπάνες» (σκουλαρίκια), σε διάφορα σχήματα, που πολλά έφταναν ως τον ώμο.
Τέλος έχουμε κι εδώ το γκόρφι με τη φυλακτική δύναμη και τη γαλάζια πέτρα που διώχνει το κακό και προφυλάσσει από το μάτι τα μικρά παιδιά αλλά και τους μεγάλους. Το λένε με το βυζαντινό όνομα «φταρμόπετρα». Επιστέγασμα του στολισμού της χρυσοφορεμένης Κασιώτισσας είναι το «τσιτσέκι», μια καρφίτσα με πολύτιμες πέτρες που έβαζαν στο κεφάλι.
Αν οι πλούσιοι Κασιώτες είχαν κοσμήματα, για τις βαριοχρυσοφορεμένες Κασιώτισσες, πλούσια κι όμορφα, είχαν κι ο φτωχός μούτσος κι ο λαός, γενικά τα δικά του για να ανταποκρίνονται στην ανθώπινη ανάγκη του στολισμού. Είχαν τα «τζόλια» (τζόλια σημαίνει αρμαθιά από απλές χάντρες). Είχαν τέλος και τα φτηνά και μικρά κοσμήματα από “απαλεθινό” ή όχι χρυσάφι κι από συντέφι σταυρούς κι άλλα μικρά κοσμήματα.
Συνήθως τα κοσμήματα της Κάσου (τα περισσότερο του 19ου αιώνα) ήταν από «απαλεθινό» δηλαδή γνήσιο χρυσό.
Κόσμημα σημαντικό του νησιού ήταν το «γιορνταλίκι» δηλαδή ένα είδος κολλιέ (το γιορντάνι της ηπειρωτικής Ελλάδας) που φοριόταν στο λαιμό ή καρφωνόταν δεξιά και αριστερά στο στήθος. Αποτελείται από δύο ή τρείς σειρές με μικρά χρυσά χέρια και στο κέντρο κρέμονται ένα ή δύο γκόρφια ή ένα κόσμημα, ενώ στην πάνω σειρά συνήθως κρέμεται ένας μικρός σταυρός στο κέντρο της.
Κόσμημα του λαιμού είναι και οι «αμπροκάμοι» Τους βρίσκουμε και στη Χάλκη, μεταφερμένους από Κασιώτες τεχνίτες και με κασιώτικη κατασκευή ή αντιγραφή. Στη Χάλκη, στην Κάρπαθο και στο Καστελλόριζο, λέγονται «χρυσοκούκια» (χρυσοκούτσια).
Κάθε ένας από τους αμπροκάμους λέγεται ότι γίνεται από μία χρυσή λίρα. Έχουν σχήμα ρομβοειδές και συνήθως είναι δώδεκα. Ενώνονται με αλυσίδα που μακραίνει το μήκος στο κόσμημα. Αν οι αμπρόκαμοι είναι μικροί, τότε έχουμε τα αμπρακομπέτονα.
Κόσμημα του λαιμού, γνώριμο από τη γειτονική Κρήτη, είναι τα «μπετόνια» ή «μπετονάκια» (Ιταλικό Betonne). Είναι από σφαιρικές μικρές χρυσές μπάλες, ενωμένα κι αυτά με χρυσή αλυσίδα, που μακραίνει και ελαφρύνει το κόσμημα. Αν στα μπετόνια υπάρχει διάκοσμος με δαντελοειδή διάτρητα στολίδια, έχουμε τα «φαναράτα» μπετόνια.
Στα πλούσια και άφθονα κοσμήματα του λαιμού πρέπει να προσθέσουμε και το «μερμί». Το μερμί αποτελείται από πολλές λεπτές αλυσίδες και στο κέντρο κρέμεται ένας σταυρός, Μαλτέζικος συνήθως από φιλιγκράνα. Το μερμί μας θυμίζει την μπουκαγιά της Ρόδου. Στόλισμα του κεφαλιού είναι και οι περίφημες «καμπάνες» (σκουλαρίκια), σε διάφορα σχήματα, που πολλά έφταναν ως τον ώμο.
Τέλος έχουμε κι εδώ το γκόρφι με τη φυλακτική δύναμη και τη γαλάζια πέτρα που διώχνει το κακό και προφυλάσσει από το μάτι τα μικρά παιδιά αλλά και τους μεγάλους. Το λένε με το βυζαντινό όνομα «φταρμόπετρα». Επιστέγασμα του στολισμού της χρυσοφορεμένης Κασιώτισσας είναι το «τσιτσέκι», μια καρφίτσα με πολύτιμες πέτρες που έβαζαν στο κεφάλι.
Αν οι πλούσιοι Κασιώτες είχαν κοσμήματα, για τις βαριοχρυσοφορεμένες Κασιώτισσες, πλούσια κι όμορφα, είχαν κι ο φτωχός μούτσος κι ο λαός, γενικά τα δικά του για να ανταποκρίνονται στην ανθώπινη ανάγκη του στολισμού. Είχαν τα «τζόλια» (τζόλια σημαίνει αρμαθιά από απλές χάντρες). Είχαν τέλος και τα φτηνά και μικρά κοσμήματα από “απαλεθινό” ή όχι χρυσάφι κι από συντέφι σταυρούς κι άλλα μικρά κοσμήματα.