Από την Όλυμπο της Καρπάθου, με την πλούσια παραδοσιακή ποίηση, έχει την καταγωγή ο Μανώλης Μακρής. Manolis Makris comes from Olympos of Karpathos, with its rich traditional poetry.
Με το 5ο δημοσίευμα συνεχίζουμε και τελειώνουμε, επί του παρόντος, την καταγραφή των Καρπαθιακών δίστιχων που σχετίζονται με την ξενιτιά και τους Καρπάθιους της Αμερικής.
Μανώλης Μακρής
Ο Μανώλης Μακρής ασχολήθηκε με τα παραδοσιακά τραγούδια και δίστιχα της Καρπάθου και της Δωδεκανήσου γενικά, και είναι συγγραφέας αξιολογότατων συγγραμμάτων λαογραφικού περιεχομένου. Ό,τι πιο ουσιαστικό παίρνει η μέλισσα από τους ανθούς πήρε κι ο Μανώλης από τη λαϊκή ποιητική μας παράδοση, για να το δώσει στις μελλοντικές γενιές που – τότε πια – δεν θα κατανοούν ποιοι συναισθηματικοί κραδασμοί δημιούργησαν αυτά τα μικρά αριστουργήματα της τέχνης, θα θαυμάζουν όμως την προσπάθεια και το μεράκι του «υπηρέτη» της. (Μια μέλισσα που έψαξε εναγωνίως να ’βρει θυμάρια κι ανθούς σε μισοκαμένο δάσος). Μεταξύ άλλων συνέλεξε και δημοσίευσε τα «Δωδεκανησιακά Παραδοσιακά Δίστιχα», απ’ όπου επιλέχθηκαν τα παρακάτω Καρπαθιακά δίστιχα, που έχουν θέμα τη ξενιτιά.
– Στ’ αυλάκι τρέχει το νερό, στο ίσιωμα στερνιάζει,
ποιος φεύγει που τον τόπο του και δεν αναστενάζει.
– Ως πεθυμά να πιει νερό, η γης το καλοκαίρι,
έτσι πεθύμησα κι εγώ, του τόπου μου τα μέρη.
– Της θάλασσας τα ρέματα, χίλιες οργιές βαθειά ’ναι,
κι ο ζωντανός ο χωρισμός, μαχαίρια και σπαθιά ’ναι.
– Μάνα, σαν πας στην εκκλησιά, άψε κερί για μένα,
και τάξε πως μ’ εγέννησες, για να με τρω(ν) τα ξένα.
– Όταν ι(δ)είς στον ουρανό, σύννεφα μαυρισμένα,
είναι τα μαύρα δάκρυα, που χύνω ’γω για σένα.
– Τρέχουν τα νέφη τρέχουσι, και του καιρού ’κλουθούσι,
τρέχουν κι εμού τα μάτια μου, άμα σου θυμηθούσι.
– Ας ήτο μπορεσάμενο, να δένετο το δάκρυ,
να το ’δενα να στο ’στελλα, στου μαντηλιού την άκρη.
– Τη θάλασσα την αρμυρή, θα τη χαλικοστρώσω,
να κάμω στράτα να διαβώ, να ’ρθώ να σ’ ανταμώσω.
– Μαύρα θα βάψω να φορώ, και μαύρα να κοιμούμαι,
και μαύρα να σκεπάζομαι, ώστα ν’ ανταμωθούμε.
– Και με τ’ αγριοπερίστερα, και με τα μερωμένα,
σου ’πεψα το χαιρετισμό, μα δε σου τον εφέρα.
– Με του γιαλού τα κύματα, που πάσι ταίρι ταίρι,
σου πέμπω το χαιρετισμό. στης ξενιτιάς τα μέρη.
– Όλου του κόσμου τα πουλιά, είναι στο μεϊτάνι,
και το δικό μου το πουλί, που πή(γ)ε κι ’εν εφάνη;
– Έλα, πουλί μου, γλήορα, βάστα νερό και χιόνι,
να την εσβήσεις τη φωτιά, απού με θανατώνει.
Longing for homeland – 5th
By Manolis Cassotis
With this 5th article we continue and conclude, for the time being, the recording of the Karpathian couplets related to foreignness and the Karpathians in America (all couplets that follow are in free translation).
Manolis Makris
Manolis Makris dealt with the traditional songs and couplets of Karpathos and the Dodecanese in general and is the author of highly valuable folklore works. What the bee takes from the flowers, Makris also took from our popular poetic tradition, to give it to future generations who – at that time – will not understand what emotional vibrations created these small masterpieces of art, they will admire but the effort and passion of its “servant”. (A bee that searched anxiously to find thyme and flowers in a half-burnt forest). Among other things, he collected and published the “Dodecanese Traditional Couplets”, from which the following Karpathian couplets, which have a theme of foreignness, were selected.
– In the furrow the water runs, in the flat stagnates,
who leaves his place of birth, and does not sigh.
– As, in the summer, the earth desires to absorb water,
so, I also long for my old country.
– As the seas are thousands of yards deep,
so, the living separation is full of knives and swords.
– Mother, when you go to church, light a candle for me,
and say that you gave birth to me to be eaten by stranger lands.
– When you see black clouds in the sky,
they are the black tears I shed for you.
– The clouds are running, following the weather,
as my eyes run, when I remember you.
– I wish it was possible to tie my tears,
to send them to you, at the end of my handkerchief.
– I will pave the salty sea with gravel,
to build a road to come and meet you.
– When I awake up or go back to sleep, I wear black,
and cover myself in black, waiting until we meet.
– With the wild birds and pigeons, I sent you greeting,
but they didn’t bring it to you.
– With the waves of the sea that pass one by one,
I send you my greetings from a strange place.
– Every body’s bird is flying around,
but what happened, my bird and didn’t show up?
– Come my bird, come fast with water and snow,
to put out the fire that is burning me.
Πηγή www anamniseis.ner
7.12.2023
Καρπαθιακα Νέα