του Μανώλη Δημελλά
Μεγάλο κεφάλαιο για τα γράμματα της Καρπάθου (αν και μάλλον ξεχασμένο) αποτελεί ο εκπαιδευτικός Μηνάς Β. Οικονομίδης. Ο καθηγητής αυτός γεννήθηκε το 1884 στις Μενετές και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φιλολογία.
Που βρίσκεται σήμερα η προτομή του Μ. Β. Οικονομίδη; γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει αναδειχθεί η ιστορία και ο ρόλος του σπουδαίου δασκάλου; Αυτές είναι οι πρώτες σκέψεις που κατακλύζουν το μυαλό με την σκέψη του.
Ο λόγιος Αναστάσιος Φράγκος χαρακτηρίζει τον δάσκαλο Οικονομίδη ως «Εθναπόστολο της Ν. Καρπάθου», αλλά και ο νομικός και συγγραφέας Ντίνος Α. Μελάς αναφέρει ως «χρυσή εποχή για την παιδεία» την περίοδο του Μηνά Β. Οικονομίδη και των συνεργατών του.
Μάλιστα πέρα από το σπουδαιότατο εκπαιδευτικό έργο του, σε εξαιρετικά δύστροπους καιρούς, παρουσίασε σπουδαιότατη αγωνιστική – αντιστασιακή δράση. Ο Ντίνος Α. Μελάς ερεύνησε και κατέγραψε λεπτομέρειες από την ζωή και το έργο του κι έτσι σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε αρκετά στοιχεία για τον Μηνά Β. Οικονομίδη.
Για είκοσι χρόνια ήταν ο Σχολάρχης των Μενετών (1908-1920 και 1922-1930). Επίσης πέρασε και από τις Αρχάνες της Κρήτης (1921) και για τρία χρόνια ήταν Γυμνασιάρχης του Ιπποκράτειου Γυμνασίου της Κω (1930-1933) και επέστρεψε μετά τον φονικό σεισμό των 6,6 ρίχτερ (23ης Απριλίου 1933).
Το έργο του όπως και ο βίος του, αν και σύντομος, ήταν παράδειγμα επιστημονικής και πνευματικής πρωτοπορίας όχι μόνο για τις Μενετές αλλά για ολάκερη την Κάρπαθο.
Παντρεύτηκε στο χωριό του την Φράγκα Καπετανάκη και μαζί απόκτησαν πέντε υιούς, τους Βάσο, Ντίνο, Σοφοκλή, Εμμανουήλ, και Αλέξανδρο-Χριστόφορο.
Ανέδειξε σπουδαίους μαθητές οι οποίοι τα επόμενα χρόνια έδωσαν το δικό τους στίγμα και με τη σειρά τους ανέβασαν ψηλότερα το νησί.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο πρωτογιός του, ο Βάσος, ήταν αυτός που με την μοναδική πράξη θάρρους, που έκανε την επόμενη χρονιά του θανάτου του πατέρα του, το 1935, έγραψε στον τοίχο του σχολείου των Μενετών:
“Να κλείσουν, δεν θέλουμε Ιταλικά σχολεία”.
Λύσσαξαν οι Ιταλοί να ξεσκεπάσουν τον δράστη, μα όπως μας περιγράφει αργότερα ο αδελφός του και με σημαντικό ρόλο Επαναστάτης, ο Σοφοκλής Οικονομίδης: «η πράξη του Βάσου, έδωσε την ευκαιρία σε όλο το χωριό, στις Μενετές, να αποδείξουν μέσα από την σιωπή, την αγωνιστική και ενωτική τους διάθεση».
Στα γεγονότα του 1921, γνωστά ως “νούμερα”, που ο καρπαθιακός λαός σθεναρά αντιδρούσε κατά των κατακτητών, ο δάσκαλος Οικονομίδης ήταν από τους πρωτεργάτες.
Μαζί με τους δασκάλους Σακελλάρη Σ. Σακελλαρίδη, Μαρίκα Εμμ. Χωρατατζή, Έμμ. Ν. Σακελλαρίδη, Αριστείδη Κ. Χατζηκωστή, τον ιατρό Βάσο Σακελλαρίδη κ.ά. προέτρεψαν τον λαό σε δυναμική αντίδραση με αποτέλεσμα τον αφοπλισμό του Ιταλικού αποσπάσματος που πήγε στις Μενετές.(Μάϊος 1921).
Μετά δε τον άδικο φόνο του Νιοτή από τους Ιταλούς στο Απέρι, ο Οικονομίδης βγήκε μπροστά, οδήγησε ένα απόσπασμα 200 Μενετιατών, μέσω του Όθους και Βωλάδας στο Απέρι για την κηδεία του θύματος.
