Κόντρα... ξούρες στα μπαρμπέρικα Πηγαδίων

Κόντρα... ξούρες στα μπαρμπέρικα Πηγαδίων
του Ανδρέα Ηλία Μακρή
Σαν εισαγωγή… Επηρεασμένος όπως όλος ο κόσμος, από την καταχνιά των ημερών με τον «κορονοϊό» και την αναγκαία κλεισούρα, ένα time out ψυχαγωγικό (όχι… μπασκετικό) συνιστάται, να ανακτήσουμε λιγάκι την αισιοδοξία μας με τη βεβαιότητα, ό,τι όλα θα πάνε καλά.
Λοιπόν, φαίνεται πως από μικρή ηλικία είχα το χούι της φυσικής περιέργειας και παρατηρητικότητας που συχνά-πυκνά, ποικίλα γεγονότα αιχμαλώτιζαν την προσοχή μου. Ακόμη και μικροϊστορίες, οι οποίες τελικά με οδήγησαν σε μια μοναδική αποθησαύριση στιγμιότυπων από την καθημερινότητα του παλιού καλού καιρού.
Κοντολογίς θυμάμαι καλή ώρα, χαρακτηριστικά στιγμιότυπα τη δεκαετία 1950 – 1960 μετά τον ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο τα Σαββατιάτικα απογεύματα, φίσκα τα μπαρμπέρικα των Πηγαδίων από Μπαλουξήδες(2) βιοποριζόμενους σε διάφορα στεργιανά επαγγέλματα αλλά και θαλασσινά.
Οι περισσότεροι με άκοπη γενειάδα, με μάτια νυσταγμένα και βαριά από το εννιάωρο και βάλε μεροδούλι να περιμένουν στωικά για ώρες τη σειρά τους, για τo καθιερωμένο «βδομαδιάτικο» ξύρισμα.
Ευτυχώς άλλες επαγγελματικές τάξεις εμπόρων, εκπαιδευτικών, δημοσίων υπαλλήλων, οι χωροφύλακες και μαθητές προτιμούσαν άλλες μέρες να αποφύγουν την πολύωρη αναμονή και την ορθοστασία, ελλείψει επαρκών θέσεων στους καναπέδες.
Άξιζε πάντως τον κόπο η επιλογή του Σαββάτου προκειμένου να εμφανισθούν Κυριακάτικα μπάνικοι και ελκυστικοί στη συμβία η οποία ψυχανεμίζομαι δοτική και υποτακτική δεν τους χαλούσε το χατίρι, δεν θα παραμελούσε δηλαδή τις συζυγικές -πέραν από τα οικογενειακά της καθήκοντα- υποχρεώσεις.
-Θα μου πείτε, μά καλά, μόνο ξύρισμα;
-Ακριβώς!
-Σοβαρά;
-Σοβαρότατα!
Η αίσθηση του επείγοντος κοπής των μαλλιών δεν ήταν στις προτεραιότητές. Συνήθως ξεπερνούσαν τον μήνα και βάλε, με τα μαλλιά πάντως επιμελώς καλυμμένα με εργατικές τραγιάσκες και μάλλινους σκούφους χωμένους μέχρι τα αυτιά.
Καμία σχέση πάντως με τους αναμαλλιασμένους μακρυμάλληδες του προσφάτου παρελθόντος κατ΄επιταγήν του συρμού. Λεχρίτες οι τελευταίοι είχαν προ πολλού πάρει «διαζύγιο» από τα αφρόλουτρα και τα μοσχοσάπουνα. Ευτυχώς και επανήλθε στη μόδα το ρετρό ιταλικό στυλ κουρέματος της δεκαετίας του ’50 με τους κροτάφους πλέον καθαρισμένους και μπορούμε τώρα να συμβαδίζουμε στα πεζοδρόμια, χωρίς να βαστούμε τη μύτη μας μέχρι να τους προσπεράσουμε ή να κρατούμε την αναπνοή μας και όσο αντέξεις.
Αυτή η συνήθεια πάντως που ήθελε τους Πηγαδιώτες να καταφεύγουν για «ξούρες» στα μπαρμπέρικα της γειτονιάς με τα σαφή όρια και άτυπα σύνορα τράβηξε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Βλέπετε, τα εύχρηστα και ανώδυνα ξυραφάκια της «Αstor» και «Gillette» που κάνουν σήμερα απόλαυση το ξύρισμα, δεν ήταν σε ευρεία χρήση στην Κάρπαθο και το βασανιστικό ξύρισμα της «ξούρας» στο σπίτι με τη μικρή σαν… γιαταγάνι «ξυράφα», δεν ήταν στις προθέσεις πολλών.
Χωρίς άλλο, το χαρακτήριζες τόλμημα αν κάποιος το επιχειρούσε. Συνιστούσε μπορεί και αυτοχειρία γιατί φάνταζε σαν χειρουργικό «νυστέρι», άκρως επικίνδυνο όμως σε ερασιτεχνικά χέρια.
Αφήστε που έπρεπε να ακονίζεις την ξυράφα πάνω-κάτω στη «λούρα», ένα μικρό δερμάτινο μαραφέτι κάθε λίγο και λιγάκι, με συνεχείς πέρα-δώθε κινήσεις να τελειώσεις το μαρτύριο. Αν μη τι άλλο, να παρακαλάς να βγεις και αλώβητος.
