Γράφει ο Ανδρέας Ηλία Μακρής
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Δίσεκτα πραγματικά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στα Πηγάδια. Τα νιάτα δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει το δρόμο της ξενιτειάς. Το «πάσο» της Αμερικής δεν έχει ανοίξει. Να μπαρκάρουν οι νέοι στα καράβια, να ταξιδέψουν, να φαντασθούν, να ξεφύγουν ήθελαν γνωριμίες και μέσο1. Να τρυπώσουν στο Δημόσιο να εξασφαλίσουν «βρέξει- χιονίσει» δια βίου σίτιση, ήταν όνειρο θερινής νυκτός. Κολλημένοι λοιπόν σαν πεταλίδες πάνω στον τόπο φυτοζωούσαν από αναδουλειές, με τα μεροκάματα μετρημένα και χαρτζιλίκι λιγοστό, ως καθόλου.
Καθημερινή διέξοδο στη μοναξιά τους εύρισκαν στα καφενεία του Φραγκιού Χιωτάκη, Λάζαρου Μ. Κοσμά, Σταύρου Ι. Μαργαρίτη, Μανώλη Φρ. Βόζου, Γιώργου Σεβδαλή, Γιώργη Βιτωρούλη, Λευτέρη Γ. Χατζηνικήτα, Χατζή Χαλκιά (της Μαρκουρενιάς) κ.ά. να χαρτοπαίζουν ολημερίς, για ένα παστέλι οι κερδισμένοι. ΄Αλλοι, από αψιλίες να την αράζουν ανέξοδα με τις ώρες σε στέκια, να σκοτώσουν την ώρα τους! Λ.χ, στα ραφτάδικα των Αδελφών Ι. & Ε. Πολεμικού, Γιάννη Π. Πολεμικού, Βάσου Ταβερνάρη ή του Γιάννη Ιωαννίδη, είτε στα παπουτσίδικα του Γιάννη Μαργαρίτη, Μανώλη Χριστοδουλάκη, Γιώργη Αλεξάκη και Βαγγέλη Αλεξίου ή στα κουρεία του Μανώλη Αλεξίου, Νίκου Σκορδάλη, Γιώργου Πανάρετου, Μηνά Μηνακάκη συζητώντας περί ανέμων και υδάτων.
Είναι ακόμη εποχή που δεν υπάρχουν, όχι φίλαθλοι, αλλά ούτε οπαδοί του Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού και ΑΕΚ για να σκοτώνονται μεταξύ τους. Άλλωστε και το δικαίωμα να ψηφίζουν στις ελληνικές βουλευτικές εκλογές μόλις το είχαν κατοχυρώσει, αλλά δεν υπήρχε πάθος, πολιτική αντιπαλότητα, φανατική υποστήριξη για κάποιο συγκεκριμένο κόμμα. Είχαν μεσάνυκτα από δεξιούς κι αριστερούς υποψηφίους. ‘Ολοι άγνωστοι Ροδίτες, Συμιακοί, Κώοι, εκτός του μοναδικού συμπατριώτη μας υποψήφιου της ΕΠΕΚ, αείμνηστου έ.α Συνταγματάρχη Μηχανικού Παναγιώτη Κανονάρχου-Χατζημηνά. Άντε λοιπόν να βρεις άκρη.
Το μόνο ευχάριστο γεγονός είναι ότι ζούσαν τουλάχιστον ήσυχα κι ανέμελα, χωρίς την αγωνία του θανάτου από τους μέχρι πρότινος φονικούς συμμαχικούς βομβαρδισμούς με στόχο μεν τα γερμανικά στρατεύματα, αλλά από αστοχίες, πλήρωναν οι ντόπιοι φόρο αίματος. Θρηνήσαμε κάμποσα αθώα θύματα.
