Ο χορός, σύμβολο εθνικής ταυτότητας κι αιτία διαμάχης: Τουρκία- Κύπρος-Κάρπαθος.

Ο χορός, σύμβολο εθνικής ταυτότητας κι αιτία διαμάχης: Τουρκία- Κύπρος-Κάρπαθος.

 

 

γράφει η   Μαριγούλα Κρητσιώτου

 

Πρόσφατα, η κίνηση για ένταξη του καρπάθικου καθιστού γλεντιού στους καταλόγους άυλης πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO έκανε σε όλους μας αντιληπτό, ότι η μουσική και ο χορός αποτελούν ισχυρό μέσον έκφρασης της τοπικής πολιτισμικής ταυτότητας, που διεγείρει το Εμείς και Εσείς και την προσπάθεια ανάδειξης του ποιος είναι ποιος έναντι του άλλου. .

 

Αν στον χορό αναγνωρίζονται τα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας, οφείλεται στο σώμα που τον παράγει. Μέσα στο σώμα φωλιάζουν οι αλλεπάλληλες εμπειρίες από το γύρω φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, ώστε να του εξασφαλίζουν την βαθειά κι ασυνείδητη γνώση τους.  Αυτή η γνώση μετατρέπεται σε έξη – δεύτερη φύση-και σωματική μνήμη. Ακριβώς για τούτο, το σώμα χαρακτηρίζεται «μνημονικό βοήθημα» και «αναλογικός τελεστής», όχι μόνο των κανόνων μιας κοινωνίας, αλλά και της σχέσης των ανθρώπων της με τον κόσμο. Οι έξεις είναι σαν σωματική γραμματική, περισσότερο ανθεκτική από την ίδια την γλώσσα. Επιπλέον, οι έξεις εκδηλώνονται με πράξεις και κατά συνέπεια, αναγνωρίζονται στο φέρεσθαί του σώματος. Στο πώς αυτό κινείται, στέκεται, συμπεριφέρεται κι εκφράζεται [Bourdieu, 2006: 336-337]. Κατόπιν τούτων, ο χορός είναι ένας κινητικός σχεδιασμός του σώματος, στον οποίο αυτό οργανώνει και λειτουργεί τις γνωστές του σχέσεις (κοινωνικές- συγγενικές-ηλικιακές-ανδρών/γυναικών κι επίσης τις σχέσεις με την φύση και τα θεία. Με άλλα λόγια, ο χορός αποτελεί  μια συνειδησιακή κατάσταση. Σκιαγραφεί την συναίσθηση απέναντι σε κοινωνικο- ηθικά πρέπει και τα παράγωγα αισθήματα και συναισθήματά μας. Με δυο λόγια, τον πολιτισμό μας. Εξάλλου, είμαστε οι πράξεις μας κι όλα όσα βρίσκονται πίσω από αυτές. Χορεύοντας, επομένως, εξιστορούμε, χωρίς λόγια, την κοινωνία μας. Χορεύουμε τον πιο βαθύ ατομικό και συλλογικό εαυτό, δείχνουμε, ποιοι και από πού είμαστε.

 

Εκτός από την τοπική ταυτότητα, ο χορός προβάλλει επιπλέον την εθνική, όπως οι χοροί με αποδεδειγμένη ιστορική πολιτισμική συνέχεια (τσάμικος, συρτός ή ότι αφορά το ρεμπέτικο), που έχουν αναγνωριστεί από την UNESCO, ως μνημεία της άυλης πολιτισμικής κληρονομιάς μας. Μερικές φορές, και οι διάφοροι τοπικοί χοροί μπορεί να διαπερνούνται από εθνικά νοήματα. Η παρουσίασή τους, για παράδειγμα, σε διεθνή συνέδρια και φεστιβάλ προσφέρεται για την προβολή κι αναγνώριση της συνολικής πολιτισμικής ταυτότητας της χώρας, από την οποία προέρχονται. Αν όμως, υπεισέρχεται η πολιτική διάσταση και κάθε φύσης έντονες αντιθέσεις μεταξύ εθνών-κρατών, τότε κι αυτοί οι χοροί παίρνουν την θέση εθνικού συμβόλου, ενεργοποιώντας, επίσης, το Εμείς και Εσείς, τις εχθρικές συμπεριφορές, την υπονόμευση, τον διαχωρισμό και την διαίρεση, αν και  ο χορός αποτελεί τέχνη που ενώνει εθνοτοπικές και εθνικές διαφορετικότητες και διαφορές.

 

Πειστικά είναι τα ακόλουθα παραδείγματα, τα οποία αποκαλύπτουν πώς η τουρκο-οθωμανική αντίληψη εκμεταλλεύεται το χορό, μέχρι σήμερα.

