Τό ὄνομα τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς, τῆς ἐπιφανοῦς μελωδοῦ τοῦ Βυζαντίου, εἶναι συνδεδεμένο μέ ἀριστουργηματικά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ ἐρευνητές ἄλλοτε τή βρίσκουν μέ τό ὄνομα Εἰκασία (Ἰκασία) ἤ Κασσία.
Ἡ Κασσιανή γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, ἀπό γονεῖς μέ ἀρχοντική καί ἀριστοκρατική καταγωγή κι ἔζησε στά χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου καί τῶν διαδόχων του (Η-Θ αἰ. 829-842 μ.Χ.).
Παρόλο ὅτι εἶναι ἐλάχιστα τά βιογραφικά στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀναφέρουν διάφοροι βυζαντινοί χρονογράφοι καί δέν ὑπάρχουν αὐθεντικές πηγές γιά τό βίο της, ἀπό τά ἔργα της πού σώζονται μποροῦμε νά βγάλουμε τό συμπέρασμα ὅτι πῆρε μεγάλη καί βαθειά μόρφωση στή νεότητά της.
Σέ ὅλους μας εἶναι γνωστή ἡ Κασσιανή, ἀπό τό ἐπεισόδιο, πού διασώζει ἡ παράδοση, μέ τόν Αὐτοκράτορα Θεόφιλο. Ὅταν ἦρθε σέ ὥρα γάμου ὁ Θεόφιλος, ἡ μητριά του, ἡ Εὐφροσύνη, μάζεψε τίς ὡραιότερες κόρες τῆς Αὐτοκρατορίας, γιά νά τίς δεῖ ὁ γιός της καί νά διαλέξει ποιά ἀπ’ αὐτές θά πάρει γυναίκα καί βασίλισσα. Ὁ Θεόφιλος κρατώντας στά χέρια του ἕνα χρυσό μῆλο, περιφερόταν παρατηρώντας τίς ὄμορφες κόρες. Ξαφνικά σταματᾶ μπροστά στήν ὡραιοτάτη, μά καί σεμνοτάτη Κασσιανή, θαμπωμένος ἀπό τό ἀπερίγραπτο κάλλος της.
Τήν κοιτάζει μαγεμένος καί γιά νά διαπιστώσει ἄν ἦταν τό ἴδιο μεγάλη ἡ ἐσωτερική ὀμορφιά μέ τήν ἐξωτερική, τή ρωτᾶ: «Ὡς ἄρα διά γυναικός ἐρρύη τά φαῦλα; Ἀπό τή γυναίκα, λοιπόν, πηγάζουν τά κακά;» ἐννοώντας, πώς ὅλα τά κακά πού βρῆκαν τόν ἄνθρωπο πηγάζουν ἀπό τήν παρακοή τῆς πρώτης γυναίκας, τῆς Εὔας.
Τότε ἡ Κασσιανή, μέ θαυμαστή τόλμη καί ἑτοιμότητα πνεύματος, ἀπάντησε: «Ἀλλά καί διά γυναικός πηγάζει τά κρείττονα, ὦ βασιλεῦ», δηλαδή, ναί, ἀλλά καί ἀπό τή γυναίκα πηγάζουν τά καλύτερα», ἐννοώντας τήν Παναγία, πού μέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἔγινε ἡ βρύση, ἀπό τήν ὁποία πήγασε ὅ,τι καλύτερο, σπουδαιότερο καί σημαντικότερο γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος! Ἡ σωτηρία!
Ὁ Θεόφιλος, θεωρώντας ἐπικίνδυνη γι’ αὐτόν τήν τόση ἑτοιμότητα καί τήν πνευματικότατη ἀπάντηση πού τοῦ ἔδωσε ἡ Κασσιανή, τήν προσπέρασε καί ἔδωσε τό χρυσό μῆλο στή Θεοδώρα.