Όμως, βράδυ-πρωί ξάπλες και ξανά ξάπλες από αποχαυνωτική πλήξη και ανία, οι νυχτερινές φαντασιώσεις και τα σκιρτήματα της σάρκας οργίαζαν εωσφορικά. Οι πλατωνικοί έρωτες έδιναν κι έπαιρναν. Που να συνάψουν όμως σχέσεις. Α, πα πα… Άντε κάποιοι με μεσοβέζικη λύση να επιχειρούσαν προσέγγιση γνωριμίας με διαμεσολάβηση κάποιας πρόθυμης ρουφιάνας. Ουαί κι αλίμονο όμως! Στην πρώτη γωνία και με τις χειρότερες προθέσεις, τους περίμενε ο πατέρας και δυο-τρία αδέλφια της…«σκορδόπιστης». Βέβαια, στην αρχή με το μαλακό, αν δεν έπιανε όμως το κόλπο, ζόρικα και με νταηλίκι. Και τότε οι υποψήφιοι γαμπροί είτε εδέχοντο ασμένως τα δεσμά του γάμου ή έκαναν οδυνηρή αναδίπλωση υπαγορεύοντας στον εαυτόν τους:
«Φρόνιμααα… κάτσε, στ’ αβγά σου!»
Ακόμη τρισχειρότερα για κάποιους υποψήφιους γαμπρούς με δυό και τρεις ανύπαντρες αδελφές3 οπότε, ακαριαία και με βαριά καρδιά έπαυαν να ερωτοτροπούν λέγοντας μέσα τους:
«Δεν βαριέσε, καλύτερα να μου λείπει το… βύσσινο!»
Ήταν άλλωστε τοις πάσι γνωστό ότι η φροντίδα, η μέριμνα κοινωνικής αποκατάστασης των θηλέων, προηγείτο στις παραδοσιακές οικογένειες. Κανόνας ιερός κι απαράβατος. Διαφορετικά, έμπαινε στη μέση ο αυταρχικός πατέρας, στρίγγλιζε η μάνα, έκλαιγαν με αναφιλητά στη γωνία οι αδελφές για τον άπονο αδελφό και άντε μετά εσύ να βρεις όρεξη να κάνεις τον γαμπρό… Όμως, όμως, δεν υπήρχε σε όλες τις οικογένειες η αδελφική αλληλεγγύη, η παρηγορητική συμπαράσταση. Κάποιοι πίστευαν ότι θα γρυλλίσουν, θα κλαψουρίσουν, δεν θα τους περάσει και θα σωπάσουν.
Κάποια όμως στιγμή η κατάσταση δεν πήγαινε άλλο, ιδιαίτερα για κάποιους τολμητίες -ακτιβιστές τους λένε σήμερα- η μακροχρόνια στέρηση σεξ λόγω επαρχιακών συνθηκών που αναφέραμε, τους έφερε στο «νυν και αεί» και κάποιος όνομα και μη χωριό τους ξεσήκωσε. Πως; Μάζεψαν υπογραφές και κατ΄ευθείαν στον πρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου δικηγόρο Γιάννη Φ. Οικονομίδη με αίτημα, την έκτακτη σύγκλιση του δημοτικού συμβουλίου με σκοπό την παροχή Άδειας λειτουργίας Πορνείου! Που; Στα Πηγάδια!… Ιέρειες του έρωτα; Εισαγόμενες Eλληνίδες.
(Σημείωση: Η Σοβιετική Ένωση απαγόρευε… την εξοδο υποπροϊόντων για στελέχωση Οίκων ανοχής).
Ώπα!… άκουγες παντού μόλις έσκασε το μαντάτο. Η πρωτάκουστη κίνηση προκάλεσε έντονες και ποικίλες αντιπαραθέσεις, επιδοκιμασίες και αποδοκιμασίες του τύπου:
«Γιατί όχι δηλαδή. Είναι το αρχαιότερο επάγγελμα ή δεν είναι;…»
Αλλά κι έντονες αντιρρήσεις άλλων, υπολογιστικά σκεπτόμενοι:
«Άκου, βρε πράματα, να κυκλοφορούν ανάμεσα μας, «σουσουράδες»
Πάντως σφόδρα αντίθετοι όσοι εκ των κυρίων δημοτικών συμβούλων είχαν κόρες ή αδελφές της παντρειάς… Σχεδόν η πλειοψηφία δηλαδή. Υπήρχαν όμως και σύμβουλοι με ισχυρό μνημονικό και παρρησία θα ψήφιζαν ΝΑΙ, αιτιολογώντας την ψήφο τους:
«Επί ιταλικής κατοχής δεν λειτουργούσε bordello2 στην Αύλα;
Έ, σιγά λοιπόν, μη χάσει η Βενετιά βελόνι!»
