γράφει ο Μανώλης Κασσώτης
Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, η ανθρώπινη παρουσία στην Κρήτη άρχισε από την ανατολική πλευρά του νησιού, γύρω στο 8000 π.Χ., και 2000 χρόνια αργότερα, γύρω στο 6000 π.Χ., έγινε αισθητή και στην δυτική Κρήτη. Πρόκειται για προελληνικό λαό που ξεκίνησε από την Μέση Ανατολή και όταν έφτασε στα απέναντι Μικρασιατικά παράλια, πέρασε από Ρόδο, Κάρπαθο και Κάσο για να φθάσει στην Κρήτη.
Όταν εγκαταστάθηκαν στη Ρόδο, από την νότια άκρη του νησιού έβλεπαν στον ορίζοντα να υψώνονται τα βουνά της Καρπάθου και όταν επικρατούσε νηνεμία, με τα πλεούμενα της εποχής, διάβαιναν τον μεταξύ Ρόδου και Καρπάθου δίαβλο. Κι όταν έφταναν στην Σαρία συνέχιζαν την προς νότο διαδρομή τους κατά μήκος της ανατολικής παραλίας της Σαρίας και της Καρπάθου, για να προφυλαχθούν από τους δυτικούς ανέμους, που ως επί το πλείστον πνέουν στην περιοχή. Για περισσότερη ασφάλεια, λόγω του μικρού μεγέθους των πλωτών που διέθεταν, έπλεαν κοντά στην ακτή και εντυπωσιάζονταν από τα βουνά της Καρπάθου, που τους φαίνονταν θεόρατα. Απ’ αυτά τα βουνά εικάζουμε πως η Κάρπαθος πήρε το όνομα της.
{Ενώ η Γραμμική-Β έχει αποκρυπτογραφηθεί ως η γραφή της Μηκηναϊκής (Αρχαϊκή Ελληνική) γλώσσας, η Γραμμική-Α, η γλώσσα των πρώτων κατοίκων της Κρήτης, που ήρθαν από την Μέση Ανατολή δεν έχει αποκρυπτογαφιθεί. Έχουν όμως βρεθεί ορισμένες δίγλωσσες επιγραφές της Γραμμική-Α και Β (Minoan Language, Cyrus Gordon), βάσει των οποίων έχουν αποκρυπτογραφηθεί ορισμένες λέξεις της Γραμμικής-Α. Μεταξύ αυτών και η λέξη “Κα-Πα-Το-Ρα”, που σημαίνει κάτι που στέκεται όρθιο και έχει μεγάλο ύψος. Αν προ της συλλαβής “Πα” μεταφέρουμε την συλλαβή “Ρα” προκύπτει η ομηρική “Κράπαθο” (Κάρπαθος). Από την ίδια ρίζα υποθέτουμε πως προέρχονται τα Καρπάθια (βουνά της Ρουμανίας) και η Καρπασία (χερσόνησος της βόρειοανατολικής Κύπρου). Δεν αποκλείεται από την ίδια ρίζα να παράγεται το Καρπενήσι, που περιστοιχίζεται από βουνά. Όπως και η τουρκική πόλη Kerpe (στα ανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου), Kerpe ονομάζεται η Κάρπαθος στα Τουρκικά. Αυτές είναι υποθέσεις και πρέπει να περιμένουμε να αποφανθούν οι γλωσσολόγοι}.