 

Σε διημερίδα και εργαστήρια χορού στην Κύπρο – Λευκωσία (2004), μια Τουρκοκύπρια* μίλησε και παρουσίασε, με χορευτική ομάδα, τους χορούς της περιοχής της. Αυτοί δεν ήταν άλλοι, μουσικά και κινητικά, από τους κυπριακούς. Μαγκωθήκαμε κι εμείς οι Ελλαδίτες, μένοντας μόνο στην θέα των χορών και στο άκουσμα της μουσικής, χωρίς άμεσα να εμβαθύνουμε στο τι κομίζει η μακρόχρονη κοινή ζωή των ανθρώπων. Οι Ελληνοκύπριοι αντέδρασαν πιο δραστικά. Ενας ανέβηκε στην σκηνή για προσωπική παρέμβαση. Η Τουρκοκύπρια εξήγησε ότι, μετά την εισβολή έρχονταν Τούρκοι δάσκαλοι να τους μάθουν, ποια είναι η επίσημη γι αυτούς σωματική γλώσσα, οι χοροί και οι μουσικές τους. «Η Κύπρος είναι ο τόπος μας και η ιστορία μας. Κι εκείνοι θέλουν να γίνουμε κάτι άλλο, από αυτό που είμαστε. Αλλά κι εσείς μας σπρώχνεται να γίνουμε αυτό που εκείνοι θέλουν. Για σκεφτείτε κι εμάς** …», είπε φορτισμένη.

Και συνέχισε, λέγοντας ότι η ίδια και πολλοί άλλοι από τις κοινότητές τους, μεικτές και αμιγείς, αμφισβητούσαν τις προθέσεις εκείνων που ήθελαν να διαγράψουν βίαια την ειρηνική ζωή τους με τους Κύπριους, την πίστη τους σε ορθόδοξους Αγιους και γενικότερα τους  τρόπους, με τους οποίους έμαθαν να σκέπτονται, να αισθάνονται, να δρουν και να επικοινωνούν μεταξύ τους. Για τούτο, ξεκίνησε έρευνα, η οποία επιβεβαίωνε όσα γνώριζαν και βίωναν μέχρι την δική της γενιά. Δηλαδή, τις κοινές μεταξύ Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων μουσικοχορευτικές συνήθειες και το πώς μέσω αυτών και οι μεν και οι δε ενθουσιάζονταν και ενώνονταν, σαν συνέπεια της μακριάς συμβίωσης και αλληλογνωριμίας τους. «Το σώμα δεν λέει ψέματα», είπε κι έδειξε τους χορευτές. Στην συνέχεια, πήρε και κράτησε, με νόημα, τα χέρια του Ελληνοκύπριου και με το βλέμμα της στο βλέμμα του, είπε: «Τώρα πρέπει να κρατούμε τα χέρια και να κοιταζόμαστε στα μάτια ..», εδώ έστριψε κι έφευγε από την σκηνή, συμπληρώνοντας, «κι όχι να γυρίζει ο ένας στον άλλο την πλάτη, γιατί θα χαθούμε»**.

 

Σε σχέση με την Κάρπαθο, τα γεγονότα έχουν ως εξής: Δεν είναι βέβαιη η χρονολογία, 1994; ’95; ’96;. Πάντως, επί προεδρίας της κας Ζωής Γεργατσούλη-Σπανομανωλή, το Λύκειο Ελληνίδων Καρπάθου εκπροσώπησε την Ελλάδα σε διεθνές φεστιβάλ χορού, στην Βουλγαρία- Φιλιππούπολη. Σ’ αυτό, εκτός άλλων, κάθε χώρα θα παρουσίαζε όλους τους χορούς της, σε μια δική της βραδιά. Επειδή, εκείνη των Τούρκων συνέπιπτε με παράστασή τους σε περιοχή ομογενών, ο υπεύθυνος της διοργάνωσης πρότεινε να τους φιλοξενήσουμε στην δική μας. Δεχθήκαμε, πολιτισμό κάναμε κι όχι πολιτική. Μάλλον, όμως, επρόκειτο για πολιτικό βουλγαροτουρκικό παιχνίδι. Και να γιατί: Στην εν λόγω βραδιά οι Τούρκοι έπαιρναν την πρωτοβουλία. Διαμόρφωναν την αίθουσα, κρέμαγαν την τουρκική σημαία και ένα πανώ: Turkishe nacht. Θορυβηθήκαμε… Εμείς τους φιλοξενούσαμε κι όχι εκείνοι, εμάς.  Συζητήσαμε … σηκώθηκαν και οι δικοί μας, κρέμασαν την σημαία μας, καλησπέρισαν από κοινού με τους Τούρκους και ξεκίνησαν εκείνοι. Και να, η παγίδα…. Χόρευαν και δεν τέλειωναν, κι έκλεισαν με ένα χορευτικό παιχνίδι, κάτι σαν τον χορό της σκούπας. Για κατανόηση, στον χορό της σκούπας στροβιλίζονται μερικά ζευγάρια χορευτών, με έναν άνδρα ή μια γυναίκα να περισσεύει και να χορεύει με μια σκούπα. Κάθε φορά που η μουσική σταματά απότομα, τα ζευγάρια λύνονται και αναζητούν, στα γρήγορα, καινούργιο παρτενέρ, για να μην μείνουν με την σκούπα αγκαλιά. Στην παρτίδα χορού, λοιπόν, με την οποία οι Τούρκοι ήθελαν να δώσουν οριστικό τέλος, έφεραν στο προσκήνιο ακόμα μια τρικλοποδιά: Τραβήχτηκαν στην άκρη, ενώ ο χαμένος λικνιζόταν στο κέντρο της πίστας με την σκούπα του. Και ξαφνικά πέταξαν προς αυτόν δυο μπουγέλα νερό. Δήθεν έτσι τον γελοιοποιούσαν (εκείνον;;).  Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αφού καταχράστηκαν τον χρόνο μας, έβαζαν εμπόδια σε κάθε ενδεχόμενη εμφάνισή μας. Πώς θα χορεύαμε σε βρεγμένο μωσαϊκό, με μακριά ρούχα; … Κι έπεται η συνέχεια… «Καπάκι», όπως λέμε, ακούστηκε μουσική ντίσκο γιατί, λέει, η αίθουσα ανήκε σε φοιτητική εστία και θα χόρευαν οι φοιτητές. Φιάσκο, όλοι μαζί χόρευαν και ο υπεύθυνος του φεστιβάλ. Τον πλησίασα και διαμαρτυρήθηκα… Σαν να μην γνώριζε …..Εξήγησα ότι στην ελληνική βραδιά χόρεψαν μόνο Τούρκοι.… Το αποτέλεσμα ήταν να νοιώσαμε μειωμένοι, να θυμώσουμε, να διχαστούμε. Αλλοι ήθελαν να χορέψουν, άλλοι όχι. Τέλος πάντων, χορέψαμε σαν «βρεγμένοι», έστω για δείγμα, εφόσον είχαμε μια αποστολή.

