Ο Κωνσταντίνος Γαρδίκας (1913-2003), διακεκριμένος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής των Αθηνών, αναφέρει στα απομνημονεύματά του που είχε πάει μια φορά στο σινεμά. Καθώς η προηγούμενη προβολή της ταινίας τέλειωνε, για να μην περιμένει έξω, μπήκε στην αίθουσα και κάθισε δίπλα σε έναν τύπο. Πήρε το θάρρος να τον ρωτήσει αν το έργο είναι κωμωδία ή δράμα. Κι αυτός, λέει ο καθηγητής ειρωνευόμενός τον, του απάντησε με περισπούδαστο ύφος: «θα δείξει, κύριε», τέλειωνε η ταινία, και ο τύπος περίμενε ακόμη να δει τι είδους έργο παρακολουθούσε!
Ο Γαρδίκας παραθέτει το περιστατικό αυτό για να εξηγήσει ότι αναφορικά προς τους ασθενείς του ο γιατρός, αν θέλει να μην γίνει όπως ο περί ου ο λόγος θεατής αντικείμενο χλεύης, οφείλει, βάσει των δεδομένων που έχει κάθε φορά στη διάθεσή του, να προβλέπει εγκαίρως την εξέλιξη της υγείας των, προκειμένου να ενεργήσει αναλόγως. Έτσι εξελίσσεται η γνώση: μέσα από προβλέψεις και υποθέσεις, που γίνονται βάσει των εκάστοτε υφισταμένων δεδομένων.
Εν σχέσει προς την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, της οποίας την εξέλιξη με αγωνία παρακολουθεί ο πλανήτης, εκφράστηκαν, βέβαια, από ποικιλώνυμους αξιωματούχους, αναλυτές, σπουδαρχίδες και θεσιθήρες διάφορες απόψεις, όπως ο ισχυρισμός, φερ’ ειπείν, ότι μετά την εισβολή ο κόσμος δεν θα είναι ίδιος –λες και δεν έγιναν άλλοι εξίσου ή και πιο αιματηροί πόλεμοι στον κόσμο χωρίς να τον αλλάξουν.
Διατυπώθηκε ακόμη, όμως, από αυτοπροσδιοριζόμενους ως θερμούς ευρωπαϊστές, η πρόβλεψη ότι η εισβολή των Ρώσων, παρά τον τρόμο που προσώρας προκαλεί, τελικώς θα αποβεί προς όφελος της Ευρώπης. Δεν αποκλείεται, υποστήριξαν, να αποτελέσει την αφορμή για να ολοκληρωθεί επιτέλους η ένωση της Ευρώπης έτσι, ώστε από ένας κατά βάσιν οικονομικός συνασπισμός να εξελιχθεί σε μια κατ’ ουσίαν πολιτική οντότητα, για την επίτευξη της οποίας προσπαθούν εδώ και δεκαετίες αυτοί. Το γεγονός, ορισμένως, ότι η Ευρώπη εμφανίστηκε αδύναμη να αποκρούσει την εισβολή των Ρώσων ενδεχομένως να ωθήσει τα κράτη-μέλη της να ενωθούν σε μια ενιαία κρατική οντότητα με δικό της σύνταγμα, δική της εθνική συνείδηση, δική της εξωτερική πολιτική, δικό της στρατό κ.ο.κ. έτσι, ώστε να είναι σε θέση στο μέλλον να αποκρούσει αφ’ εαυτής οποιαδήποτε εις βάρος της επιβουλή.