Η ένταση και το σφρίγος των ανδρών με τα πένθιμα περιβραχιόνια, οπλισμένων και αποφασισμένων γινόταν δεκτή με επευφημίες και ζητωκραυγές απ’ όπου περνούσαν και έτσι, αναπτερώθηκε το ηθικό των Καρπαθίων.
Οι δε Ιταλοί (λόχος 120 ανδρών) με την είδηση ότι “έρχονται οι Μενεδιάτες”, είδηση που τους απηύθυνε σαν απειλή ο αείμνηστος Αντώνιος Ν. Χατζηαντωνιάδης, έφυγαν αμέσως από το Απέρι για να αποφευχθεί η σύγκρουση κι αιματοχυσία.
Ο επικήδειος του Νιοτή ακούστηκε από τον Οικονομίδη που τον μετέτρεψε σε ένα αντιστασιακό κήρυγμα για το αδάμαστο πατριωτικό φρόνημα των Δωδεκανησίων.
Ο Οικονομίδης συνελήφθη και φυλακίσθηκε μαζί με άλλους πατριώτες. Από τότε θεωρήθηκε από τους Ιταλούς ως ένας από τους περισσότερο επικίνδυνους πατριώτες της Δωδεκανήσου και έζησε διώξεις και πολλές ταλαιπωρίες.
Το 1934, ήταν μόλις 50 ετών, όταν προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό και πέθανε στο χωριό του μέσα σε λίγες μέρες. Την είδηση του θανάτου του, ακολούθησε Δωδεκανησιακός θρήνος.
Εικοσιδύο χρόνια από τον θάνατο του, με πρωτοβουλία του Συλλόγου Απανταχού Μενετιατών και της τοπικής κοινότητας, σμιλεύτηκε η προτομή του και στις 26 Αυγούστου 1956 πραγματοποιήθηκαν τα αποκαλυπτήρια της.
Η προτομή βρισκόταν στην αίθουσα τελετών του πρώην δημοτικού σχολείου μαζί με εκείνη του δασκάλου Αριστείδη Χατζηκωστή, όμως πριν από έναν χρόνο τοποθετήθηκαν γυψοσανίδες (είναι αλήθεια ότι έκρυψαν τις δυο προτομές;) γιατί το κτήριο προοριζόταν για χρήση από το ΕΠΑΛ, ένα σχέδιο που τελικά έμεινε στα χαρτιά.
Πηγές
Καρπαθιακή Προσωπογραφία, Κωνσταντίνου Α. Μελά, Αθήνα 1984
Κάρπαθος. Τα καρπαθιακά μου δημοσιεύματα, Αναστ. Ν. Φράγκου Αθήνα, 1957
Κορυφαία εκπαιδευτική φυσιογνωμία της Καρπάθου στις πρώτες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα. Γεννήθηκε στις Μενετές Καρπάθου το 1884. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα στην Αστική σχολή του χωριού του, τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα (Ψυρρή) και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φιλολογία. Το 1908 επέστρεψε στη Κάρπαθο και άρχισε το εκπαιδευτικό του έργο με ιεραποστολικό ζήλο. Παντρεύτηκε στο χωριό του την Φράγκα Καπετανάκη και απόκτησε πέντε υιούς, τον Βάσο, Ντίνο, Σοφοκλή, Εμμανουήλ, και Αλέξανδρο-Χριστόφορο.
Διευθυντής της Αστικής Σχολής (και Ημιγυμνασίου) Μενετών είκοσι χρόνια (1908-1920 και 1922-1930). Ένα χρόνο Καθηγητής στις Αρχάνες Κρήτης (1921) και τρία χρόνια Γυμνασιάρχης του Ιπποκράτειου Γυμνασίου της Κω (1930-1933). Ο Μηνάς Οικονομίδης ήταν προσωπικότητα με σπάνια φυσικά και πνευματικά χαρίσματα. Λαμπρό παράστημα, ευφυΐα και ευφράδεια, βαθύς φιλόλογος με ευρύτερα πνευματικά ενδιαφέροντα και καλλιέργεια, εκινείτο και δρούσε με άνεση ευπατρίδη και αυτοπεποίθηση ηγέτη.
Το εκπαιδευτικό του έργο μιας εικοσαετίας στην Κάρπαθο, άφησε εποχή. Από τα πρώτα χρόνια της διδασκαλίας του φάνηκε η παιδευτική αξία του Οικονομίδη και η σχολή του άρχισε να συγκεντρώνει μαθητές από τους γύρω δήμους της Καρπάθου, που πήγαιναν στις Μενετές για να φοιτήσουν κοντά του. Η Σοφή και ουσιαστική διδασκαλία του, η γοητεία της προσωπικότητας του, εντυπωσίαζε τους μαθητές του, αλλά και γενικά η παρουσία του στην Κάρπαθο ασκούσαν ευεργετική επίδραση και έδιναν πνευματικότητα και ανωτερότητα στο περιβάλλον που ζούσε.
