γράφει ο συνταξιούχος δάσκαλος Μανώλης Μπελιβάνης στην www.patris.gr
Είναι το χωριό που καταστράφηκε ολοτελώς, από την τρομερή ασθένεια πανώλη μετά το 1781, στο Οροπέδιο Λασιθίου.
Δεν είναι μόνο ο ιός Covid-19, που φοβερίζει καθημερινά μα και δείχνει τα σουβλερά δόντια του σ’ ολόκληρο τον κόσμο, υπήρξε και η πανώλη κοινώς (πανούκλα) που παρουσιάστηκε μετά τον 6ο αιώνα και εξαπλώθηκε σ’ όλο τον κόσμο. Ήταν κι εκείνη μεταδοτική και περισσότερο θανατηφόρα.
Η πανώλη ήταν μια οξεία λοιμώδης νόσος, που την προκαλούσε ένα βακτήριο, που μεταδιδόταν από τους ψύλλους των ποντικών. Όταν οι ποντικοί ψοφούσαν εξαιτίας της οι ψύλλοιδεν είχαν αίμα να τραφούν και κατέφευγαν στον ανθρώπινο οργανισμό και με τα τσιμπήματά τους του μετέφεραν τη νόσο.
Οι νοσούντες μετέφεραν σ΄ άλλους τον ιό με τα σταγονίδια των πνευμόνων τους. Η νόσος κρατούσε 2-3 μέρες και επήρχετο ο θάνατος, χωρίς να ξέρει κανείς την αιτία.
Τρεις ήταν οι μορφές της πανώλης: η σηψαιμική, η πνευμονική (μ’ αυτές δε γλίτωνε κανείς πέρα από δύο μέρες) και η αιμορραγική λεμφαδενίτιδα.
Τα συμπτώματα της νόσου ήταν: σφοδροί πονοκέφαλοι μέχρι αναισθησίας, υψηλός πυρετός, μαύρες κηλίδες σ’ όλο το σώμα, εξογκώματα, άλλα μαλακά κι άλλα σκληρά κάτω από τους βραχίονες. Και πίσω από τα αυτιά χρώματος χρυσού, σημάδι υποχρεωτικού θανάτου, μέσα σε δύο μέρες.
Αν ο άρρωστος έβγαζε αίμα από τη μύτη, μπορούσε να ιαθεί για λίγο καιρό. Αν κάποιος έκανε το γιατρό και πλησίαζε να δει τον άρρωστο και να τον συμβουλεύσει ποια πρακτικά θα εφαρμόσει για να του περάσει, μολυνόταν κι εκείνος. Και σε δύο μέρες πέθαινε με τα ίδια συμπτώματα. Το ίδιο πάθαινε και ο παπάς που πήγαινε να τον μεταλάβει.
Aγουστί χωριό
Πόρτες 92
πάνω στο χρόνο
κύρης και γιος
Τότε δεν υπήρχε παγκόσμιος οργανισμός υγείας, ούτε κρατικός, ούτε σχολές ιατρικής, ούτε επιστήμονες γιατροί επιδημιολόγοι ,κ.α. ούτε νοσοκομεία, κλινικές και ιατρεία. Δεν υπήρχαν φάρμακα και φαρμακεία. Ο κόσμος ήταν εντελώς αγράμματος κι απροστάτευτος.
Μεγάλη επιδημία πανώλης παρουσιάστηκε το 1456, σ’ όλο τον κόσμο. Μόνο στην Κρήτη πέθαναν 15.000 άνθρωποι από 1456-58 δηλαδή μέσα σε 2 χρόνια.
Ας δούμε τώρα τι συνέβη στο Αγουστί χωριό. Το χωριό βρισκόταν στους δυτικούς πρόποδες της Κεφάλας, του μοναδικού λόφου που βρίσκεται μέσα στον κάμπο του Οροπεδίου Λασιθίου.
