Ποιος είναι ο Μανώλης Σταματίου που έχει δρόμο μέσα στις Μενετές;

Ποιος είναι ο Μανώλης Σταματίου που έχει δρόμο μέσα στις Μενετές;

Βγαίνοντας τον κεντρικό δρόμο και με κατεύθυνση προς Αρκάσα εκεί πάνω από τη βρύση η ταμπέλα έχει δυο ονόματα “Νίκος Κατωγυρίτης-Μανώλης Σταματίου”! Κι δυο Αντάρτες του ΕΛΑΣ που σκοτώθηκαν στα Δεκεμβριανά το 1944. Με την επιμονή κάποιων συγχωριανών, ειδικά του Π. Ζαβολάκη και του Γ. Σακελλάκη, ο Νικόλας Κατωγυρίτης και ο Μανώλης Σταματίου έμειναν αθάνατοι.

Για τον Μανώλη Σταματίου υπάρχει μια προσωπική του ιστορία που δεν ξεχνιέται! Κι αν έχεις ένα χούϊ τι πειράζει; φτάνει να μη γίνεσαι ενοχλητικός με τον διπλανό σου, να μην φορτώνεις τις ανάγκες του μυαλού αλλά και του κορμιού σου σα βάρη πάνω σε ξένα σώματα.

Κάπως έτσι πίστευε και ετούτο το φτωχαδάκι, ο Μανώλης Σταματίου, έτσι μόλις τέλειωνε τη βάρδια στο νταμάρι, έπιανε τα πράσινα σαπούνια, κι αφού πέταγε τη μαρμαρόσκονη από το κορμί του, έπειτα φορούσε ένα από τα εφτά, μάλιστα εφτά κουστούμια, που είχε ράψει γάντι πάνω στο βασανισμένο κορμί του.

Καλός δουλευτής, σκληροτράχηλος και άξιος λαξευτής της πέτρας, αλλά δεν σήκωνε κουβέντα για το κασμίρι, το καλοραμμένο πουκάμισο και το σακάκι, που έπρεπε λέει να είναι αλφάδι απάνω του.

Κι έτσι του βγάλαν το παρατσούκλι, ο «εφτά κουστούμιας», κι όταν τύχαινε να πάρει το δρόμο για τη Κηφισιά κι από εκεί για την Αθήνα και κατέβαινε την πλατεία του Ψυρρή, τον κρυφοκαμάρωναν από μακριά. Σίγουρα θα έλεγαν ότι αυτός είναι για γιατρός ή μήπως δικηγόρος ή τέλος πάντων κάτι που να μην σε λένε εργάτη. Άκου εργάτης, ποιος θέλει να τον λένε εργάτη; που θα πει ο τελευταίος των τελευταίων κι από κει δεν έχει παραπέρα!

Για τους δυνατούς μαστόρους, το μεροκάματο στα προπολεμικά χρόνια καβαλούσε το κατοστάρικο, και για ένα κιλό κρέας τότε ήθελες περίπου τα μισά, όσο περίπου και για μια τσάρκα σε Ομόνοιες και Συντάγματα. Αυτά βέβαια ήταν για κανέναν ελεύθερο χασομέρι, αφού ήθελες τρίαντα δραχμούλες μονάχα για μεταφορικά, καφέ, άντε και λίγο μάτι στις βιτρίνες.

Κάποιοι μπλέχτηκαν μέσα στα δίχτυα του έρωτα, ύστερα κάμανε φαμίλιες και χάρηκαν παιδιά κι εγγόνια, μα ο Μανώλης Σταματίου δεν άφησε πίσω του ούτε μια θολή φωτογραφία.

Μόνο το πότε και το που σκοτώθηκε γνωρίζουμε. Δεν βρέθηκε ούτε το άψυχο κορμί του, έτσι για να ανάψουμε ένα κερί στη μνήμη ετούτου του αγωνιστή. Γιατί ο Μανώλης ήξερε τι θα πει να είσαι εργάτης, κατάλαβε τα αιώνια παιγνίδια που έπαιζαν στη πλάτη του και σήκωσε το χαρτί της δικής του ευθύνης.

Από το ξέσπασμα του πολέμου κατατάσσεται εθελοντής στο Σύνταγμα Δωδεκανησίων, τότε ο Μανώλης είναι 24 χρονών και ανεβαίνει στα βουνά της Φλώρινας για να πολεμήσει τους Ιταλούς φασίστες που κρατούν τη πατρίδα του, τα Δωδεκάνησα.

Επιστρέφει στην Αθήνα την Άνοιξη του 1941 αλλά δεν το βάζει κάτω, από την ίδρυση του ΕΑΜ, το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, ο Σταματίου δεν βράζει τα αβγά του, παίρνει το όπλο και σύντομα βγαίνει στο βουνό.

Ελάχιστα γνωρίζουμε για την αντιστασιακή του δράση. Ουσιαστική πηγή μας ένας άλλος καρπάθιος, ο Αρκασιώτης Μιχάλης Ρηγοπούλης, που εκείνα τα χρόνια ήταν κι αυτός στέλεχος στον ΕΛΑΣ της Κηφισιάς, έτσι θα μάθουμε ότι ο Σταματίου είχε βγει στη παρανομία και ακολουθούσε πια την ένοπλη αντίσταση κατά των Γερμανών.

Δεν ξέρουμε που κινήθηκε, ούτε καν το αντάρτικο παρανόμι του.

Μάς έμεινε το “εφτά κουστούμια” και έτσι τον παρουσιάζει ο Ρηγοπούλης, που θυμάται έναν θρύλο, μια ιστορία που λέγαν για κείνον, θέλοντας να δείξουν, το θάρρος, την ωριμότητα και τη συνειδητότητα του άντρα.

“Κάποτε μας είχαν στριμώξει πολλοί Γερμανοί, κρυφτήκαμε λοιπόν σε ένα αμπέλι και  μέσα στις φυλλωσιές περάσαμε τη μισή νύχτα.

Με το πρώτο φως βγήκαμε, τα είχαμε καταφέρει δίχως μάχη, είχαμε γλυτώσει. Το αμπελάκι ήταν φορτωμένο σταφύλια, όμως εμείς παρά την πείνα και τη δίψα δεν πειράξαμε ούτε μια ρώγα σταφυλιού. Και είμασταν αρκετοί, αν τρώγαμε από ένα δεν θα έμενε τίποτα. Τόση πίστη, τόση πειθαρχία και συνείδηση είχαμε μέσα μας”.

(Μανώλης Σταματίου, Αντάρτης του Ελας στον φίλο του Μπρά).

Ο Μανώλης Σταματίου δεν έφυγε από γερμανικό βόλι. Σκοτώθηκε στις 7 Δεκέμβρη 1944, και ήταν μόλις 28 χρονών.

Σχεδόν αμέσως μετά την απελευθέρωση  ο Τσόρτσιλ απαίτησε τον αφοπλισμό του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, πράγμα που ζητήθηκε με τελεσίγραφο του Σκόμπι προς την ελληνική κυβέρνηση την 1 Δεκεμβρίου, δίνοντας τη 10η Δεκέμβρη ως προθεσμία.

Στις 2 Δεκέμβρη οι υπουργοί του ΕΑΜ παραιτούνται από την κυβέρνηση. Στις 3 του μήνα το ΕΑΜ διοργανώνει συγκέντρωση, την οποία η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει, στην πλατεία Συντάγματος για να διαμαρτυρηθεί για τις εξελίξεις. Υπήρξε μεγάλη συμμετοχή του κόσμου.

Οι διαδηλωτές δέχονται τα πυρά των αστυνομικών, με αποτέλεσμα 28 νεκρούς και 140 τραυματίες. Την επομένη το ΕΑΜ διοργανώνει γενική απεργία διαμαρτυρίας η οποία δέχεται πάλι τα πυρά των αστυνομικών. Αυτή τη φορά όμως απάντησαν και οι ένοπλες δυνάμεις του ΕΑΜ που ακολουθούσαν την πορεία.

Οι μάχες μέσα στην Αθήνα κρατούν 33 μέρες, από της 3 Δεκέμβρη 1944 μέχρι της 5 Γενάρη 1945. Ένας ανελέητος Αγγλο-ελληνικός πόλεμος.

Ο ΕΛΑΣ, στις πρώτες μέρες, διέθετε (σύμφωνα με την έκθεση που έκανε ο Γ. Σιάντος στην 11η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ – 1945) τις δυνάμεις του Α’ Σ. Σ., με 4.500 περίπου άνδρες, οι οποίες ενισχύθηκαν στην πορεία και έφτασαν τις 10 – 12.000 άνδρες. Σύμφωνα με τον Φ. Γρηγοριάδη, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ έφτασαν τις 15.000 άνδρες, ενώ ο Σόλων Γρηγοριάδης ανεβάζει τη συνολική τους δύναμη, στους 17.800 άνδρες. Γύρω στις 12.000 εξοπλισμένους άνδρες, υπολόγιζαν τη δύναμη του ΕΛΑΣ και οι αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τηλεγράφημα, που έστειλε ο Τσόρτσιλ στο Ρούσβελτ στις 17 Δεκέμβρη.

