Γιώργος Κανάκης: Ο τόπος που γεννήθηκα [απόσπασμα]

Γιώργος Κανάκης: Ο τόπος που γεννήθηκα [απόσπασμα]

Ο τόπος που γεννήθηκα [απόσπασμα]

Ο ήλιος βγαίνει ολόχρυσος στης ροδαυγής τη στάφνη,
μα μένα είν’ τα χείλη μου στυφά σαν πικροδάφνη.


Πολλές φορές παιδεύομαι μα λύνω τα δεσμά μου
κι απ’ την αρχή τα κυνηγώ τ’ αγρίμια όνειρά μου.

Καρδιά, μη συγχορδίζεσαι με των πολλών τα τέλια
κι ας σε κρεμάσουν, στου ντουνιά, τα σουβλερά τσιγκέλια.

-Έχω αρματωσιά καλή, τα παιδικά μου χρόνια
και δεν φοβάμαι κεραυνούς, θύελλες και τελώνια.

Δεν γονατίζω εύκολα στης μοίρας τα τσαλίμια
και δεν με σκιάζουνε, ποτέ, λογάδες και θρασίμια.

Εγώ, γυρίζω ανάποδα τη μηχανή του χρόνου
και τα νικάω τα θεριά π’ ορμούν και δαγκώνουν.

Μπαίνω στα καταφύγια της βιωμένης μνήμης
και το ταξίδι ακολουθώ μιας νοτισμένης πρύμης.

Σεντόνι είχα υφαντό για παιδική μου κούνια,
άσκαυλοι με νανούρισαν και λύρες με κουδούνια.
[…]
Βάζω σε κάθε βήμα μου νήματα μεταξένια
και τα υφαίνει η σκέψη μου με κτένια σεντεφένια.

Ο τόπος που γεννήθηκα κι είδα το φως του κόσμου,
μι’ ανατολή, ένα ’λιόγερμα και δυο κλαδάκια δυόσμου.

© Γιώργος Ν. Κανάκης

28.1.2023

Καρπαθιακά Νέα