«Ο πατέρας μου Αλέξανδρος», επί σκηνής

«Ο πατέρας μου Αλέξανδρος», επί σκηνής

 

γράφει η Μαριγούλα Κρητσιώτου

Έκλεισαν στις  9 Αυγούστου 2022 οι τριήμερες εκδηλώσεις για τον Αλέξανδρο Γεωργιάδη, με το θεατρικό δρώμενο, «Ο πατέρας μου Αλέξανδρος».

Το αποτέλεσμα ξεπέρασε τις προσδοκίες, δεδομένου  του χρόνου προετοιμασίας κι άλλων θεμάτων.  Για μας, ωστόσο, που, από συζητήσεις με τον σκηνοθέτη, παίρναμε μια γεύση της ανθρώπινης και καλλιτεχνικής σύστασης του, ήταν   αναμενόμενο. 

Για τούτο σ’ όσα είπα, κατά την έναρξη, συμπεριέλαβα και τα εξής: «Ο σκηνοθέτης, Μιχάλης Ζωγραφίδης, συμπατριώτης μας,  μπόρεσε να αφουγκραστεί την αξιοπρέπεια του Αλέξανδρου Γεωργιάδη, την ευγένεια, την υπευθυνότητα, την δημιουργικότητα, την ευαισθησία του για το καλό και την επιμονή, ως την ολοκλήρωσή του. Με αυτές τις αρετές, που είναι και δικές του, του σκηνοθέτη μας εννοώ, πιστεύω ότι θα δικαιώσει και τον ήρωα και το κοινό και τον εαυτό του, παρά τις δυσκολίες, με τις οποίες εμείς τον φέραμε αντιμέτωπο»

Ας πάρουμε τα πράγματα, με την σειρά. Ο Κασιώτης,  φίλος του νησιού μας Μηνάς Βιντιάδης, δημοσιογράφος, συγγραφέας, τον οποίο επίσης ταλαιπωρήσαμε, συνέθεσε ένα δρώμενο, αυτό που παίχθηκε, βασισμένος κυρίως σε γραπτή αφήγηση του Πήτερ Γεωργιάδη,  γιου του Αλέξανδρου, και σε υλικό από το βιβλίο της κας  Τομαή , με θεατρικά στοιχεία για δύο ηθοποιούς και δύο αφηγητές.

Το δρώμενο περιέγραφε συνοπτικά τη ζωή και στάση του ήρωα στα δύσκολα χρόνια του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου και του ελληνικού εμφύλιου.

Τον ρόλο του Αλέξανδρου Γεωργιάδη είχε ο Γιώργος Ρούσσος, του  Πήτερ, ο Νίκος Καλλής.

Αφηγητές ήταν η  Εφη Ιωαννίδου και η Ευδοξία Σακελλιάδου.

Ο Μανόλης Κοντονικόλας φρόντισε τα σκηνικά, ο Χατζηκωσταντής, τον ήχο και τον φωτισμό,  ο Μανόλης Δημελλάς την εικαστική σύνθεση του βίντεο, που πλαισίωνε την παράσταση, το πρώτο μέρος της οποίας, λειτουργούσε, ως χαλί της μαγνητοφωνημένης απόδοσης του ποιήματος «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος» [Τάσου Λειβαδίτη], από τον ίδιο τον Ζωγραφίδη και την σύζυγό του, έφη Νιχωρήτη. Η Εφη Νιχωρίτη είχε, επιπλέον, την μουσική επιμέλεια. Βοηθός σκηνοθέτη ήταν η  Ευτυχία Χατζημπύρου. Με ειδικούς ρόλους συμμετείχαν ο Ολυμπίτης Γιάννης  Χατζηβασίλης και η Οθείτισσα,  Δέσποινα Σκούλου, συγγενής του Αλέξανδρου Γεωργιάδη.

Το δρώμενο ξεκίνησε με την ως άνω βιντεο-σύνθεση. Οι πρώτες εικόνες έπεφταν, ενώ έρχονταν στην ακοή οι  ρυθμοί και χρωματισμοί των φωνών, όπως ξετύλιγαν έναν –ένα τους στίχους: «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος/δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο». κλπ κλπ. Το βίντεο κύλαγε, καθ’ όλη την διάρκεια του έργου, υποστηρίζοντας, με τις εικόνες του, τα λεγόμενα.

Το έργο τέλειωσε με τον Χατζηβασίλη, ως Κώστα Δούλια από περιοχή του Εβρου, που μετέφερε μνήμες  του πατέρα του Γιώργου Δούλια, για την επικίνδυνη, σε κείνους τους καιρούς, συνεργασία του με τον Γεωργιάδη.