Ἡ Κασσιανή ἦταν ἐλεύθερη πιά νά πραγματοποιήσει τήν παλιά της ἐπιθυμία: νά μονάσει. Ἀφήνει πίσω τόν κόσμο καί τίς προσωρινές ἀπολαύσεις του καί χτίζει ἕνα δικό της Μοναστῆρι, στήν περιοχή τῶν Ὑψωμαθείων. Ζεῖ καί χαίρεται ἐκεῖ τή μοναχική της ζωή καί γράφει τούς περίφημους ἐκκλησιαστικούς ὕμνους καί τά κατανυκτικά τροπάρια, ὅπως:
«Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις…»
«Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπί τῆς γῆς…»
«Ὅτε ἡ ἁμαρτωλός προσέφερε τό μῦρον…»
«Κύματι θαλάσσης, τόν κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον…»
«Ἥπλωσας τάς παλάμας…»
Σέ πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδας καί ἰδιαιτέρως στό ἡρωικό νησί τῆς Κάσου τήν τιμοῦν ὡς Ὁσία καί γιορτάζουν τή μνήμη της στίς 7 Σεπτεμβρίου. Προφανῶς ἐπειδή τό ὄνομα τῆς μεγάλης ὑμνωδοῦ συνηχεῖ μέ τό ὄνομα τοῦ ἱστορικοῦ νησιοῦ μας, δημιουργήθηκαν κατά παράδοση οἱ σχέσεις της μέ τό νησί μας. Βεβαίως δέν ἀναφέρουν τίποτε σχετικό οἱ γραπτές ἱστορικές πηγές.
Ὁ Γεώργιος Σασσός ὁ Κάσιος, φιλοπόνησε καί ἐξέδωσε εἰδική ἀκολουθία, πού τυπώθηκε στήν Ἀλεξάνδρεια τό 1889, στό τυπογραφεῖο τῆς «Μεταρρυθμίσεως». Ἡ ἀκολουθία αὐτή ἀφιερώθηκε στόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, ὁ ὁποῖος στή συνέχεια τήν ἔδωσε γιά ἐκτύπωση στόν Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερμανό (18-9-1889) καί ἔτσι, κατά κάποιο τρόπο, ἐπισημοποιήθηκε ἡ ἁγιοκατάταξη τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς, σύμφωνα καί μέ τήν ἐπιθυμία τῶν Κασίων.
Ἡ τοπική κασιώτικη παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἡ Ὁσία Κασσιανή, ἐπειδή τήν ἐνοχλοῦσε στό Μοναστῆρι της στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Θεόφιλος, ἀνεχώρησε γιά τήν Ἰταλία, στή συνέχεια μέ μιά ἄλλη Μοναχή Εὐδοκία πῆγε στήν Κρήτη καί μέ κασιώτικο ἰστιοφόρο κατέληξε στήν Κάσο. Ἔζησε τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς της στή σπηλιά τῆς «Παναγίας τῆς γρᾶς», ἡ ὁποία σώζεται μέχρι σήμερα, ὅπου καί ἐκοιμήθη στίς 7 Σεπτεμβρίου.
Ὑπάρχει ὅμως καί δεύτερη ἐκδοχή, πού καταγράφει ὁ ἱεροδιδάσκαλος π. Ἰωάννης Ἀσλανίδης σέ βιβλίο του πού τυπώθηκε στό Πόρτ Σάιδ τῆς Αἰγύπτου τό 1892 καί καταγράφει ὁ πλοίαρχος Ἐμμανουήλ Καρβουνάς στόν «Κασιώτικο Παλμό»[1]. Ἐκεῖ ἀναφέρεται ὅτι ἡ Κασσιανή μέ τή θεία της Εὐγενία πῆγαν στήν Ἰκαρία, ὄπου ἔμειναν δύο χρόνια σέ μονύδριο στό ὄρος Αἰθέρας. Ἀφοῦ πέθανε ἐκεῖ ἡ θεία της μετέβη στήν Κῶ κι ἀπ’ἐκεῖ στήν ἀπόκεντρη καί ἥσυχη Κάσο. Ἔφθασε στήν Κάσο τόν Αὔγουστο τοῦ 834 μ.Χ. καί ἔμεινε ἐδῶ 25 χρόνια, διδάσκοντας πολλούς.
Ὅταν μετά ἔφθασε στήν Κρήτη ὁ αὐτοκράτορας Θεόφιλος γιά νά κατασιγάσει τήν ἐπανάσταση πού ξέσπασε ἐξαιτίας τῆς ἀπαγόρευσης τῆς προσκύνησης τῶν ἱερῶν εἰκόνων, πληροφορήθηκε γιά τήν παρουσία τῆς Κασσιανῆς, στήν Κάσο καί ἔφθασε ἐδῶ.