 

Οι Τούρκοι, λοιπόν, καταστρατήγησαν την αφιερωμένη στην χώρα μας χορευτική βραδιά κι άρα την εθνική, μουσικοχορευτικά, κατάταξη και ένταξη της χώρας μας στο διεθνές φεστιβάλ. Επιπλέον, επινόησαν τον χορό της σκούπας, σαν μη λεκτικό, αλλά άκρως επεξηγηματικό επίλογο της φάρσας που μας έστησαν και του αποτελέσματός της. Οι ομιλούσες πρακτικές του χορού της σκούπας ήταν σαν να φώναζαν, «σας παίρνουμε ότι σας ανήκει, σας αφήνουμε μπουκάλες». Και σαφώς, ο όλος συμβολισμός των νικητών χορευτών και του ηττημένου δεν αναφερόταν μόνο στην ίδια την βραδιά, αλλά κυρίως στην χρόνια αρπακτική πολιτική της γείτονας, απέναντι σε δίκαια και δικαιώματά μας.

 

Στην καταληκτική βραδιά, για συνεστίαση και συνεορτασμό όλων των χωρών, εντελώς ξαφνικά εμφανίστηκε στο τραπέζι μας ορχήστρα Ισραηλινών και έπαιξε το τραγούδι, «Ξεκινά μια ψαροπούλα». Χαρές, ξεφαντώματα εμείς ….. Το τραγούδι και σε κάθε άλλο τραπέζι έφερνε την πατρίδα, στο εκεί και στο τότε της βουλγαρικής πόλης. Για τους Τούρκους η ορχήστρα έπαιξε το «Από ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό». Άλλο δικό μας ξεφάντωμα…. Πήγαμε κοντά, τραγουδούσαμε και χορεύαμε. Κι οι Τούρκοι, αμήχανοι, από το ελληνικό ξέσπασμά μας, έκαναν τα δικά τους. Τότε η ορχήστρα σταμάτησε κι έκανε άλλη επιλογή. Πού να γνωρίζουν οι μουσικοί ότι τα συγκεκριμένα τραγούδια και οι χοροί συμβολίζουν την ιστορία και τον κατατρεγμό μας. Πού να γνωρίζουν την γκάμα τραγουδιών και χορών που δείχνουν ότι δεν μας πήρανε μόνο εδάφη, αλλά και πολιτισμό ή ότι σαν λαοί μοιραστήκαμε πολιτισμούς.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ

Bourdieu P.  Η αίσθηση της πρακτικής. Εκδόσεις, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2008

*Δεν υπάρχουν πρακτικά για να πάρω το όνομα της Τουρκοκύπριας.

** Οσο για το δράμα πολλών Τουρκοκύπριων να μην μπορούν να απαρνηθούν την πολιτισμική ιστορία τους, ούτε να απαρνηθούν την πατρίδα Τουρκία, το βλέπουμε σε πολλές καθημερινές ιστορίες και σε ποιήματα. Να μερικοί στίχοι από το ποίημα, «Η φοινικιά» του Zεναν Σελτσιούκ

«….Αυτό είναι το σύνδρομο της διαθλασμένης μου προσωπικότητας/….Οι παράνοιές μου/

ένας ζουρλομανδύας ραμμένος από ρούχο σημαίας/made in Greece, made in Turkey: