Χρυσάνθεμο ή Ίριδα; της Ζωής Σαμαρά

Χρυσάνθεμο ή Ίριδα; της Ζωής Σαμαρά

Ένα παιδί τρέχει. Στα χέρια του κρατά το πιο λαμπερό χρυσάνθεμο, σταλμένο από τον Ήλιο. Κοντοστέκεται, τα χέρια ψηλά, ενωμένα, σαν να προσεύχεται, ενώ θωρεί, με ανείπωτο θαυμασμό, το χρυσό λουλούδι, αδέλφι της ψυχής του. Είναι αληθινό λοιπόν το όνομά του. Αναδύει από τα βάθη του πηγαίο φως. Δεν είναι ετερόφωτο, δεν είναι δώρο της Σελήνης.

Μα πώς ξαφνικά μεταμορφώθηκε ένας άλλος βλαστός τής γης σε όπλο για εξέγερση μέρα Μαγιού; Η μαγεία του χωροχρόνου, κολυμβήθρα για να βαφτίσουμε, να λυτρώσουμε και, αμέσως μετά να ονομάσουμε, όλα τα κτίσματα, όλα τα πλάσματα που δεν έδειξε με το δάχτυλό του ο Δημιουργός στον Αδάμ. Το εφήμερο φτερουγίζει σε ουρανό αέναης επανάστασης. Το αναπάντεχα βίαιο θηλυκό, με όνομα που άλλαξε νόημα μόλις η αγγελιαφόρος των θεών μεταμφιέστηκε σε λουλούδι, σαν να όφειλε να συμπληρώσει το ηλιόφωτο αρσενικό. Έκφραση βαθιάς, άδολης αγάπης το ουδέτερο όνομα, κάτι σαν υποκοριστικό, το χρυσάνθεμο προκαλεί χαρά, ξεχειλίζει συναίσθημα.

Διαδήλωση είναι, θα περάσει. Ή μήπως όχι; Μάης, ο μήνας του ήλιου και της ομορφιάς, ο μήνας του χάους. Βία, η αδυναμία του πιο αδύναμου των έμβιων όντων. Ή, μάλλον, το πεπρωμένο του. Κάπου εκεί κοντά, μια γλάστρα με την Ίριδα στο κέντρο της. Άνθη με πλήθια χρώματα, που ξεγελούν, μας απομακρύνουν από τα φύλλα που μιμούνται την κόψη του σπαθιού. Πόση πια αντιφατικότητα σε ένα σχεδόν άγνωστο χαμόκλαδο, που φιλοδοξεί να γίνει σύμβολο του ανθρώπινου γένους. Όρθιο, μπροστά στην παθητική αρχή του σύμπαντος, τον ανθό της Φύσης, διεκδικεί την Ανθρωπότητα, ίσως με στόχο να αλιεύσει πιστούς για την άνομη θρησκεία του.

Και ο Άνθρωπος βαδίζει στο Κενό. Τι κι αν ένα παιδί σφίγγει όσα χέρια παιδιών μπορεί να φτάσει, να τα παρασύρει σε χορό ψηλά πάνω από τη θάλασσα, γύρω από τη Γη. Το παιδί νιώθει πως βρίσκεται μπροστά σε μια κοσμική παρερμηνεία. Δεν καταλαβαίνουν οι μεγάλοι. Το απέραντο σύμπαν αποδεικνύεται πολύ μικρό για να χωρέσει το εγκώμιο μωρίας όλων των αφρόνων.

Έτρεχε η Ίριδα αφήνοντας πίσω της τη γλάστρα, το πάτριο έδαφος. Φουρτουνιασμένο το πέλαγο, έφταναν ψηλά τα κύματά του. Οι γλάροι ξεστράτισαν. Τα φύλλα-σπαθιά τρυπούσαν τον αέρα, έτοιμα να ανοίξουν άγονες μαύρες τρύπες στο στερέωμα. Η Ίριδα αντικρίζει αγέρωχα τον Χρυσάνθεμο, τον ζητά σε γάμο, χωρίς να γονατίσει, βλέπει από μακριά τον πόνο στα μάτια του παιδιού, την έκκληση στο λουλούδι του Ήλιου να αρνηθεί, μα εκείνη δεν δειλιάζει.

– Γύρνα στη θεϊκή σου υπόσταση, κι εγώ θα μετουσιωθώ σε Χρυσό Ανθό για να σε κάνω ταίρι μου, ψιθύρισε παρακλητικά το Χρυσάνθεμο.

– Δεν θα ανήκεις ποτέ στο γένος των θνητών, αν πρώτα δεν κρατήσεις σπαθί στα χέρια σου, απάντησε προκλητικά η Ίριδα, επιδεικνύοντας τα φύλλα της, έτοιμα για επίθεση.

Και όταν μέσα σε μια στιγμή ξεχύθηκαν εναντίον της τα σμήνη των γλάρων, άγγελοι με λευκή ψυχή, που ενέδυσε το κορμί τους, είδε ότι χρησιμοποίησε λάθος τα όπλα που της είχε χαρίσει το Σύμπαν. Ήταν όλα μόνο αμυντικά.

Ένα παιδί φόρεσε τα φτερά του, τώρα πετά στον ουρανό. Ένα χρυσάνθεμο ανοίγει με μιας τα πέταλά του, για να πετάξει πλάι στο παιδί. Θα γίνουν και οι δύο αχτίνες του Ήλιου να επιστρέψουν στη Γη. Θα γίνουν ουράνιο τόξο να προστατέψουν τη Γη και τον Ήλιο. Χιλιάδες χρόνια τώρα τα περιμέναμε.

 

https://www.google.com/amp/s/www.culturebook.gr/grafeio-pezografias/epta-syn-ena-dihghmata/7-1-2022-culture-book-1-may.html%3fformat=amp