Μια πρόβλεψη, όμως, παρά τους όποιους υφιστάμενους κινδύνους να διαψευσθεί, είναι ακαταμάχητη, εφόσον τα δεδομένα από τα οποία υπαγορεύεται την δικαιολογούν. Τι στοιχεία υπάρχουν, εν τοιαύτη περιπτώσει, ώστε να δικαιολογείται η πρόβλεψη ότι κάποτε θα επιτευχθεί η, πέρα από την οικονομική, πολιτική ένωση της Ευρώπης; Πότε στο παρελθόν ενώθηκε πολιτικά η Ευρώπη έτσι ώστε να γίνει μια ενιαία κρατική οντότητα, για να δικαιούται να υποθέσει κανείς ότι θα μπορούσε το ίδιο να συμβεί πάλι;
Κατά το πρόσφατο παρελθόν, τον 20ό αιώνα, επιχειρήθηκε στην Ευρώπη η ένωση κρατών που ανήκουν στην επικράτειά της με δυο τρόπους. Ο ένας ήταν δια της βίας, μέσα από την άσκηση της οποίας συνεστήθησαν δυο συνασπισμοί κρατών υπό τον μανδύα μιας ενιαίας κρατικής οντότητας, ήγουν η Σοβιετική Ένωση και η Γιουγκοσλαβία, που, μετά ορισμένες δεκαετίες από της συστάσεώς των, κατέρρευσαν αφ’ εαυτών. Ο άλλος τρόπος ένωσης κρατών στην Ευρώπη ήταν η συναίνεση, δια της οποίας διαμορφώθηκε, αφού διήλθε μέσα από διάφορα στάδια, η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία, ωστόσο, εξακολουθεί να αποτελεί μια κατά βάσιν οικονομική, και όχι πολιτική, οντότητα.
Ο συναινετικός τρόπος ένωσης των ευρωπαϊκών κρατών έχει, μέχρι τώρα τουλάχιστον, αποδειχθεί πιο αποτελεσματικός από την επιλογή της βίας. Δικαιούται, ως εκ τούτου, να ελπίζει κανείς στην μακροημέρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά το γεγονός ότι ο κίνδυνος διάλυσής της θα ελλοχεύει πάντα. Ήδη ένα από τα ισχυρά κράτη της Γηραιάς Ηπείρου, το Ηνωμένο Βασίλειο, απεχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τι αποκλείει, όσο κι αν δεν θα θέλαμε ίσως να το ενστερνισθούμε, να συμβεί κάτι ανάλογο στο μέλλον; Η ζωή, προχωρώντας βάσει των δικών της επιλογών και προτεραιοτήτων, δεν έχει καμιά υποχρέωση να μας εξασφαλίσει αυτά που εμείς, δικαίως ειπείν από την πλευρά μας, προσδοκούμε.
Η Ευρώπη είναι μια περιοχή της γης όπου διαβιούν λαοί με διαφορετικούς πολιτισμούς. Άλλος είναι ο ελληνικός πολιτισμός, άλλος ο αγγλικός, άλλος ο γαλλικός, άλλος ο ιταλικός κ.ο.κ. Η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης απαιτεί την πολιτιστική ομογενοποίησή της, τουτέστιν τη διαμόρφωση ενός πολιτισμού δίχως τα στοιχεία εκείνα των ευρωπαϊκών πολιτισμών που απάδουν προς την εναρμόνιση των τελευταίων αυτών, ορισμένα από τα οποία μάλιστα συνέβαλαν ώστε να ξεχωρίσει ο πολιτισμός αυτού ή εκείνου του λαού. Ποιος λαός της Ευρώπης, όμως, θα ήταν διατεθειμένος να διαγραφούν από τον χάρτη του ευρωπαϊκού πολιτισμού στοιχεία του πολιτισμού του χάρη στα οποία διακρίθηκε αυτός; Αλλά και για την ίδια την Ευρώπη, θα άξιζε, άραγε, στο βωμό της επίτευξης της πολιτικής της ενότητας, να απολέσει ένα κομμάτι του πολιτισμού που αναδείχθηκε στην γεωγραφική της περιοχή;
Πέραν της δυσκολίας αυτής για την ολοκλήρωση της ένωσης της Ευρώπης, ένας άλλος λόγος που απάδει προς την επίτευξή της είναι ένας διαχρονικά καλλιεργηθείς πατριωτισμός, που στοχεύει στο ειδικό συμφέρον ενός λαού και όχι στην προαγωγή του ανθρώπου εν γένει. Το περιγράφει ωραία ο Βολταίρος: «το να είσαι καλός πατριώτης σημαίνει να εύχεσαι να πλουτίσει η χώρα σου από το εμπόριο και να είναι ισχυρή από τη χρήση των όπλων. Είναι σαφές ότι μια χώρα δεν μπορεί να κερδίζει χωρίς να χάνει κάποια άλλη, και δεν μπορεί να νικά χωρίς να κάνει κάποιους δυστυχείς. Το να εύχεσαι το μεγαλείο του τόπου σου σημαίνει να εύχεσαι το κακό των γειτόνων σου. Τέτοια είναι η ανθρώπινη μοίρα». Από τον κανόνα αυτόν δεν εξαιρείται η Ευρώπη.
