Σε αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τον όρο “συκοφαντική δυσφήμηση,” συγκρίνοντάς τον με την έννοια της δυσφήμησης και της εξύβρισης, με σκοπό να τον κατανοήσουμε καλύτερα.
γράφει ο Μανώλης Διάκος
Η κατηγορία της ψευδοδυσφήμισης αποτελεί μία από τις πιο σοβαρές παραβάσεις της τιμής ενός ατόμου. Αυτή η μορφή δυσφήμισης διαφέρει από την απλή δυσφήμιση στο γεγονός ότι ο δράστης γνωρίζει ότι καταδικάζει κάποιον άλλον με ψευδείς κατηγορίες, γνωρίζοντας την αναληθή φύση των κατηγοριών του.
Ο ποινικός νόμος είναι αυστηρότερος όσον αφορά αυτήν τη μορφή δυσφήμισης σε σύγκριση με άλλες παρόμοιες παραβιάσεις, όπως η εξύβριση και η απλή δυσφήμιση. Στην περίπτωση της ψευδοδυσφήμισης, ο δράστης επιδιώκει να μειώσει το κύρος του θύματος μέσω ψευδών κατηγοριών, προσπαθώντας έτσι να επηρεάσει αρνητικά την εικόνα που έχει η κοινωνία για εκείνο το άτομο.
Συκοφαντική δυσφήμηση. Στο άρθρο 362 εδ. α’ του Ποινικού Κώδικα στοιχειοθετείται το αδίκημα της δυσφήμησης, σύμφωνα με το οποίο, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός το οποίο μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή. Σε συνέχεια του ως άνω άρθρου, στη διάταξη του 363 Ποινικού Κώδικα στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, στο οποίο ορίζεται ότι:
«Αν στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή».
Αντικειμενική Υπόσταση του αδικήματος της Συκοφαντικής δυσφήμισης
Για να στοιχειοθετηθεί αντικειμενικά το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται:
α) ισχυρισμός ή διάδοση, β) ενώπιον τρίτου, γ) γεγονότος, δ) για κάποιον άλλο, ε) που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου, ήτοι ο, τι ακριβώς απαιτείται ώστε να τελείται το αδίκημα της δυσφήμησης κατ’ αρθρ. 362 ΠΚ και επιπλέον στ) το γεγονός να είναι ψευδές.
Σημειωτέο ότι, το γεγονός πρέπει να είναι αντικειμενικά ψευδές, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι κατά την εκδίκαση της υποθέσεως πρέπει να αποδεικνύεται η αναλήθεια των γεγονότων, άλλως αν το δικαστήριο δεν πεισθεί, οφείλει να αθωώσει τον κατηγορούμενο με βάση την αρχή in dubio pro reo [ΑΠ 1573/2001 ΠοινΧρ ΝΒ’, 616].
Αντίστοιχα, αν το γεγονός είναι αληθές πλην όμως μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, τότε το αδίκημα που τελείται είναι αυτό τη δυσφήμησης. Υποκειμενική Υπόσταση του αδικήματος Για την στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος της συκοφαντική δυσφήμησης, απαιτείται δόλος άμεσος α’ βαθμού.
Ειδικότερα, απαιτείται η διάδοση ή ο ισχυρισμός του ψευδούς γεγονότος ενώπιον τρίτου, να λαμβάνει χώρα ηθελημένα και εν γνώσει του δράστη, με την έννοια της βεβαιότητας του τελευταίου ότι πρόκειται για γεγονός το οποίο είναι ψευδές και ότι δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Αν ο δράστης πίστευε ότι το γεγονός είναι αληθινό [ΑΠ 159/1991] ή αν είχε αμφιβολίες για την αλήθεια τούτου [ΑΠ 684/2009] δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης παραμένει όμως αυτό της απλής δυσφήμησης.
Σύμφωνα με το νέο Ποινικό Κώδικα (Ν. 4619/2019), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 01.07.2019, στη διάταξη του άρθρ. 363 προστέθηκε η επιβαρυντική περίσταση, κατά την οποία επιτείνεται το αξιόποινο του βασικού εγκλήματος όταν η πράξη τελείται δημόσια ή μέσω διαδικτύου.
Δομή και Στοιχεία του αδικήματος
α) Ως «ισχυρισμός» νοείται η ανακοίνωση που προέρχεται ή από ιδία πεποίθηση ή γνώμη του δράστη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο [ΑΠ 79/2015 ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 171/2015 ΤΝΠ QUALEX], ενώ «διάδοση» υπάρχει, όταν ο δράστης μεταδίδει ανακοίνωση που έγινε από άλλον χωρίς να την υιοθετεί. β) «Ενώπιον τρίτου».
Ο ισχυρισμός πρέπει να λάβει χώρα ενώπιον τρίτου προσώπου, διαφορετικού από τον παθόντα (άλλως θα πρόκειται περί εξύβρισης), ενώ είναι αδιάφορο αν εκείνος ενώπιον του οποίου έλαβε χώρα ο ισχυρισμός ή η διάδοση γνώριζαν το ανακοινωθέν.
γ) Ως «γεγονός» θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή στο παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά αναγόμενη στο παρελθόν ή στο παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στο νόμο, την ηθική και την ευπρέπεια.
δ) «Για κάποιον άλλο».
Το πρόσωπο του προσβαλλόμενου μπορεί να προκύπτει, με αντικειμενικά κριτήρια από τις περιστάσεις, είτε ονομαστικά, είτε με οποιονδήποτε χαρακτηρισμό ή άλλον τρόπο, δηλαδή ακόμη και εμμέσως [ΑΠ 6/1978 ΠοινΧρ ΚΗ’, 393]. ε) «Που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψή του». Η τιμή και η υπόληψη του άλλου προσώπου συνιστά το προστατευόμενο έννομο αγαθό. Η «τιμή» αφορά στην ηθική αξία με πηγή την ατομικότητα και μπορεί να εκδηλωθεί με πράξεις ή παραλείψεις.
Η «υπόληψη» είναι το σύνολο της κοινωνικής αξίας που εκδηλώνουν οι τρίτοι για το πρόσωπο. Πρέπει να τονίσουμε ότι, το γεγονός που διαδίδεται πρέπει να είναι ικανό και πρόσφορο να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του θιγόμενου.
Η προσφορότητα αυτή σταθμίζεται με κριτήρια αντικειμενικά. Δικονομικά Ζητήματα Η ποινική δίωξη στο έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης ασκείται μόνο ύστερα από την υποβολή εγκλήσεως από τον παθόντα. Σύμφωνα με το άρθρο 114 παρ. 1 ΠΚ, όταν για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά μίας έκνομης πράξης απαιτείται η υποβολή εγκλήσεως, έχουμε εξάλειψη του αξιοποίνου αυτής, εάν ο δικαιούχος δεν υποβάλλει την έγκληση εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε σε βάρος του και για το πρόσωπο του δράστη.
Ως «γνώση» ορίζεται η πληροφόρηση του παθόντος κατά τρόπο πλήρη, σαφή και συγκεκριμένο περί των πραγματικών περιστατικών, με βάση τα οποία κατόρθωσε να μορφώσει πλήρη γνώση για την πράξη, δηλαδή μόλις ο δικαιούμενος λάβει πλήρη γνώση όλων των στοιχείων που απαιτούνται για την τελεσθείσα πράξη.
φωτογραφία Πάρης Χριστοδούλου
23.2.2024
Καρπαθιακά Νέα