Οι πρώτοι “Πηγαδιώτες”
Απ’ όλους τους κόλπους της Καρπάθου, των Πηγαδίων προσφέρεται ως ο καταλληλότερος για νεολιθική κατοίκιση. Στην εκτεταμένη παραλία του Βρόντη μπορούσαν να προθαλασσώσουν τα πλεούμενα τους και σε περίπτωση κακοκαιρίας να τα τραβήξουν στην αμμουδιά και να τα προστατεύσουν, οι δε σπηλιές που υπάρχουν στην περιοχή προσφέρονταν για κατοίκηση. Υπήρχε άφθονο νερό, όχι μόνο από την Πηγή της Μύλης, αλλά κι από άλλες πηγές που υπήρχαν στην περιοχή, επειδή αυτή την εποχή ολόκληρη η Κάρπαθος καλυπτόταν από δάση. Η δε εκτεταμένη πεδινή περιοχή γύρω από τον κόλπο των Πηγαδίων πρόσφερε εύκολη πρόσβαση στο εσωτερικό του νησιού προς εξεύρεσης τροφής και άλλων αναγκαίων εφοδίων. Οι νεολιθικοί άνθρωποι αυτής της εποχής ζούσαν από το κυνήγι, το ψάρεμα και την συλλογή καρπών, φρούτων και χορταρικών.
{Ακόμη και την εποχή που είμασταν παιδιά με τα χέρια πιάμαμε χταπόδια και πίνες και μαζεύαμε χοχλιούς. Πολλές φορές πιάναμε καβούρια με τα χέρια ή τα τρυπούσαμε με ένα ξυλαράκι και τα βγάζαμε από την καουρότρυπα, με το ίδιο ξυλαράκι ξεκολούσαμε και πιάναμε αχινούς από τις ξέρες. Όταν δεν είχαμε μαχαιράκι κτυπούσαμε τις πατελίδες με μια πέτρα και τις ξεκολούσαμε από τα βράχια. Ορισμένες σεληνοφώτιστες νύχτες τα αγριάδα ακολουθούσαν το φως του φεγγαριού κι έπεφταν στην αμμουδιά, όπου τα βρίσκαμε την άλλη μέρα. Το ίδιο συνέβαινε με τα καλαμάρια, που κι αυτά ακολουθούσαν το φως του φεγγαριού και μαζεύονταν σε αβαθείς παραλίες, όπου και τα μικρά παιδιά τα έπιαναν με τα χέρια}.
{Οι μεγάλοι με παγίδες που έστηναν (πλάκους του λέγανε) έπιαναν πέρδικες και άλλα πτηνά, καμιά φορά και λαγούς. Μικροί και μεγάλοι μάζευαν αυγά από τις φωλιές των αγριοπερίστερων και μετά από τα πρωτοβρόχια μάζευαν καλαούρους (σαλιγκάρια) μέσα από τα χωράφια. Οι ίδιοι την κατάλληλη εποχή του χρόνου μάζευαν αγριόχορτα, αγριαγκινάρες, σπαράγγια, αμανύτες, γλυκίδια (αγριομπίζελα), μύρτα, βατόμουρα, κουκουνάρι, και οι πιο ειδικοί “τρυγούσαν” το μέλι από αγριομελίσσια}. Όλες αυτές οι μέθοδοι εξεύρεσης τροφής ήταν γνωστές στους νεολιθικούς κατοίκους των Πηγαδίων.
Ποσείδιον
Τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στη περιοχή των Πηγαδίων (τάφοι, κτίσματα, εργαλεία) φανερώνουν μόνιμη κατοίκηση στην νεολιθική εποχή (6500 π.Χ – 3000 π.Χ.), στην εποχή του χαλκού (3000 π.Χ. -1100 π.Χ.), που συμπίπτει με την Μηνωική και Μηκηναϊκή εποχή, και στην εποχή του σιδήρου (1100 π.Χ. και μετά). Γύρω στο 600 π.Χ. τοποθετείται η δημιουργία της Κτοίνας Ποτιδαίων ή Ποσείδιον στην θέση της σημερινής πόλης των Πηγαδίων. Το Ποσείδιον, ως το κύριο λιμάνι του νησιού, αναπτύχθηκε και προόδευσε στην Κλασική και Ελληνιστική εποχή, στο διάστημα της οποίας λατρεύοταν η Λινδία Αθηνά, και ανάπτυξε στενές σχέσεις με τη Ρόδο. (Τα παιδιά της εποχής μου, μετά από δυνατές βροχές, έσκαβαν μέσα στα χωράφια που βρίσκονταν κάτω από την Ακρόπολη κι έβρισκαν αρχαία Ροδιακά νομίσματα).