Ασφαλώς δημιουργήθηκε μετά την άρση της απαγόρευσης κατοίκησης του Οροπεδίου το 1514, που είχε απαγορευτεί το 1293 από Συμβούλιο ευγενών ενετών του Ηρακλείου με την εισήγηση του Δούκα, ότι το Οροπέδιο Λόγω της ευφορίας του. Και της φυσικής οχυρότητάς του, συγκεντρώνει όλους τους επικηρυγμένους και τους επαναστάτες του νησιού και μας δημιουργούν προβλήματα με τις επαναστάσεις τους. Επομένως πρέπει να απαγορεύσομε την κατοίκησή του. Να διώξομε τους κατοίκους του, να κάψουμε και να χαλάσομε τα χωριά τους και να ξεπατώσομε τα οπωροφόρα δέντρα και τ’ αμπέλια τους. Η εισήγηση του Δούκα ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε.
Πράγματι τέσσερις ήσαν οι επαναστάσεις που ξεκίνησαν από το Οροπέδιο από το 1212 έως το 1363 (Αγιοστεφανιτών 1212, Χορτατσών 1273, Καψοκαλύβων 1341 και αδελφών Καλλέργηδων 1369).
Εάν ένας βοσκός ή κυνηγός παραβίαζε την απαγορευμένη ζώνη τον ακρωτηρίαζαν ή τον φόνευαν. Έτσι το Οροπέδιο με την πολυακαλλιεργησία του και την ερήμωσή του των 200 και πλέον χρόνων έγινε ένα απέραντο λιβάδι.
Να γιατί δε σώθηκε τίποτε. Το Βυζαντινό στο Οροπέδιο, αν εξαιρέσομε τρεις μικρές εκκλησίες.
Τα μοναδικά βυζαντινά μνημεία που σώθηκαν όπως ισχυρίζονται οι ιστορικοί και συμφωνεί η παράδοση, ήσαν: Η εκκλησία της Αγίας Άννας στο Τζερμιάδω, η οποία κατεδαφίστηκε, πριν 70 περίπου χρόνια και στη θέση της ανοικοδομήθηκε μια άλλη μεγαλύτερη, περικαλλής Βυζαντινού ρυθμού. Η εκκλησία του Αγίου Στεργίου και Βάκχου, που υπάρχει ακόμη ανακαινισμένη, κοντά στο νεκροταφείο του χωριού Άγιος Χαράλαμπος και η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο Αγουστί χωριό.
Για την εκκλησία του Αυγουστί έχω εγώ ορισμένους ενδοιασμούς κατά πόσο ήταν βυζαντινή ή όχι.
Η αμφισβήτησή μου έγκειται σε ιστορικά γεγονότα. Γράψαμε πάνω πως το Αγουστί χωριό (Μετόχι) ήταν ένα από τα 46 μετόχια που δημιουργήθηκαν μετά την άρση της απαγόρευσης κατοίκησης και καλλιέργειας του Οροπεδίου δηλ. το 1514. Η εκκλησία του επομένως κτίστηκε μετά το 1514.
Σύμφωνα δε με τις πληθυσμιακές απογραφές, που ακολούθησαν δηλαδή του Καστροφύλακα το 1583, το χωριό υπήρχε αλλά δεν αναφέρεται πληθυσμός. Του Βασιλικάτα το 1630 αναφέρεται με 10 σπίτια (οικογένειες). Στην τούρκικη απογραφή το 1671 είχε 16 χαράτσια και το 1781 είχε 92 χαράτσια. Το χαράτσι ήταν φόρος, που επιβλήθηκε σε χριστιανικές οικογένειες. Το μετόχι του Αγουστί ήταν το μεγαλύτερο σε πληθυσμό στο Οροπέδιο του Λασιθίου. Τα 92 χαράτσια ασφαλώς θα ήσαν 450-500 κάτοικοι.
Η εκκλησία Αγιος Γεώργιος στο Αγουστί χτίστηκε επί ενετοκρατίας. Επί τουρκοκρατίας απαγορεύτηκε να κτίζονται εκκλησίες.