Ο φρονηματισμός της νεολαίας στα εθνικά νάματα ήταν ένα από τα κύρια ενδιαφέροντα του. Αυτό βέβαια ερχόταν σε αντίθεση με τα σχέδια των Ιταλών που απέβλεπαν στην μονιμοποίηση της κατοχής τους και τον αφελληνισμό των Δωδεκανησίων. Στα γεγονότα του 1921, γνωστά ως “νούμερα”, που ο Καρπαθιακός λαός σθεναρά αντιδρούσε κατά των κατακτητών, ο Οικονομίδης ήταν από τους Πρωτεργάτες.
Μαζί με τους δασκάλους Σακελλάρη Σ. Σακελλαρίδη, Μαρίκα Εμμ. Χωρατατζή, Έμμ. Ν. Σακελλαρίδη, Αριστείδη Κ. Χατζηκωστή, τον ιατρό Βάσο Σακελλαρίδη κ.ά. προέτρεψαν τον λαό σε δυναμική αντίδραση με αποτέλεσμα τον αφοπλισμό του Ιταλικού αποσπάσματος που πήγε στις Μενετές.(Μάϊος 1921).
Μετά δε τον άδικο φόνο του Νιοτή από τους Ιταλούς στο Απέρι, ο Οικονομίδης ηγήθηκε αποσπάσματος 200 Μενετιατών που μετέβησαν μέσω του Όθους και Βωλάδας στο Απέρι για την κηδεία του θύματος των κατακτητών.
Η χορεία αυτή τόσων ανδρών με πένθιμα περιβραχιόνια, οπλισμένων και αποφασισμένων γινόταν δεκτή με επευφημίες και ζητωκραυγές απ’ όπου περνούσαν και έτσι, αναπτερώθηκε το ηθικό των Καρπαθίων. Οι δε Ιταλοί (λόχος 120 ανδρών) με την είδηση ότι “έρχονται οι Μενεδιάτες”, είδηση που τους απηύθυνε σαν απειλή ο αείμνηστος Αντώνιος Ν. Χατζηαντωνιάδης, έφυγαν αμέσως από το Απέρι για να αποφευχθεί η σύγκρουση κι αιματοχυσία. Και μέσα στη βουβή οργή των Καρπαθίων τον επικήδειο είπε ο Οικονομίδης που ήταν πύρινο αντιστασιακό κήρυγμα για το αδάμαστο πατριωτικό φρόνημα των Δωδεκανησίων.
Για την πατριωτική αυτή δράση του συνελήφθη και φυλακίσθηκε μαζί με άλλους πατριώτες. Από τότε θεωρήθηκε από τους Ιταλούς σαν ένας από τους περισσότερο επικίνδυνους πατριώτες της Δωδεκανήσου με φυσικό αποτέλεσμα πολλές ταλαιπωρίες και διώξεις του.
Μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της Κώ (1933) και την διακοπή της λειτουργίας του Ιπποκράτειου Γυμνασίου, γύρισε πάλι στην γενέτειρα, αφού άφησε και εκεί στο ολιγόχρονο διάστημα της Γυμνασιαρχίας του, τις καλύτερες εντυπώσεις άξιου εκπαιδευτικού και φωτισμένου πνευματικού ηγέτη.
Το 1934, στην ακμή της ηλικίας και της δράσης του προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό από τον οποίο και πέθανε μέσα σε λίγες μέρες σε ηλικία πενήντα χρόνων. Τάφηκε στις Μενετές. Η είδηση του πρόωρου χαμού του, ήταν συγκλονιστικός Δωδεκανησιακός θρήνος. Πολύ σύντομα από τον θάνατο του, άρχισε να συγκεντρώνεται το ανάλογο χρηματικό ποσό με αυθόρμητο γενικό έρανο κι έτσι στήθηκε η προτομή του στην γενέτειρα του (26 Αυγούστου 1956), μάρτυρας και μνημείο της κοινής αναγνώρισης, της Αγάθης μνήμης και ευγνωμοσύνης των μαθητών του.
Πηγή: ΚΑΡΠΑΘΙΑΚΑΙ ΜΕΛΈΤΑΙ- ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΝ ΣΎΓΓΡΑΜΜΑ (ΤΌΜΟΣ ΤΡΊΤΟΣ)
ΑΘΉΝΑΙ 1984