Χριστιανισμός
Η ακμή του Ποσειδίου συνεχίστηκε και στην διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας και των πρώτων αιώνων της Βυζαντικής αυτοκρατορίας, οπότε διαδόθηκε ο Χριστιανισμός στην Κάρπαθο. Τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στην βασιλική που βρισκόταν κάτω από την Ακρόπολη, όπως το παλαιοχριστιανικό βαπτιστήρι που τοποθέτησαν οι Ιταλοί μέσα στον άλλοτε ανθόκηπο που κατασκεύασαν στην περιοχή του Διοικητηρίου, φαναιρώνουν εκτός από την διάδοση και εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού και την πρόοδο του Ποσειδίου σ’ αυτή την περίοδο. Το ίδιο μαρτυρούν και τα αρχαιολογικά ευρήματα από τις βασιλικές στην Άφωτη και στο Κεφάλι.
Πειρατεία
Οι επιδρομές των Σαρακηνών και η επικράτηση της πειρατείας στο Αιγαίο ανάγκασε τους Ποσειδωνίτες να εγκαταλείψουν το Ποσείδιον και να αποτραβηχθούν και οχυρωθούν στην τοποθεσία Κοράκι του Απερίου. Εκεί έμειναν στο διάστημα της Αραβοκρατίας, στα χρόνια της ανάκαμψης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την εποχή της Βενετοκρατίας και στο μεγαλύτερο διάστημα της Τουρκοκρατίας. Δεν ξέχασαν όμως το αρχαίον Ποσείδιον το οποίον διατηρήθηκε, μέχρι των ημερών, στην μνήμη των Απεριτών ως το Ποσί.
Το νέο “Ποσείδιον”
Τα πρώτα χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και την καταστολή της πειρατείας στο Αιγαίο, οι Καρπάθιοι άρχισαν να επιστρέφουν στην περιοχή του αρχαίου Ποσειδίου. Πρώτοι ήλθαν οι Απερίτες, ως ιδιοκτήτες της περιοχής, και ακολούθησαν Μενεδιάτες, Βωλαδιώτες και στην συνέχεια από τ’ άλλα χωριά. Αρκετοί ήρθαν από τα ναυτικά νησιά της Δωδεκανήσου Κάσο, Σύμη, Καστελλόριζο, Κάλυμνο και Χάλκη, όπως και από την Κρήτη, μέσω Κάσου. Το 1878 ο πληθυσμός των Πηγαδίων έφτασε στους 60 κατοίκους, κτίστηκε η Βαγγελίστρα και μαζί με την εκκλησία απέκτησαν παπά. Τα πρώτα σπίτια κτίστηκαν εκεί που βρίσκεται η εσωτερική προκυμαία του λιμανιού και αργότερα επεκτάθηκε μέχρι το Σιντριβάνι. Τα Πηγάδια αναπτύσσονται με γοργό ρυθμό, το 1896 ο πληθυσμός τους έφτασε στους 260 κατοίκους κι έγινε το κύριο λιμάνι του νησού. Δίπλα από την Βαγγελίστρα κτίστηκε το κελί της Παναγίας που στέγασε το πρώτο σχολείο των Πηγαδίων. Τα Πηγάδια εκτός από παπά απέκτησαν και δάσκαλο, αν και πολλές φορές το ίδιο πρόσωπο εκτελούσε και τα δύο καθήκοντα.
Πρωτεύουσα
Το 1892 κτίστηκε το Κονάκι και τον επόμενο χρόνο ο τούρκος Καϊμακάμης μετέφερε την έδρα του και την πρωτεύουσα της Καρπάθου από το Απέρι στα Πηγάδια, μαζί με το Δικαστήριο, την Αστυνομία, το Τελωνείο και ορισμένες άλλες υπηρεσίες. Τα Πηγάδια αποσπάστηκαν από το Απέρι και αποτέλεσαν χωριστό δήμο, αλλά μόλις στην δεκαετία του 1920 απέκτησαν δικά τους όρια που έφθαναν μέχρι τον ποταμό της Άφωτης. Το Απέρι συνέχισε ως το πνευματικό και εκπαιδευτικό κέντρο της Καρπάθου, εκεί έμειναν η Μητρόπολη και τα εκπαιδευτήρια. Τα Πηγάδια συνέχισαν να επεκτείνονται στην περιοχή της Βαγγελίστρας και προς το Κονάκι.
