γράφει ο Γιώργος Ιερομόναχος
Αγάπη για τη κτηνοτροφία της Η Ν Κασου
——————
Σήμερο επηα στο σχοινοκεφαλο στη Μαρισσα στης Μαρουκλας του Γιωργη του Λιοντα -Νικολακη να φάω δριλα και μανουλι παρέα με το φίλο μου το Γεωργή του Μανωλη του Μηνακα παρέα με το καπ- Μανωλη και την Ελένη
Εφαμε του σκασμού εκαμα μας και καφέ στη παρανηστια
Και του χρόνου Μαρουκλα νασε καλα να τους χαιρεσε όλους η ευλογία του Άι Μαμα στη μάντρα σας
Θα ξαναδιαηρω μια άλλη φορά
Ο καπ-Μανώλης επετα από τη χαρά του μόλις μα ειε μας εβγαλε και μαντιναες
Πάντοτε χαίρουτε οι βοσκοί
καί άς μή το μαρτυρούσι
σάν πάσι φίλοι καί ικοί
νά τούς επισκεφτούσι.
Οί επισκέψεις βίουσι
χαρά είς τόν τσοπάνη
γιατί ναι μιά παρένθεση
είς τή ζωή πού κάνει.
Τόν επισκέφτη ο βοσκός
θά τόν φιλοξενήσει
καθήκον έχει ιερό
νά τόν ευχαριστήσει.
Στίς μάντρες οί παλιοί βοσκοί
θώχταν νά κοιμηθούσι
γιατί δέν ήτον εύκολο
είς τό χωριό νά ρτούσι.
Δέν είχε αυτοκίνητα
σάν τώρα νά οδηγούσι
ώρες πολλές εκάνασι
νά πάσι καί νά ρτούσι.
Πρωί καί βράυ οί βοσκοί
αρμέα τά σφαχτά τους
καί μιά φορά τήν εβδομά
ήρκουτο στά χωριά τους
Εξελακώνα τά σφαχτά
νά ρτούν νά τά μαντρίσου
νά ρμέξου,νά μονάσουσι,
καί νά τυροκομήσου.
Ητονε δύσκολη βουλειά
και ήτον τυρανισμένοι
στήν μάντρα εξωμένασι
γιατί το κουρασμένοι
Γιαυτό εκαλοδέχουτο
πάντοτε τήν παρέα
απού ρκουτο οί εικοί
καί λέα τους καί νέα.
Αρχαίος νόμος τών βοσκών
γιά τήν φιλοξενία
καί μένει απαράλαχτος
απ τόν καιρό τού Δία.
Στούς επισκέπτες λέομε
όπως καί οί προγονοί μας
“αν δέν χωρεί τό σπίτι μας,
πάνω στή κεφαλή μας”
Πρέπει νά παραμήνουμε
είς τούς παλιούς τούς τρόπους
καί τά μητάτα ανοιχτά
νά χουμε στούς αθρώπους.
Τη μισή Κάσο έσωσα οι οσκοι μας καπ-Μανωλη τη εποχή του πολέμου
Τα φτασα καπ-Μανωλη στο Άι Δημήτρη που τη Ανασταση έφερνα οι οσκοι μας μυζηθρες και γάλα και βία σε όλο το χωριό
Τα φερνα μέσα στο Αγιο να τα διάβαση ο Πάπας με πολες ευχές στις μάντρες των βοσκων μας
Συγχωρεμένοι όλοι τους οι μέρες πονε