Ἡ Κασσιανή πού ἔμενε στό χωριό Παναγία ἔγραφε τό περίφημο τροπάριο «Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις…» ἀκούγοντας τά περπάτημα ἀπό τίς μπότες τοῦ αὐτοκράτορα ἔφυγε γρήγορα καί κρύφτηκε. Εἶδε τά χειρόγραφα τῆς Κασσιανῆς, συμπλήρωσε τά ἑξῆς: «ὧν ἐν τ¨ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὦσίν ἠχηθεῖσα, τ¨ φόβῳ ἐκρύβη» καί ἀνεχώρησε. Ἡ Κασσιανή ἐπέστρεψε καί συμπλήρωσε τόν ἐξαιρετικό ὕμνο της.
Γράφει καί ἄλλα πολλά ὁ Κασιώτης Ἱερέας, καί τελικά ἀναφέρει ὅτι ὁ θάνατός της συνέβη τό 876 μ.Χ. στήν Κάσο. Μετά τό θάνατό της τοποθέτησαν τό σῶμα της σέ μαρμάρινη λάρνακα καί τήν ἔβαλαν σέ παρεκκλήσιο τοῦ παλαιοῦ τρισυπόστατου Ναοῦ τῆς Παναγίας στό ὁμώνυμο χωριό, πού ἦταν ἀφιερωμένο στό ὄνομά της. Ὅταν τό 1850 κατεδαφίστηκε ὁ Ναός τῆς Παναγίας, κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα βρέθηκε ἡ λάρνακα, ἡ ὁποία καί τοποθετήθηκε μετά στόν περίβολο τοῦ Ναοῦ.


Καί πάλι σύμφωνα μέ τίς τοπικές κασιώτικες παραδόσεις, πού καταγράφει ὁ Οἰκονόμος Ζαχαρίας Χαλκιάδης στό βιβλίο του «Ὁσία Κασσιανή», κάποιος Κρητικός καλόγηρος κατάφερε νά ἀφαιρέσει τά λείψανα τῆς Ὁσίας καί τά μετέφερε σέ σπηλιά στήν Ἰκαρία. Ὁ ἀείμνηστος ἐκπαιδευτικός Μιχαήλ Καραγιαννάκης, ἰσχυρίζεται ὅτι τά λείψανα τά ἔκλεψαν Ἰκαριῶτες καί ἀναφέρει μέ λεπτομέρειες: Οἱ Ἰκαριῶτες ἔβαλαν μέσα στή λάρνακα ἕνα παιδί ἀπό μιά τρύπα καί τούς ἔδινε ἔξω τά ὁστά τῆς Ὁσίας[2].
Οἱ Κασιῶτες προσπάθησαν νά ἐπαναφέρουν τά λείψανα στήν Κάσο ἀλλά δέν τά κατάφεραν. Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς κλοπῆς δημιουργήθηκε μίσος μεταξύ Κασίων καί Ἰκαριωτῶν καί κατά τήν παράδοση πάντα, ἔλαβε χώρα καί ναυμαχία μεταξύ τῶν πλοίων τῶν δύο νησιῶν.
Τό ζήτημα αὐτό ἐπί αἰῶνες χώριζε Κασιῶτες καί Ἰκαριῶτες καί ἐπικρατεῖ ἡ ἄποψη ὅτι τά λείψανα τῆς Ὁσίας, φυλάσσονται σέ βουνό τῆς Ἰκαρίας.
Ὁ μακαριστός ἀδελφός καί συλλειτουργός Πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Μαντινάος, πού ἐπί σειρά ἐτῶν διακόνησε εὐδοκίμως ὡς Ἐφημέριος Κάσου, μᾶς πληροφόρησε ὅτι ὁ τότε Μητροπολίτης Καρπάθου καί Κάσου κυρός Γεώργιος, ἔκανε κάποιες ἐνέργειες γιά νά ἐπιστραφοῦν τά λείψανα. Οἱ Ἰκαριῶτες ἰσχυρίζονται ὅτι τά λείψανα πού βρῆκαν σέ κάποιο βουνό τῆς Ἰκαρίας, ἀνήκουν στήν Ὁσία Θεοκτίστη τή Μηθυμναία – ὅπως καί σέ κάποιο ὅραμα ἀποκάλυψε ἡ ἴδια ἡ Ὁσία Θεοκτίστη- καί ὄχι τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς. Γεγονός πραγματικό, τό ὁποῖο καί μᾶς διαβεβαίωσε προσωπικῶς ἀργότερα ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σάμου καί Ἰκαρίας κ.Εὐσέβιος ὅταν μέ παράκλησή μας, ἐρεύνησε καί πάλι τό θέμα σέ σύναξη τῶν Ἱερέων τῆς Ἰκαρίας.