Ας ιστορήσουμε λοιπόν τα κουρεία της εποχής, ιδιοκτησίας των μακαρία τη μνήμη σήμερα Μανώλη Αλεξίου διαγώνια απέναντι στην Εθνική Τράπεζα μέχρι που μετανάστευσε στη Ροδέσια, στέκι ώριμης ηλικίας πελατείας. Νίκου Σκορδάλη στου γιατρού Τρεμπέλα το νεοκλασικό, διαγώνια απέναντι στην πλατεία του «Ανδρέου» στέκι των ποδοσφαιρόφιλων. Μανώλη Παπαμανώλη δίπλα στο ραφτάδικο των αδελφών Πολεμικού, μέχρι που μετανάστευσε στον Καναδά.
Στον ίδιο χώρο αργότερα στεγάσθηκε ο νιόφερτος εξ Αθηνών κουρέας και πρόσφατα αποβιώσας σε μεγάλη ηλικία Γιώργος Πανάρετος, στέκι της νεολαίας(3). Τέλος, του Μιχάλη Μηνακάκη στου Νικήτα Λυριστάκη το νεοκλασικό στην προκυμαία στέκι των μουσικόφιλων, όντας ο ίδιος βιρτουόζος βιολιστής.
Να αναφερθούμε και στα διαδραματιζόμενα εντός των «Μπαρμπέρικων» και την ατμόσφαιρα που επικρατούσε.
Ο πελάτης που λέτε, με το βόλεμα στην αναπαυτική πολυθρόνα του κουρέα -που λίγο ζήλευε την αντίστοιχη οδοντογιατρού της εποχής- για λόγους προφανείς λοξοκοιτούσε κλεφτάτα το είδωλό του στον καθρέπτη.
Η απ’ ευθείας φάτσα-κάρτα επαφή μαζί του φαντάζομαι θα του ήταν σκέτη απογοήτευση. Το κάτοπτρο ως γνωστόν, δεν κολακεύει. Ειλικρινές καθ΄όλα σου ανταποδίδει την εικόνα σου χωρίς φτιασίδομα και φιοριτούρες(4).
Μετά ακολουθούσε η συνήθως στερεότυπη στιχομυθία του πελάτη με τον κουρέα της προτίμησης:
– Κόντρα ξούρα, Μανώλη!
– Τσαι με μπόλικο αφρό. Απόψε που λέεις θά ‘χω… αλάρμες(5) στο σπίτι.
Άμεση και καθησυχαστική η ατάκα, του συνήθως λιγομίλητου μπαρμπέρη:
– Έγνοια σου Νικολή, χαλάρωσε να κά(μ)ουμε τώρα τη βουλειά μας. Ήρτες σαν το… Γιάννη Αγιάννη(6) και θα φύ(γ)εις σαν το Rodolfo Vallentinο(7). ‘Ακου που σου λέω.
Στο φεύγα πια ο Νικολής αφού βεβαιώθηκε για τη μεγάλη αλλαγή που επήλθε, φρεσκοξυρισμένος με το μουστάκι περιποιημένο και παρφουμαρισμένος(8) στην κολώνια με άρωμα το λεμόνι, ανέκτησε την αυτοπεποίθησή του ακούμπησε και το φιλοδώρημα στον κουρέα, δεχόταν και τις στοχευμένες ευχές γνωστού χωρατατζή για λογαριασμό της ανδροκρατούμενης(9) πελατείας:
– Έεε, Νικολή! Με τις υγείες σου! Τσαι με το μαλακό!… κλείνοντάς του και το μάτι, αφού απροσχημάτιστα είχε κάνει πάμπλικο τις συζυγικές του προθέσεις, χωρίς τακτ και απορρήτως, όπως κάνουν οι φρόνιμοι
– Γειά χαρά νταν!… Αδιάφορη και μάγκικη η ανταπόκριση του Νικολή.
Τώρα, τον απασχολούσε πια ο ανηφορικός ποδαρόδρομος που είχε μπροστά, να περάσει το ανώφλι του σπιτιού πανέτοιμος να πνίξει στα φιλιά και τις διαχύσεις το έτερο του ήμισυ, την Μαγκαφούλα του, τη σύντροφο και μητέρα των παιδιών τους.
___________________________________________
1.- Κουρεία.
2.- Παλιό προσωνύμιο των Πηγαδιωτών. Άνθρωποι του γιαλού, ξυπόλητοι, ναυτικοί.
3.- Δεν κούρευε σύριζα τους μαθητές, γουλί, «κουρουμί». Άφηνε λίγο τσουλούφι πάνω από το μέτωπο.
4.- Καλλωπισμός, εξωραϊσμός.
5.- Εννοούσε την «κλινοπάλη». Τον έρωτα! αρχαιοελληνικά.
6.- Ο lumpen ήρωας στους « Άθλιους» του Βίκτορα Ουγκώ.
7.- Ο διάσημος Λατίνος, γόης του Μεσοπολέμου.
8.- Λουσμένος στην κολώνια της γνωστής ροδίτικης Αρωματοποιίας «Αγιακάτσικα».
9.- Τα σημερινα UNISEX κουρεία-κομμωτήρια με τη μικτή πελατεία ήταν ακόμη μακρινή κατάκτηση.
Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο: «Καρπαθιογραφίες»