Εάν η εκκλησία στο Αγουστί είχε χτιστεί επί Βυζαντινής εποχής, τότε καταστράφηκε το 1293 από τους Ενετούς, ξανακτίστηκε μετά το 1514, που κατοικήθηκε το Οροπέδιο, αλλά σώθηκε μετά το 1781, ενώ το χωριό, με τις πολλές άλλες εκκλησίες του, καταστράφηκε από την πανώλη.
Μετά το 1781 ήλθε η πανώλη με επιβάτη πλοίου, που ξεκίνησε από την Κάρπαθο στη Σητεία, απ’ όπου ο ιός μεταδόθηκε σ΄όλη την Κρήτη, αλλά οι ζημιές του ήσαν ελάχιστες. Μεταδόθηκε όμως και στο Λασίθι. Εκεί ο ιός ήταν πανίσχυρος. Οπλισμέος όχι με τα όπλα της εποχής, αλλά με τα σημερινά. Ευτυχώς που προσέβαλε μόνο το Μετόχι Αγουστί. Ηταν τότε το μεγαλύτερο με 92 χαράτσια δηλαδή με 450-500 κατοίκους. Τα άλλα Μετόχια ευτυχώς δεν τα πείραξε. Δεν μολύνθηκαν. Δεν τους έκανε χάρη. Τα συμπτώματα των νοσούντων τα ίδια! Οι μολύνσεις καθημερινές.
Συχνές οι θεομηνίες: πλημμύρες, λειψυδρίες, σιτοδείες, πείνα, ερυσίβη (σύρκος) των σιτηρών, που δεν άφηνε τα σιτηρά του κάμπου να μεστώσουν και δεν έκαναν ψωμί, ούτε για σπόρο, οι υποχρεωτικοί φόροι σε μουζούρια σταριού προς τους κατακτητές Ενετούς, που δεν πληρώνονταν παρά τις πιέσεις του Δούκα Ηρακλείου, στον οποίο ανήκε το Οροπέδιο και τις πιέσεις των εισπρακτόρων που έμεναν στον Μόρο Αγίου Γεωργίου και στους Μαγατζέδες Αβρακόντε και για πολλούς άλλους λόγους, βρήκαν τους κατοίκους του Αγουστί χωριού αδύνατους, κοκκαλιάρηδες, ευάλωτους στον ιό της πανώλης κι άρχισε να τους θερίζει και να τους αποδεκατίζει. Ο νοσών μετέδωσε τον ιό ακαριαία σ’ όλο το χωριό. Κανείς δεν γνώριζε την αιτία της νόσου. Πέθαιναν ο ένας μετά τον άλλο. Έθαψαν τους πρώτους σε πρόχειρους τάφους που άνοιγαν στον αυλόγυρο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Υστέρα σε ομαδικούς. Σαν κατάλαβαν πως πρόκειται για μολυσματική ασθένεια, που μεταδίδει ο ένας στον άλλον, άφηναν το νοσούντα αβοήθητο, άταφο, αδιάβαστο και άκλαφτο. Το χωριό γέμισε νεκρούς στα σπίτια, στις αυλές, στους δρόμους. Ο αέρας μολύνθηκε. Άναβαν φωτιές στις αυλές, στους δρόμους για να κάψουν το κακό, αλλά εις μάτην. Σώθηκε ένας κύρης κι ένας γιος.
Στις μεγαλουπόλεις της Κρήτης έκαναν δεήσεις, λιτανείες, παρακλήσεις, για να εξαλείψουν το κακό.
Ο υποφαινόμενος ως δάσκαλος του Αγ. Γεωργίου το 1964 δενδροφύτευσα τον αυλόγυρο της εκκλησίας του Αγουστί με κυπαρίσσια βγαλμένα από πρασιά του σχολικού μας αγροκηπείου σώζονταιστην ανατολική του πλευρά. Στους λάκους βρήκαμε σκελετούς ανθρώπων.