Ἡ λάρνακα αὐτή σώζεται στήν Κάσο μέχρι σήμερα. Εἶναι ἀπό μάρμαρο καλῆς ποιότητας. Πιθανῶς προέρχεται ἀπό τήν ἑλληνορωμαϊκή ἐποχή καί χρησιμοποιήθηκε καί κατά τούς παλαιοχριστιανικούς χρόνους, ὁπότε καί κατασκευάστηκε ἀνάγλυφος σταυρός στή δυτική πλευρά τοῦ σαμαρωτοῦ καλύμματος. Στή βόρεια πλευρά της ὑπάρχει φθορά καί λείπει πράγματι ἕνα τμῆμα.[3]


Ἐπίσης στό προαύλιο σώζεται μιά ἐντοιχισμένη πλάκα μέ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί τή φράση «ἐν τούτῳ νίκα» καί χρονολογία 890 μ.Χ., ἕνα ψηφιδωτό στόν Ταξιάρχη τοῦ Ἐμποριοῦ, καθώς ἐπίσης κι ἕνα πλακόστρωτο δάπεδο ἀπό τόν ἐρειπωμένο σήμερα Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Μαρίτσας, κι αὐτό τοῦ 8ου μ.Χ. αἰ.
Εὐχῆς ἔργον θά ἦταν ἄν κάποτε βρισκόταν κάποιος νέος ἤ νέα, μέ καταγωγή ἀπό τήν Κάσο, νά ἐκπονοῦσε μιά ἐπιστημονική ἐργασία, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ πλέον ἐνδεδειγμένου συμπατριώτη μας σεβαστοῦ Καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθν. καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κ.Ἐμμανουήλ Περσελῆ, γιά νά διαλευκανθεῖ καί νά τεκμηριωθεῖ ἐπιστημονικά ἡ σχέση τῆς Ὁσίας μέ τήν Κάσο, τά γεγονότα τῆς τελευτῆς της καί ἡ τύχη τῶν λειψάνων τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς.
Ἐκεῖνο πού εἶναι δεδομένο καί βέβαιο εἶναι ἡ πατροπαράδοτη εὐλάβεια πού τρέφουν οἱ συμπατριῶτες μας Κασιῶτες πρός τήν ἱερή μορφή τῆς Ὁσίας καί οἱ ὁποῖοι, μάλιστα, τά παλαιότερα χρόνια συνήθιζαν νά δίνουν στά κορίτσια τους τό ὄνομα Κασσιανή, μιά συνήθεια ἡ ὁποία μετά τό ὁλοκαύτωμα ἄρχισε νά σβήνει.


Ἀξίζει νά σημειώσουμε ὅτι προσφάτως ἔχουν ἐκδοθεῖ δύο νέες ἀσματικές ἀκολουθίες πρός τιμήν τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς, πού ἔγραψαν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρόδου κ.Κύριλλος καί ὁ ὑμνογράφος Δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας.
Ναός πρός τιμήν τῆς Ὁσίας δέν ἔχει ἀκόμη κτισθεῖ στήν Κάσο. Γιά τήν ἱστορία καταθέτουμε ὅτι ἤδη στήν Κάρπαθο, στήν ἐνορία μου στίς Πυλές, στό παλιό ναϋδριο τῆς Παναγίας τῆς Πλαγιᾶς πού ἀνακαινίσθηκε ἐκ βάθρων καί εἶναι ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τήν Κάσο, μέ εὐλογία τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτη μας κ.Ἀμβροσίου καθιερώθηκε νά ἑορτάζεται στίς 7 Σεπτεμβρίου καί ἡ μνήμη τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς ἀπό τούς Κασιῶτες πού ἔχουν πλέον παντρευτεῖ καί ἐγκατασταθεῖ στήν Κάρπαθο.