Ιταλοκρατία
Τη νύχτα της 17ης προς την 18η Μαΐου 1912 έφτασαν στην Κάρπαθο το θωρηκτό Vittorio Emanuele και το αντιτορπιλικό Alpino, και οι Ιταλοί κατέλαβαν την Κάρπαθο. Στις 14 Ιουλίου 1913 ήλθε στην Κάρπαθο το θωρηκτό Regina Margharitaκαι αγκυροβόλησε έξω από το Δεσποτικό χωρίς να γνωρίζει το βάθος. Γύρω στα 40 μέτρα εξαντλήθηκε και κόπηκε η αλυσίδα και μαζί με την άγκυρα κατέληξε στο βυθό, στα 88 μέτρα. Οι Ιταλοί έφεραν από την Σύμη τον γυμνό βουτηχτή Στάθη Χαζή, ο οποίος με άπνοια και μια σκανταλόπετρα κατόρθωσε να φτάσει στο βυθό και να δέσει την αλυσίδα, την οποίαν ανέσυραν οι Ιταλοί μαζί με την άγκυρα.
Στις 24 Ιουλίου 1923, βάσει της συνθήκης της Λωζάνης, η Τουρκία παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, η οποία στις 6 Αυγούστου 1924 τα προσάρτησε ως Ιταλική κτίση. Τα επόμενα χρόνια οι Ιταλοί δημιούργησαν ορισμένα έργα υποδομής στα Πηγάδια, ανακατασκεύασαν το Κονάκι και το Τελωνείο και έφτιαξαν την εσωτερική προκυμαία του λιμανιού, που προέκτειναν πέραν του Τελωνείου. Τα Πηγάδια απέκτησαν ταχυδρομική και τηλεγραφική υπηρεσία και αργότερα με υποθαλάσσιο καλώδιο συνδέθηκαν με τ’ άλλα νησιά της Δωδεκανήσου.
Οι Ιταλοί διαμόρφωσαν την περιοχή που βρίσκεται απέναντι από το Γα(δ)αρόνησο και έκτισαν το Διοικητήριο με ευρύχωρη πλατεία και ανθόκηπο. Έφτιαξαν πολεοδομικό σχέδιο, διεύρυναν και ασφαλτόστρωσαν τον κεντρικό δρόμο από το λιμάνι μέχρι το Διοικητήριο και απαγόρευσαν την οικοδόμηση νέων κτισμάτων προς την μεριά της θάλασσας. Δενδροφύτευσαν τον δρόμο προς τη μεριά της θάλασσας με θαλασσόδεντρα και τοποθέτησαν στηθαίο από πόρινες κολόνες και σιδερένιες σωλήνες. Άνοιξαν καινούργιους δρόμους, που δενδροφύτεψε ο Δήμος με μαρωνές, και το 1929 οι Ιταλοί σύνδεσαν τα Πηγάδια με το Απέρι με αυτοκινητόδρομο και στην συνέχεια με όλα τα χωριά της νοτίου Καρπάθου. Στην δεκαετία του 1930 τα Πηγάδια επεκτάθηκαν στην περιοχή του Διοικητηρίου και ο πληθυσμός τους πέρασε τους 600 κατοίκους.
Σ’ όλο διάστημα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ιταλός στρατιωτικός Διοικητής και όλες οι στρατιωτικές υπηρεσίες έδρευαν στα Πηγάδια, που επάνδρωσαν και οχύρωσαν από την Αγία Κυριακή μέχρι το Βρόντη. Τα Πηγάδια, μαζί με το αεροδρόμιο του Αφιάρτη, έγιναν στόχοι συμμαχικών πολεμικών πλοίων και αεροπλάνων, προξενόντας ανθρώπινα θύματα και υλικές καταστροφές. Πολλές φορές οι Πηγαδιώτες αναγκάστηκαν να διανυκτερεύσουν σε στάβλους και σπηλιές για να προστατευθούν από τους βομβαρδισμούς.
Γερμανοκρατία
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1943, δυο μέρες πριν ανακοινωθεί η ανακωχή των Συμμάχων με την Ιταλία, αποβιβάστηκε στα Πηγάδια ένα Γεμανικό τάγμα και στις 13 Σεπτεμβρίου οι Ιταλοί παρέδωσαν την Κάρπαθο στους Γερμανούς. Στις 20 Σεπτεμβρίου συμμαχικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τα Πηγάδια και οι Πηγαδιώτες διατάχθηκαν να τα εγκαταλείψουν. Οι περισσότεροι πήγαν στο Απέρι και αρκετοί στην Βωλάδα, Όθος και Πηλές. Άλλοι έμειναν σε στάβλους, στην Κυρά Παναγιά, στο Κούρι και στην Δαματρία, στα Πηγάδια έμειναν μόνο αυτοί που δούλευαν στα Γερμανικά μαγειρεία. Η συμμαχικοί βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν με υλικές καταστροφές και ανθρώπινες απώλειες. Μετά από ένα χρόνο οι Γερμανοί εγκατέλειψαν την Κάρπαθο, οι τελευταίοι Γερμανοί έφυγαν το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 1944.
Εξέγερση
Το πρωί της 5ης Οκτωβρίου 1944, αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών εξεγέρθηκαν οι Καρπάθιοι εναντίον των Ιταλών και κατέλαβαν την εξουσία του νησιού. Στα Πηγάδια δημιουργήθηκε ένοπλη ομάδα υπό τον πρώην λοχία του Ελληνικού στρατού Γιώργο Παραγιουδάκη. Μεταξύ των επτά Καρπαθίων που πήγαν στην Αίγυπτο για να αναφέρουν στους Συμμάχους την αποχώρηση των Γερμανών και την κατάληψη της εξουσίας συγκαταλέγονται οι Πηγαδιώτες Γιώργος Χριστοδούλου, Νίκος Σταματάκης και Λάζαρος Κοσμάς.
Απελευθέρωση
Στις 17 Οκτωβρίου 1944, ειδοποιημένοι από τους Καρπάθιους, έφθασαν στα Πηγάδια τα Βρετανικά αντιτορπιλικά Terpsichore και Cleveland και κατέλαβαν την Κάρπαθο. Στα Πηγάδια εγκαταστάθηκαν οι Συμμαχικές στρατιωτικές αρχές, ένα τάγμα Ινδών στρατιωτών, οι πολιτικές υπηρεσίες και αποκαταστάθηκε η ομαλή λειτουργία του λιμανιού. Μετά την άφιξη των Άγγλων και μέχρι να απελευθερωθεί η Ρόδος, ήρθαν στα Πηγάδια, μέσω Τουρκίας, 4000 Δωδεκανήσιοι πρόσφυγες οι οποίοι προωθήθηκαν στα χωριά και στην συνέχεια στον Αφιάρτη όπου οι Άγγλιοι έφτιαξαν προσφυγικό συνοικισμό.
Επιστροφή
Αμέσως μετά την άφιξη των Άγγλων άρχισαν να επιστρέφουν οι Πηγαδιώτες στα σπίτια τους, που είχαν εγκαταλείψει. Τα επισκεύασαν από τις φθορές της εγκατάλειψης και των βομβαρδισμών και σιγά-σιγά επανήλθε η ζωή στα Πηγάδια. Οι Άγγλοι αποκατέστησαν τις υπηρεσίες, όσο επέτρεπε ο πολεμος που συνεχιζόταν, και πήραν αρκετούς Πηγαδιώτες και άλλους Καρπάθιους στην υπηρεσία τους. Παραχώρησαν το Κονάκι στο Δήμο, όπου στεγάστηκε το δημοτικό σχολείο και με χρήματα της UNRRA άρχισαν την οικοδόμηση νοσοκομείου στο Νιοχώρι, το οποίο δεν πρόφθασαν να τελειώσουν. (Πάνω στα ίδια θεμέλια κτίστηκε το σημερινό δημοτικό σχολείο). Στίς 31 Μαρτίου 1947 οι Άγγλοι αποχώρησαν από την Κάρπαθο.
