Με σπαρακτικές μαντινάδες αποχαιρετούν το Μανώλη Δημητραδίου η σύζυγος και η κόρη του

Με σπαρακτικές μαντινάδες αποχαιρετούν το Μανώλη Δημητραδίου η σύζυγος και η κόρη του

Σαράντα μέρες σήμερα λένε πως έχεις φύγει

Και άφησες το σπίτι μας για αιώνιο ταξίδι

 

Θεέ μου παντοδύναμε παράκληση σου κανω

Βάλε τον Μανώλη μου δίπλα σου την προσευχή μου κάνω

Η Παναγία σε διάλεξε τη μέρα της γιορτής της

Να πας τους ουρανούς διπλα εις το παιδί της

Μεγάλη είναι η πληγή που άνοιξε ο φευγός σου

και κλαίμε απαρηγόρητοι εμείς το άτομο σου

Ο πόνος ειναι αβάσταχτος και λιώνει το κορμί μου

Γιατι καλέ μου άγγελε λείπεις από τη ζωή μου

Πως να αποδεχτώ αυτή την απουσία

Απού στα χέρια σου πέρασα όμορφα πραγματική κυρία

Καλότατε και ευγενικέ και μυριοπροκομμένε

ακούραστε και αρχοντικέ και σε όλα ζηλεμένε

Δεν πίστευα ποτέ εγω πως θα σε χάσω

Και την υπόλοιπη ζωή μόνη πως θα περάσω

Σε μια στιγμή απ´ τα μάτια μου έχασα τη ζωή μου

Και όλα μας τα όνειρα που κάναμε ψυχή μου

Σε αναζητούν τα μάτια μου και ψάχνουν τη μορφή σου

Και η καρδιά μου καρτερεί να ακούσει τη φωνή σου

Κοιτάζω ψηλά εις τα βουνά μήπως και κατεβαίνεις

Μαζι με τα σκυλακια σου λαγούς και να μου φέρνεις

Οι φίλοι σου σε περιμένουν κυνήγια για να πάτε

και το όνομα σου το καλο πάντα θα αγαπάνε

Μανώλη δεν ακους , δε βλέπεις , δε λυγίζεις

Και πίσω γρηγορα να έρθεις χαρές να μας γεμίσεις ;

Η έννοια σου παντα ήμασταν εγω και το παιδί μας

Και τίποτα δεν ήθελες να λείπει από τη ζωή μας

Πως το αποφάσισες να αφήσεις το παιδί σου

Το όνειρο , η αγάπη σου , το αίμα της ψυχής σου

Εσυ την καμάρωνες , τη λατρεύες , την κόρη τη δικιά σου

Και τώρα πως την άφησες να ειναι μακριά σου

Όπου γυρίσει το βλέμμα της βρίσκεται ο μπαμπάς της

Και πόνος της ειναι βουβός μέσα εις την καρδιά της

“Εγω Ευγενία μου δεν ήθελα μόνες να σας αφήσω

Μα δε μπόρεσα τον Χάροντα λίγο να μεταπείσω”

Θολώσανε τα μάτια μας να κλαίνε τον καημό σου

Και η καρδιά μας πάγωσε με τον αποχωρισμό σου

Κλαίω Μανώλη μου βουβά που να βρω πια κουράγιο

Που έφυγες στα ξαφνικά απού σε είχα φάρο

Εσυ ήσουν το θάρρος μου το στήριγμα της ζωή μου

Το οξυγόνο της καρδιάς και όλης της ύπαρξης μου

Τώρα σε αναζητώ πιστεύω κάπου λείπεις

Και θα ´ρθεις να σε ξαναδώ λαμπρέ μας αποσπερίτη

Μετρώ τις μέρες μια μια και λάθος πάλι κάνω

Δεν το πιστεύω πως δε νίκησα τον άδικο το χάρο

Πως θα παω στον Πειραιά να σε αναζητήσω

Και πως θα βαλω το κλειδί την πόρτα να ανοίξω

Η θέση σου στο σπιτί μας πάντα κενή θα μένει

Και η πίκρα εις τα χείλη μας εκει θα παραμένει

Όσοι σε γνωρίσανε κλαίνε για τον χαμό σου

Και πάντοτε στη μνήμη τους θα ειναι το άτομο σου

Μια καρδιά γεμάτη καλοσύνη

Όσοι σε γνωρίσανε αξέχαστος θα μείνεις

Γείτονας εισαι του Σταυρού ήρθε και η γιορτή του

Και εσυ απουσίαζες απο την πανήγυρη του

Αναντικατάστατε σύζυγε και πατέρα ,τίμιε

περήφανε ,ξεχωριστέ και απ´ολους αγαπημένε

Έλα Μανώλη τα όπλα σου να πιάσεις να πας εις το κυνήγι λαγούς να βγάλεις αμέτρητους που ναι για σε παιχνίδι

Πολλών ανθρώπων οι καρδιές ράγισαν στο χαμό σου

γιατι αγάπησαν ειλικρινά εσέ το άτομο σου

Έλα και πιάσε τα κλειδιά των κόπων των χεριών σου

που αμέτρητα αφησες πολλα στο φως των εματιών σου

Μαλλον η Παναγία σε ήθελε να εισαι εκει κοντά της

Και να σε εχει άγγελο μέσα στην αγκαλιά της

Και αν οι ψυχές βρίσκονται θα είδες τον μπαμπά μου

Πες του παράπονο το χω που φυγες μακριά μου

Να μου τον καλοπροσέχετε μπαμπά μου τον Μανώλη

Γιατι αυτος για εμενανε έδινε και τη ζωη του όλοι

Αιώνια η μνήμη σου Μανώλη στις καρδιές μας

Θα ειναι ξεχωριστή η θεση σου μέσα εις τις ψυχές μας

Ω Παναγία μου και Χριστέ βάλτε τον στα δεξιά σας

Στου παραδείσου τις δροσιες να ζει αιώνια κοντά σας

Φύλακας άγγελος εις τους ουρανούς εισαι για μας Μανώλη

και το όνομα σου το καλό θα το τιμούμε όλοι

Με πόνο ψυχής

Η αγαπημένη σου σύζυγος

και η πολυαγαπημένη σου κόρη