Εἴθε νά μήν ἀργήσει ἡ εὐλογημένη ἐκείνη στιγμή, πού θά στηθεῖ στήν Κάσο μας ἕνας περίλαμπρος Ναός, πρός τιμή καί μνήμη τῆς Ὁσίας Κασσιανῆς.


Κυρίως, ὅμως, εἴθε νά βρεθοῦν ψυχές πάνω στό εὐλογημένο αὐτό νησί, νά μιμηθοῦν τήν Ὁσία. Ψυχές πού θ’ ἀπαρνηθοῦν τίς πρόσκαιρες χαρές καί τίς μάταιες ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου τούτου, ψυχές πού θά νικηθοῦν ἀπό τόν θεῖο ἔρωτα καί θ’ ἀφιερώσουν τήν ζωή τους ὁλόκληρη στόν γλυκύτατο Ἰησοῦ…
Ψυχές, πού θά γράψουν εἴτε μέ τή ζωή τους, εἴτε μέ τήν πένα τους, τά πιό ὄμορφα τραγούδια, σάν κι ἐκείνην, πού «ἐκεῖ στά ἄδυτα τοῦ ταπεινοῦ ἀναχωρητηρίου, στήν ἀδιατάρακτη καί ὑποβλητική σιωπή, κάτω ἀπό τό γλυκό κι ἐλπιδοφόρο φῶς τοῦ καντηλιοῦ, πού ἔκαιγε ἄσβηστο μπρός στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας, ἡ ταπεινή μοναχή μεταβλήθηκε σέ καλλικέλαδο ἀηδόνι πού ἀνέμελψε τίς πιό θαυμάσιες ὠδές».
+ Ἀρχιμανδρίτης Καλλίνικος Μαυρολέων
Βιβλιογραφία:
- Οἰκονόμου Χαλκιάδη Ζαχαρία,Ἱερέως (+): Ἡ Ὁσία Κασσιανή, Ἀθήνα 1971
- Ilse Rochow, «Κασσία», Μελέτες γιά τό πρόσωπο, τά ἔργα καί τήν ὑστεροφημία μιᾶς ποιήτριας, ἐκδόσεις Ἀρμός, 2011
- Χριστιανική Ἕνωση Καβάλας, «Κασσιανή, Ἡ βυζαντινή ἀρχόντισσα καί ποιήτρια» , 1989.
- Τσολακίδη Χρήστου, Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδοξίας, σ.733-4.
- Donald Nicol, Βιογραφικό λεξικό τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατρορίας, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΥΡΩΕΚΔΟΤΙΚΗ», σ.184,
- Παντελῆ Πάσχου, ¨ΕΡΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ¨, ἔκδ.Ἀποστολικῆς Διακονίας, σ.156-162.
- Μιχ. Καραγιαννάκη, «Η ΚΑΣΙΑΝΗ», περιοδικό Κασιώτικος Παλμός, τ.64, 1993, σ. 642.
- Νικολάου Μαυριγιαννάκη, « Κασσιανή, ἡ ἐπιφανής μελωδός τοῦ Βυζαντίου», Ἀθήνα 2005
- Μαρίας Χρ.Βλάχου, «Κασσιανή, ἡ μεγάλη ὑμνογράφος καί Μελωδός», Ἐκδοτική Θεσσαλονίκης.
- Βασιλικῆς Βασιλοπούλου, «Κασιανή, ἡ ὑμνωδός», ἐκδόσεις «ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ», 2000
- Ἐμμανουήλ Καρβουνᾶ, «Οσία Κασσιανή», Κασιώτικος παλμός, τ.18, Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2006
- Ἀρχιμ.Φιλοθέου Ζερβάκου, «Βίος καί πολιτεία τῆς Ὁσίας Θεοκτίστης τῆς Λεσβίας», Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 2001
- Μαντινάου Βασιλείου, Ἱερέως(+), ἀρχεῖο.
[1] Κασιώτικος παλμός, τ. 18, Ἰούλ.Σεπτεμβ.2006
[2] «Κασιώτικος παλμός», τ. 64, Ἰούλιος 1993
[3] Ἰω.Βολανάκη, «Χριστιανικά μνημεῖα τῆς Κάσου», Ἀθῆναι 1996, σελ.44-45