Η λέξη «αλληλεγγύη», όσο κι αν προβάλλεται ως η κορυφαία αξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν οι αξιωματούχοι της, κάθε άλλο παρά αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα στους κόλπους της. Στο όνομα της αλληλεγγύης, η σημασία της οποίας συνίσταται στην συμπαράσταση σε δοκιμαζόμενους συνανθρώπους μας, δεν είναι που οι Ευρωπαίοι εταίροι του ελληνικού λαού, στη διάρκεια των μνημονίων του, δικαιολόγησαν και δρομολόγησαν την ταπείνωσή του, τον ευτελισμό του, την απαξίωσή του; Οι άνθρωποι –λέει ο Θουκυδίδης, οξυδερκής ως συνήθως– για να δικαιολογούν τις πράξεις των, δεν διστάζουν να αλλάζουν και τη σημασία των λέξεων.
Συνελόντι ειπείν, η πρόβλεψη ότι η εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία ενδεχομένως να συντελέσει ώστε η Ευρώπη να έλθει πιο κοντά στον στόχο της ολοκλήρωσης της ενότητάς της δεν θα μπορούσε να εκληφθεί παρά σαν ευσεβής πόθος, αν όχι σαν μια ευκαιρία να γίνει κουβέντα.
Η Ευρώπη, προκειμένου να εξελιχθεί από μια οικονομική οντότητα σε κράτος, όπως είναι ένα εθνικό κράτος, χρειάζεται να διατρέξει δρόμο μακρύ έτσι, ώστε, διανύοντάς τον, να έχει τον χρόνο να παλέψει μήπως και ξεπεράσει τις αγκυλώσεις και τις δυσκολίες που την εμποδίζουν να φθάσει στον στόχο της ολοκλήρωσης της.
Ας μην –παρασυρόμενοι, όμως, εν τω μεταξύ, από την υπέρμετρη προσδοκία να αποκτήσει η Ευρώπη κρατική οντότητα– υποβαθμίζομε την αξία της υπό την παρούσα μορφή της. Η ζωή την οποία απολαμβάνουν οι πολίτες των κρατών που συναπαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ασφαλώς πιο άνετη από εκείνη που διήγον πριν οι χώρες των ενταχθούν σε αυτήν. Η δυνατότητα να ταξιδεύεις χωρίς να υπόκεισαι στη δοκιμασία της γραφειοκρατίας του παρελθόντος, να μεταφέρεις τα χρήματά σου ελεύθερα, να μπορείς ισότιμα να εργασθείς στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η νομισματική σταθερότητα που εξασφαλίζει το ευρώ, κ.ά.τ. είναι αγαθά για τα οποία –όσο κι αν, έχοντάς τα συνηθίσει, μας φαίνονται απλά– η Ευρωπαϊκή Ένωση, που μας τα παρέχει, αξίζει τον σεβασμό μας.
Πηγή www.efsyn.gr