Τι ήταν η βεντέμα στην Κάρπαθο;

Τι ήταν η βεντέμα στην Κάρπαθο;

 

του Νίκου Σαραντάκου από το https://sarantakos.wordpress.com

Βεντέμα λοιπόν είναι η συγκομιδή των καρπών γενικώς, αλλά ειδικότερα είναι η συγκομιδή της ελιάς στην Κρήτη ή ο τρύγος στη Σαντορίνη, που είναι δυο από τα μέρη όπου ακούγεται πολύ η λέξη.

Είναι δάνειο από το ενετικό vendema (vendemmia στα σημερινά ιταλικά) που σημαίνει τον τρύγο. Η ιταλική λέξη ανάγεται στην υστερολατινική vindemia, από τις λέξεις vinum, που είναι το κρασί (οίνος) και demere. μαζεύω. Πέρα από Κρήτη και Σαντορίνη, η λέξη ακούγεται και στις υπόλοιπες Κυκλάδες, στα Επτάνησα και τη Δυτική Πελοπόννησο, δηλαδή στα μέρη της ενετοκρατίας. Τη λέξη την έχει ο Κριαράς στο μεσαιωνικό λεξικό του.

Στα ελληνικά βλέπουμε ότι η έννοια της ιταλικής λέξης επεκτάθηκε ώστε να σημαίνει γενικά τη συγκομιδή, αν και ο τρυγος παραμένει η μία από τις δύο βασικές σημασίες της. Βεντέμα είναι επίσης η εποχή της συγκομιδής (ή του τρύγου).

Όμως, κατ’ επέκταση, βεντέμα δεν είναι απλώς η συγκομιδή, είναι και η καλή σοδειά και η καλή χρονιά που έχουν τα ελαιόδεντρα. Οι ελιές, αν δεν το ξέρετε, έχουν τη μια χρονιά βεντέμα, πολύ καρπό δηλαδή, και την άλλη όχι. Κάτι ανάλογο είπε χτες, κατά σύμπτωση, ο φίλος μας ο ΚΑΒ, που γύρισε μόλις από το νησί του, ότι φέτος ήταν «λαδοχρονιά». Η διαφορά ανάμεσα στη χρονιά της βεντέμας και στην άδεια χρονιά είναι μεγάλη: η άδεια χρονιά θα έχει γύρω στο ένα τρίτο της καλής. Κι αυτό σημαίνει πως αν το χτήμα έχει βεντέμα θα συμφέρει το μάζεμα και θα βρεθεί σέμπρος να το αναλάβει σιμισιακό, μισό μισό, ενώ αν είναι άδεια χρονιά θα ζητήσει πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ή δεν θα το αναλάβει.

Βέβαια, αυτά τα γράφω χωρίς να έχω ιδία πείρα και περιμένω να συμπληρώσουν ή να διορθώσουν οι ελαιοπαραγωγοί του ιστολογίου. Ξέρω από τις φιστικιές που έχουν παρόμοια συμπεριφορά (μια χρονιά καλή και μια άδεια) αλλά στην Αιγινα δεν άκουσα να χρησιμοποιούν τη λέξη «βεντέμα» ή κάποιαν άλλη ειδική λέξη -έχετε φιστίκια φέτος; ρωτάνε. Διότι, όπως είπαμε, πάει με τη χρονιά. Αν βέβαια κάποιος έχει χτήματα σε διαφορετικά μέρη, μπορεί τα μισά να έχουν βεντέμα και τα άλλα όχι. Ή, όπως διαβάζω σε κάποια κρητική ιστοσελίδα: «Αλλού έχουν μεγάλη βεντέμα οι ελιές, αλλού μεσοβεντέμα και αλλού καθόλου ελαιόκαρπο».

Στο αρχείο παροιμιών της Ακαδημίας βρίσκω και μια παροιμία που την είχε αποθησαυρίσει ο Ιω. Κονδυλάκης: Καλιά ‘ναι μια καλή λαδιά παρά μεγάλη βεντέμα. Και εξηγεί: Μεγάλη ή καλή λαδιά όταν οι ελιές χύνουν πολύ λάδι, βεντέμα = εσοδεία ελαιών. Ίσως μας εξηγήσουν περαιτέρω οι ελαιοπαραγωγοί του ιστολογίου τη διαφορά, πάντως και σε σχόλιο στο Τουίτερ αναφέρεται ότι «φέτος λόγω κλιματικής αλλαγής είναι μεγάλη η απόδοση σε λάδι».

Και σε μια μαντινάδα περιγράφεται χρονιά ευλογημένη, πολλαπλής αφθονίας:

Ήτονε χοχλιδοχρονιά μα και στσ’ ελιές βεντέμα
πολλά μουζούρια αμύγδαλα είχαμε μαζωμένα (το μουζούρι είναι μέτρο χωρητικότητας)

Την ίδια σημασία με τη βεντέμα, που είναι ιταλικό δάνειο, την έχει και το μαξούλι, τουρκικό δάνειο, με ευρύτερη γεωγραφική κατανομή. Στη Μυτιλήνη, ας πούμε, τον καιρό της μονοκαλλιέργειας της ελιάς, έλεγαν μαξουλοχρονιές ή μαξούλια τις καλές χρονιές (απ’ όσο ξέρω, δεν τη λένε τη βεντέμα).

Λόγω Κρήτης επικεντρωθήκαμε πολύ στο λάδι και τον ελαιόκαρπο, ενώ όπως είπα η λέξη «βεντέμα» χρησιμοποιείται και για τον τρύγο και ειναι ιδιαίτερα ζωντανή στη Σαντορίνη -όπως σε αυτό το, ελαφρώς διαφημιστικό, άρθρο εφημερίδας, όπου όμως η λέξη αποδίδεται σε «φραγκολεβαντίνικη» επιρροή ενώ κατά τη γνώμη μου είναι σαφώς βενετσιάνικη. Ακόμα, στο ιστορικό λεξικό της Ακαδημίας βρίσκω ότι στην Κάρπαθο λένε (ή λέγανε) «βεντέμα» την κατάλληλη περίοδο για να ψαρευτεί το κάθε ψάρι, και γενικά την κατάλληλη περίσταση.

Επίσης κατ’ επέκταση, βεντέμα είναι η αφθονία, η έντονη και πυρετική δραστηριότητα, το πανηγύρι ακόμα. Και σαν επίρρημα, βεντέμα = αδιάκοπα· η μηχανή δουλεύει βεντέμα, είχα βρει σε τοπικό γλωσσάρι από την Ηλεία -δηλαδή δουλεύει συνεχώς και στο φουλ.

Για την ελιά και το λάδι δεν έχω γράψει άρθρο στο ιστολόγιο -ίσως επειδή το θέμα είναι απέραντο. Οπότε, ας θεωρηθεί το άρθρο τούτο σαν μια πρώτη πρόγευση. Πάντως, παλιά, το να έχει κάποιος ελιές ήταν μεγάλη υπόθεση. «Με χίλιες ρίζες ήσουν άρχοντας, τώρα δεν είσαι τίποτα», είχα ακούσει κάποτε να συζητάνε δυο συγγένισσες.

Από εκείνους τους καιρούς έχει μεινει και η (κρητική) παροιμία: «Με μια καλή βεντέμα ξεχρεώνει ο νοικοκύρης». Πώς να ξεχρεώσει σήμερα ο νοικοκύρης; Άδηλον. Ο Νικοκύρης όμως ξεχρέωσε το άρθρο που είχε υποσχεθεί!