Απέναντι στις – χωρίς ουσιαστικά βαρύ οπλισμό – δυνάμεις του ΕΛΑΣ, οι Εγγλέζοι παρέταξαν περισσότερους από 30.000 στρατιώτες, από τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων, που κλιμακωτά και σχετικά γρήγορα έφθασαν τις 60.000 *, 80 αεροπλάνα, 200 τανκς και πολλά πυροβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου, με τα πυροβόλα τους, κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα και ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Στο πλευρό των Αγγλων, πήραν μέρος επίσης, η 3η Ορεινή Ταξιαρχία (2.500), ο Ιερός Λόχος (500), η Χωροφυλακή (3.000) και άλλοι σχηματισμοί δωσιλόγων.

Ο Μενετιάτης Μανώλης Σταματίου θα βρεθεί με τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην επίθεση της ΙΙας Μεραρχίας του ΕΛΑΣ  στις εγκαταστάσεις της Σχολής Χωροφυλακής στο Γουδί. Οι μάχες ξεκίνησαν το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ θα επιτεθούν από το Νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» με βαρύ οπλισμό. Τμήματα της ΙΙΙης Ορεινής Ταξιαρχίας που βρισκόντουσαν προς εκκαθάριση περιοχών Καισαριανής – Βύρωνα αντιστέκονται σθεναρά. Η δεύτερη επίθεση γίνεται το μεσημέρι από την περιοχή του Άλσους Συγγρού και με κατεύθυνση προς Ζωγράφου και Γουδί. Και αυτή όμως η επίθεση αποκρούεται από την ΙΙΙη Ορεινή Ταξιαρχία καταλαμβάνοντας το νοσοκομείο Συγγρού στο ρέμα Καισαριανής στην οδό Ηριδανού.

Η Ορεινή ταξιαρχία ή “ταξιαρχία Ρίμινι” είχε  3.337 άνδρες, από αυτούς 205 αξιωματικούς και 89 ανθυπασπιστές.

Όπως αναφέρει στην έκθεση για τα Δεκεμβριανά ο τότε γ.γ. ΚΚΕ Γιώργης Σιάντος, «Η αποτυχία στο Γουδί ήταν η πιο σημαντική γιατί με την πτώση του θα εξουδετέρωνε ο ΕΛΑΣ το σημαντικότερο κέντρο αντίστασης του εχθρού και γιατί οι δυνάμεις της ΙΙης Μεραρχίας μπαίνοντας στην Αθήνα θα ελάφρωναν απ’ τα βάρη της την Ιη Ταξιαρχία και θα εσάρωναν οριστικά του Μακρυγιάννη χωρίς να υπολογίσουμε τις γενικές συνέπειες που θα είχε για τον όλο αγώνα η επιτυχία». (Γ. Σιάντος, Η. Παρτσαλίδης, Δ. Τσιριμώκος υπέγραψαν την συμφωνία της Βάρκιζας).

Κάπου εκεί, μέσα στην ασταμάτητη μάχη, ο Ελασίτης αντάρτης Μανώλης Σταματίου θα ξεψυχήσει.

Ο Μανώλης Σταματίου, πίστεψε και πάλεψε για έναν καλύτερο κόσμο. Κάτι που ακόμη ονειρευόμαστε.

Δεν θα μάθουμε τη δράση στον ένοπλο αγώνα του, θα μείνουν όμως τα 7 κουστούμια του, τα καπέλα και το στυλ του. Ναι ήταν εργάτης, ίσως μάλιστα και αγράμματος. Τι να κάμεις όμως με κάποια δήθεν σπουδαία γράμματα, όταν αυτά σε παραπλανούν και σε κάνουν σκέτο πετσάφι;

 Ένας γνήσιος προλετάριος  με ταξική συνείδηση, αυτός ήταν ο καρπάθιος Μανώλης Σταματίου.

Πηγές

http://ellinikosemfilios.blogspot.gr/2011/12/blog-post_08.html

http://tsakgiorgis.blogspot.gr/2011/12/1944.html

http://el.wikipedia.org/wiki/Ελληνικός_Εμφύλιος_Πόλεμος_1946-1949