Πώς θα έμοιαζε ένα μέλλον χωρίς ιατρούς-επιστήμονες; γράφει ο Δρ ΘΑΝΟΣ ΧΑΛΚΙΑΣ

Πώς θα έμοιαζε ένα μέλλον χωρίς ιατρούς-επιστήμονες; γράφει ο Δρ ΘΑΝΟΣ ΧΑΛΚΙΑΣ

Χρόνια πολλά και Καλή Χρονιά με υγεία και φώτιση σε όλο τον κόσμο! Μακάρι εντός του νέου έτους να γιορτάσουμε και τη λήξη της πανδημίας.

Δυστυχώς, δεν είναι σίγουρο ότι θα γιορτάσουμε και την αναστολή/λήξη της εξαφάνισης της ακαδημαϊκής ιατρικής. Αυτό δεν είναι καινούριο πρόβλημα, αλλά αφορά την πολυετή και συνεχής εξαφάνιση των ιατρών-επιστημόνων (physicians-scientists), αυτών δηλαδή που εκτός του κλινικού έργου και της κλινικής έρευνας διεξάγουν και βασική, πειραματική και/ή μεταφραστική -με διαφάνεια πάντοτε- έρευνα.

Το 1865 ο Claude Bernard είπε «Θεωρώ τα νοσοκομεία μόνο ως την είσοδο στην επιστημονική ιατρική. Είναι το πρώτο πεδίο παρατήρησης στο οποίο μπαίνει ένας ιατρός. Αλλά το αληθινό καταφύγιο της ιατρικής επιστήμης είναι το εργαστήριο. Μόνο εκεί μπορεί ο ιατρός να αναζητήσει εξηγήσεις για τη ζωή σε φυσιολογικές και παθολογικές καταστάσεις μέσω των πειραματικών αναλύσεων». Ο Peter Safar, ο δημιουργός της πρώτης μονάδας εντατικής θεραπείας στις ΗΠΑ, πατέρας της καρδιοαναπνευστικής αναζωογόνησης και τρεις φορές υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ, έδινε επανειλημμένα ένα πολύ απλό μήνυμα: «Οι ιατροί-επιστήμονες κινδυνεύουν με εξαφάνιση!».

Τα τελευταία 30 χρόνια, όμως, το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί: το NIH Physician-Scientist Workforce Working Group έδειξε ότι οι ιατροί-επιστήμονες μειώνονται σταθερά ως ποσοστό του συνολικού ιατρικού εργατικού δυναμικού. Λιγότεροι υποβάλλουν αίτηση για χρηματοδότηση και πολλοί είναι κοντά στη σύνταξη. Ειδικότερα, η έλλειψη ιατρών-επιστημόνων στην Αναισθησιολογία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε σύγκριση με άλλες ειδικότητες, αφού η πλειοψηφία των Αναισθησιολόγων περιορίζεται στην κλινική πρακτική και λίγοι διεξάγουν κάποιας μορφής σοβαρή έρευνα.

Πώς θα έμοιαζε ένα μέλλον χωρίς ιατρούς-επιστήμονες;

Ποιες θα ήταν οι συνέπειες της απώλειας τους;

Ας αναθεωρήσουμε τον ρόλο τους: οι ιατροί εντός και εκτός ακαδημαϊκού περιβάλλοντος που ασχολούνται με την επιστήμη είναι ουσιαστικοί πρωταγωνιστές στην πραγματοποίηση ανακαλύψεων και της μετάφρασής τους στην κλινική πράξη. Μπορούν να ενοποιήσουν και να ερμηνεύσουν διαφορετικούς κόσμους με διαφορετικές γλώσσες και δυναμικές. Οι ιατροί-επιστήμονες διαθέτουν μοναδικά προσόντα, τεχνογνωσία και κατάρτιση για να διατυπώνουν υποθέσεις, δοκιμάζοντας τις σε προκλινικό και κλινικό επίπεδο. Στην ουσία, μπορούν να γεφυρώσουν το απαιτητικό χάσμα μεταξύ της προκλινικής έρευνας και της κλινικής άσκησης και θεραπείας, ένα ρόλο που δεν μπορεί να εκπληρώσει κάποιος που ασχολείται μόνο με το κλινικό έργο ή μόνο με προκλινική έρευνα.