Τελευταία ακούγεται στην σκηνή η Δέσποινα Σκούλου, με δικές της αναμνήσεις  από τις εξορμήσεις της νεολαίας Πίτσμπουργκ, το 1971-72-73, για συμμετοχή στις διαδηλώσεις κατά του πόλεμου στο Βιετνάμ, που γίνονταν στην Ουάσιγκτον και στις οποίες πρωτοστατούσε ο φλογερός ειρηνιστής, Αλέξανδρος Γεωργιάδης, με την κραυγή, «ποτέ πόλεμος, ποτέ αιματοχυσίες και εκπατρισμοί, ποτέ μίσος και βία από άνθρωπο σε άνθρωπο».

Όταν ζητήσαμε από τον Ζωγραφίδη την προσφορά της σκηνοθετικής τέχνης του, δέχθηκε με ευχαρίστηση, ιδίως, γιατί τον ενθουσίαζε να δουλέψει με συμπατριώτες του. Έλεγε, μάλιστα, ότι δεν ήταν απαραίτητο να είναι ηθοποιοί, αλλά απλοί, κοινοί,  Καρπάθιοι. Τι τόλμη, τι ρίσκο, τι ικανότητα, να κάνεις τους ανθρώπους, άλλους ανθρώπους????

Ετσι έγινε, χωρίς μάλιστα να έχει περιθώρια επιλογών. Απλώς  συνεργάστηκε με τους τέσσερις διαθέσιμους. Οι πρόβες, λόγω του ελάχιστου χρόνου μέχρι την παράσταση, ξεκίνησαν με δύο ώρες την ημέρα, στις 15 Ιουλίου.

«Ηταν απαιτητικός, αλλά και ευγενικός… ήρεμος, …υπέροχος…αυστηρός, αλλά και ανοιχτός μαζί μας…άκουγε τις απόψεις μας …αλλάζαμε πράγματα μαζί …λέξεις …κινήσεις. Μας δίδασκε την αίσθηση του χώρου …την αξία του βλέμματος, της φωνής …μμμμ, τα βρήκα μπαστούνια …ήμουν αγκυλωμένος στο να μιλώ και να κινούμαι με ένα δικό μου τρόπο…  μετά καταλάβαινα πως έμπαινα σε καλό δρόμο…..άλλαξα χωρίς να το έχω καταλάβει…».

Ο Ζωγραφίδης επεμβαίνει στα κείμενα, με την άδεια του συγγραφέα, φαντάζεται τα σκηνικά, επιμένει στην εκφορά της λέξης και της κίνησης, εν ανάγκη, γίνεται ηθοποιός. Ελεγε στον Βιντιάδη: «στο τέλος-τέλος, μπορούμε κι εμείς να παίξουμε». Ο Βιντιάδης: «α…αυτό δεν το έκανα ποτέ».

Δεν θυμάμαι ποιος σκηνοθέτης έλεγε ότι και με ενάμιση ηθοποιούς κάνει θέατρο. Ο Ζωγραφίδης κάνει χωρίς ηθοποιούς, με δεδομένο ότι ο ανώνυμος στον οποίο παραπέμπω, αναφερόταν σε επαγγελματίες ηθοποιούς.

Από την αρχή μέχρι το τέλος του θεατρικού δρώμενου, «Ο πατέρας μου Αλέξανδρος», απολάμβανε κανείς λειτουργικά  δεμένες πραγματικότητες μουσικής, λόγου, εικόνας, κίνησης. Ένα λιτό, αλλά αρμονικά επιμερισμένο, σε κάθε έκφραση, ποιοτικό σκηνικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο ηθοποιοί και αφηγητές αναπαριστούσαν τόσο –όσο εκφραστικά την ζωή του Γεωργιάδη. Τα λόγια, οι κινήσεις, τα μαύρα ρούχα, σε αντίθεση με τον λευκό κόσμο του Αλέξανδρου, η μουσική υπόκρουση, όλα όσα γίνονταν στην σκηνή κέρδιζαν την προσοχή του κοινού. Κανείς δεν μιλούσε με τον διπλανό του. Μια στιγμή έκλαψε ένα παιδί και αμέσως το πήρε η μητέρα κι έφυγαν, ώστε να μην ταράξει την βαθιά σύνδεση κοινού και θεατρικού.

Στο τέλος όλοι ήμασταν κερδισμένοι και συγκινημένοι. Ο συγγραφέας, οι σκηνοθέτης, οι ηθοποιοί, η Τομαή, εμείς, το κοινό. Και οι καλές εντυπώσεις συζητούνται στα κοντινά μας χωριά: «ακούσαμε ότι ήταν πολύ καλό…πότε θα το δούμε;».

Από την Οργανωτική Επιτροπή

Μαριγούλα Κρητσιώτου 

 

Καρπαθιακά Νέα