Στο πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «“Ταξιάρχης” – Μπάρκο προς τη θύμηση» (εκδόσεις Περίπλους-Διονύσης Βίτσος, 2022), ο γεννημένος το 1946 στην Κάρπαθο Μανώλης Λαμπρίδης μάς μεταφέρει στο νησί του την εποχή της ιταλικής κατοχής (που στα Δωδεκάνησα διήρκεσε από το 1912 έως το 1944) και μας διηγείται τη ζωή καθημερινών ανθρώπων με έμφυτη θυμοσοφία – ηρωικές φιγούρες που ποτέ δεν έμαθαν πόσο ηρωική ήταν η ζωή τους.
Μαθαίνουμε, μέσα από τους επιβάτες του πλοίου «Ταξιάρχης», πώς ζούσαν οι Καρπαθιώτες κάτω από την μπότα του Μουσολίνι, πώς ονειρευόταν ο καθένας την απαλλαγή του από κάθε ζυγό (πατρικό, κοινωνικό, στρατιωτικό κ.λπ.), πώς καρτερούσαν την επαφή με την υπόλοιπη Ελλάδα για να μάθουν τα νέα του κόσμου, μια και στο νησί ούτε εφημερίδες πήγαιναν.
Η ντοπιολαλιά και οι ναυτικοί όροι (υπάρχει επεξηγηματικό Γλωσσάρι), μέσα από τη μαεστρία του συγγραφέα, ζωντανεύουν τη γλώσσα του βιβλίου και είναι σαν να βρισκόμαστε κι εμείς κάπου δίπλα στον Κοσμά τον καφετζή, τους ναυτικούς Μανωλιό, καπετάν Μιχάλη και Χαδιώτη και να τους ακούμε να μας διηγούνται την ανάγκη τους για ελευθερία, να κανακεύουν τη θάλασσα, να μονολογούν τα τόσα μοναχικά βράδια στην τιμονιέρα
Μας δίνεται, επίσης, η ευκαιρία να μάθουμε για ένα sui generis μητριαρχικό κατάλοιπο που επικρατούσε στο νησί: η κανακαρά, η πρωτότοκη κόρη δηλαδή, έπαιρνε όλη την περιουσία. Διαβάζουμε: «Αν τύχει και είσαι πρωτοκόρη κανακαρά, σου ’χουν τον παράδεισο χτισμένο. Αν είσαι δεύτερη, τρίτη, δουλεύεις για την πρώτη στον τρύγο, στο θέρος, στην τσάπα, παντού όπου κατοικεί η κόλαση. Και η πρωτοκόρη στον θρόνο της».
● Αυτό το έθιμο, να παίρνει η πρωτότοκη όλη την περιουσία, εσείς στο βιβλίο το χαρακτηρίζετε απάνθρωπο.
Ναι, είναι απάνθρωπο, γιατί αδικεί τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας. Δεν μπορεί η πρώτη κόρη, επειδή παίρνει το όνομα της γιαγιάς, να γίνεται τύραννος για όλους τους υπόλοιπους και να την υπηρετούν! Βέβαια εννοείται ότι διαφωνώ και με το να παίρνει ο πρωτότοκος τα περισσότερα και τα κορίτσια της οικογένειας ψίχουλα! Είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Δυστυχώς, αυτό το έθιμο κράτησε μέχρι τη δεκαετία του 1970 στο νησί.
● Το νησί σας γνώρισε «πολυεθνική» κατοχή. Πέρασαν Τούρκοι, Ιταλοί και Αγγλοι. Πώς βίωσαν οι Καρπαθιώτες αυτή τη συνθήκη;
Οι Καρπαθιώτες συμβιβάστηκαν κάπως με τους Ιταλούς. Ελεγαν «Καλύτερα οι Ιταλοί από τους Τούρκους»… Το μη χείρον βέλτιστον δηλαδή. Βέβαια, υπήρχαν αντιδράσεις και πρώτα πρώτα από τους δασκάλους, γιατί οι Ιταλοί είχαν απαγορεύσει να μαθαίνουν τα παιδιά ελληνικά. Κάποιοι δάσκαλοι φυλακίστηκαν, άλλοι εξορίστηκαν. Τρεις νέοι 17 χρόνων που κατέβασαν την ιταλική σημαία στη Ρόδο, επειδή ήταν ανήλικοι δεν τους εκτέλεσαν, αλλά τους έκλεισαν στη φυλακή.
Υπήρχε ένα δυναμικό εναντίον των Ιταλών και μάλιστα στις 5 Οκτωβρίου του 1944 εξεγέρθηκαν οι Καρπαθιώτες και τους έδιωξαν. Στις 10 Οκτωβρίου του 1944, την είδηση της εξέγερσης, όπως αναφέρω σε ξεχωριστό κεφάλαιο στο βιβλίο μου, επειδή δεν υπήρχε ασύρματος στο νησί, τη μετέφεραν στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση (στο Κάιρο) εφτά ψυχωμένοι άντρες, ανάμεσα στους οποίους και ο πατέρας μου, οι οποίοι πήγαν με την «Ιμμακολάτα» –μια βάρκα μόλις εφτά μέτρων με μηχανή– στην Αλεξάνδρεια, σε ένα ταξίδι που κράτησε εξήντα ώρες. Αν αυτό δεν είναι ηρωισμός, τότε τι είναι;
Θα ήθελα, όμως, να αναφέρω και κάτι που μου είχε κάνει εντύπωση όταν ήμουν μικρός: Σε μια από τις «αποσπερίες», όπως τις λέγαμε εμείς, δηλαδή που μαζευόμασταν τα βράδια σε ένα σπίτι, ρωτάει η μία γειτόνισσα την άλλη «Μωρή Πελαγία, πότε εγεννήθηκες;» και εκείνη της απαντάει «Εγώ εγεννήθηκα επί Τουρκίας. Μ’ εσού [Εσύ];». «Εγώ γεννήθηκα επί Ιταλίας», της ανταπαντά. Δηλαδή, καμία από τις δύο δεν έλεγε χρονολογία γέννησης, αλλά μόνο επί ποιας κατοχής βρισκόταν το νησί. Αυτό το λέω για να δείξω πόσο είχε περάσει ως βίωμα αυτή η κατάσταση στο νησί.
● Στο βιβλίο σας, τονίζετε την αλληλεγγύη που υπήρχε μεταξύ των κατοίκων. Σήμερα πώς τα βλέπετε τα πράγματα;
Χωρίς να θέλω να φανώ ισοπεδωτικός, θα έλεγα ότι σήμερα η αλληλεγγύη είναι μηδέν. Τόσο κατηγορηματικά! Ξεχωρίζουν, βέβαια, κάποιοι που δεν το βάζουν κάτω και συνεχίζουν να συμπεριφέρονται ανθρώπινα, αλλά οι περισσότεροι κοιτάνε μόνο τον εαυτό τους…
πηγή. efsyn.gr