Στη συνεδρίαση τώρα στην αίθουσα του Δημαρχείου4 με πυκνή προσέλευση ακροατηρίου, ο εκπρόσωπος της κίνησης και μορφωμένος της παρέας, με αυτοσχέδιο επεξηγηματικό λόγο ήλπιζε σε θαρραλέα και θετική απόφαση των συμβούλων για ίδρυση «Οίκου Ανοχής».
Αμ δε, με τη διπλή ψήφο του προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου το επίμαχο αίτημα απορρίφθηκε οριακά, προς μεγάλη απογοήτευση των αιτούντων. Ο δήμαρχος Καρπάθου Ηλίας Γ. Μακρής απευθυνόμενος μεταταύτα στους χαμένους της κίνησης, συνέστησε πατρικά:
«Κύριοι! Κατόπιν αυτού, το αίτημα σας απορρίπτεται.
Μόνη διέξοδος ο δρόμος της παντρειάς, σκεφθείτε το, έχετε χρόνο».
Επακολούθησε ζωηρό και παρατεταμένο το χειροκρότημα των συμβούλων πλειοψηφίας, ακόμη και μειοψηφίας που αντιτίθεντο σθεναρά στο αίτημα της νεολαίας. Ιδιαίτερα, κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι, δυνητικοί πεθεροί, κουνιάδοι, αδελφοί, έτριβαν τα χέρια από ανακούφιση, προφανώς διαβλέποντας στον ορίζοντα βροχή συνοικεσίων!…Οι άλλοι όμως της αντίπερας όχθης, άστα να πάνε. Έσουρναν τα… γαλλικά τους.——————————1.- Αργότερα με τη διαμεσολάβηση των συμπατριωτών μας Γιάννη Γ. Φιλιππίδη και Μιχαλάκη Λ. Χιωτάκη γενικών διευθυντών στα κεντρικά γραφεία Νέας Υόρκης του Μεγαλο-εφοπλιστή Σταύρου Λιβανού άνοιξαν το δρόμο στους νέους για «μπαρκάρισμα» σε ποντοπόρα βαπόρια.Μερικοί όμως «ανυπόμονοι» αντί να δουλέψουν με πάθος στη θάλασσα, με την πρώτη προσέγγιση σε λιμάνι της Αμερικής, το’ σκαγαν εκθέτοντας ολότελα τους ευεργέτες τους στα μάτια του εφοπλιστή, που πλήρωνε αβέρτα ένα κάρο χρηματικά πρόστιμα στην Αμερικάνικη κυβέρνηση για κάθε ένα από τους λαθραίους μετανάστες ναυτικούς.2.- Το συγκεκριμένο σπίτι διασώζεται στις μέρες μας.3.- Και όμως, μικρός θυμάμαι στα χρόνια εκείνα τις Κυριακές τα απόβραδα, δυό ντουζίνες κοπέλες της παντρειάς να σουλατσάρουνε ανά εξάδες υπό μορφήν παρελάσεως, κόβοντας βόλτες πάνω-κάτω από τη Σκάλα, μέχρι τα διοικητήρια και τούμπαλιν, κολλητά η μία στην άλλη, σαν να ήθελαν να μπλοκάρουν στο δρόμο τα αγόρια της εποχής με αδιαπέραστο φράγμα.Ο γάμος όμως κατατρόμαζε τους νέους της εποχής.Και λέω εγώ τώρα: Πούναι τα σημερινά μεγαλεία με τις γνωριμίες της μιας βραδιάς!… τους γρήγορους γάμους και την επιδημία διαζυγίων.4.- Δημαρχείο. Στεγαζόταν στου Μανώλη Ματσάκη το νεοκλασικό στη Βλυχά.————————–Απόσπασμα από το νέο Βιβλίο μου: ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