Ενσωμάτωση
Ακριβώς στις 12 το μεσημέρι υποστάλει η Αγγλική σημαία και στην θέση της υψώθηκε η Ελληνική. Όλοι οι Πηγαδιώτες και αρκετοί από τα χωριά συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του Διοικητηρίου για να παρευρεθούν το ιστορικό γεγονός. Την επομένη, 1η Απριλίου 1947, έφτασε το αρματαγωγό “Χίος” με τους χωροφύλακες και τους δημοσίους υπαλλήλους για να επανδρώσουν τις δημόσιες υπηρεσίες. Στο “Χίος” επέβαινε και ο Καρπαθιακής καταγωγής βουλευτής Πειραιώς Περικλής Χρυσοχέρης. Στις 14 Οκτωβρίου 1948 επεσκέφθηκαν την Κάρπαθο με το αντιτορπιλικό “Άστιγκξ”, οι Βασιλείς της Ελλάδας Παύλος και Φρειδερίκη, ο μισός πληθυσμός της Καρπάθου συγκεντρώθηκε στα Πηγάδια για να τους υποδεχθεί.
Ανάπτυξη
Μετά την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, αρκετοί Καρπάθιοι μετανάστευσαν στην Αττική και σε χώρες του εξωτερικού προς εξεύρεση εργασίας, ο πληθυσμός όλων των χωριών, εκτός των Πηγαδίων, ελαττώθηκε σημαντικά. Στα Πηγάδια, ως διοικητικό, εμπορικό και ναυτικό κέντρο δημιουργήθηκαν ορισμένες ευκαιρίες εργασίας, όπου αρκετοί Καρπάθιοι μετακόμισαν από τα χωριά τους. Στην περιφέρεια ανατολικά της Δαματρίας δημιουργήθηκε νέος συνοικισμός με την ονομασία Νιοχώρι, σε λίγα χρόνια τα Πηγάδια έγιναν ο πολυπληθέστερος δήμος της Καρπάθου. Το 1958 κατασκευάστηκε ο πρώτος λιμενοβραχίονας και το “Άνδρος”, το πλοίο της γραμμής, μπορούσε να πλευρίζει διευκολύνοντας την επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών.
Από την δεκαετία του 1990 και μετά, η αύξηση του τουρισμού συνετέλεσε σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη των Πηγαδίων. Επεκτάθηκε ο λιμενοβραχίονας, κατασκευάστηκε ο παραλιακός δρόμος, δημιουργήθηκε “Μαρίνα” στο Γαδαρόνησο, άνοιξαν αρκετά εστιατόρια και άλλα καταστήματα και κτίστηκαν αρκετά ξενοδοχεία, μεταξύ των οποίων και δυο πεντάστερα. Αλλά επηκολούθησε και οικοδομική αναρχία, τα Πηγάδια τσιμεντοποιήθηκαν και έχασαν τον νησιωτικό τους χαρακτήρα και όπως είχε προβλέψει η δημοσιογράφος Yvonne Bolzano, “τα Πηγάδια έγιναν ένας μικρός Πειραιάς”. Το 1998, με τον “Καποδίστρια” και αργότερα με τον “Πολυκράτη”, τα χωριά της Καρπάθου ενώθηκαν σε ένα δήμο με πρωτεύουσα τα Πηγάδια.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Μανώλη Κασσώτη, «Αναπολώντας τα παλιά Πηγάδια με τα μάτια ενός παιδιού»