Οι λόγοι πίσω από αυτήν τη συνεχιζόμενη εξαφάνιση είναι περίπλοκοι, ωστόσο, τα ιστορικά αρχεία τονίζουν την επικέντρωση στο κλινικό έργο ‘λόγω των μεγάλων απαιτήσεων’, την πολιτική περιορισμών της χρηματοδότησης, την επικράτησης της μετριοκρατίας κ.α. που οδηγούν στην αδυναμία αντίληψης της τεράστιας σημασίας και του κεντρικού ρόλου των ιατρών-επιστημόνων.

Πώς θα μπορούσε να ανασταλεί η εξαφάνιση των ιατρών-επιστημόνων; Η απάντηση πλέον δεν είναι εύκολή, αλλά γνωρίζουμε σίγουρα ότι η αυριανή ιατρική περίθαλψη εξαρτάται από τη σημερινή ιατρική έρευνα. Οι ευθύνες και τα βάρη μιας σταδιοδρομίας που περιλαμβάνει κλινικό και επιστημονικό έργο μπορεί να είναι δυσβάσταχτες/α, με αποτέλεσμα πολλά υποσχόμενοι ιατροί-επιστήμονες να εγκαταλείπουν σε πολύ πρώιμο στάδιο της σταδιοδρομίας τους. Κατά συνέπεια, η πρόσληψη και ανέλιξη ιατρών-επιστημόνων, η εκπαίδευση των νέων συναδέλφων κατά την άσκηση της ειδικότητας και η τμηματική και θεσμική υποστήριξη για όσους επιδιώκουν έρευνα είναι κρίσιμοι πυλώνες για την αντιστροφή της τρέχουσας τάσης.

Πότε πρέπει να ξεκινήσουμε; Όπως είπε ο Peter Safar «Αν αξίζει να το κάνετε, πρέπει να γίνει αμέσως». Πως μπορεί, όμως, να γίνει αμέσως όταν δεν υπάρχουν οι σωστές βάσεις ή αν υπάρχουν εξαφανίζονται διότι ‘είναι επικίνδυνες για το σύστημα’? Ένας τρόπος είναι η αλλαγή σκέψης. Αυτό βέβαια συμβαίνει εδώ και χρόνια στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα στις Η.Π.Α., όπου ο Φυσιολόγος κ. Sadis Matalon, που γεννήθηκε στην Αθήνα, κατέχει τους τίτλους “Vice Chair for Research and Director of the Translational and Molecular Biomedicine Division of the Department of Anesthesiology and Perioperative Medicine” και “Director of the Pulmonary Injury and Repair Center, School of Medicine, University of Alabama”.

Αναπόφευκτα ερωτήματα που γεννιούνται σε μια οπισθοδρομική χώρα που ακολουθεί (αρκετά καθυστερημένα) τις εξελίξεις, όπως η δική μας, είναι: ‘ένας Φυσιολόγος με τίτλο Καθηγητή Αναισθησιολογίας;’, εργαστήρια βασικής και πειραματικής έρευνας μέσα σε ένα Αναισθησιολογικό Τμήμα;’, ‘τι τη χρειάζονται την έρευνα;’, ‘και πότε βγαίνουν τα χειρουργεία;’…. Η απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται στις παραπάνω γραμμές.

Μπορεί άραγε κάτι να αλλάξει σε αυτόν τον τόπο; Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορούμε να γνωρίσουμε καλύτερα τον κ. Sadis Matalon, μέλος πλέον της Ακαδημίας Αθηνών. Μια προσεκτική ανάγνωση θα εμπνεύσει και ίσως συμβάλλει στο να αλλάξει κάτι προς το καλύτερο αυτή τη χρονιά στο χώρο μας…https://journals.physiology.org/physrev/editors-bio?fbclid=IwAR1iiYok7C55TYByIkvLdEnu-cwbtEvH1lqhRZvgTlZdIOYP5kx8TMWDHlo