Κάπως έτσι, αμιγώς ποιητικά, ξεκινά η σχέση με το γράψιμο για τη Ζωή Σαμαρά. Και από τότε η γραφή γίνεται ομοούσια με τη ζωή της, λες και ενσαρκώνει το όνομά της.
ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ, ΔΑΣΚΑΛΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΡΙΑ
Ο ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ*
Προς τιμήν
Βύθιζε τα χέρια της στο χώμα
κι έπλαθε τις λέξεις της.
Τις δικές της μικρές, ιαματικές λέξεις.
Αναθήματα
στην ποίηση του σύμπαντος
από την κόρη της δημιουργίας.
Όταν μεγάλωσε,
τις έθεσε στην υπηρεσία
της αντίστασης
ενάντια στην κατοχή των κατεχόντων
την αλαζονεία της ματαιοδοξίας.
Όσοι την ακολούθησαν
χρίστηκαν αιώνιοι μαθητές
Της αιώνιας μάθησης.
Το ποίημα αυτό συνέθεσε η πανεπιστημιακή δασκάλα Καλλιόπη Εξάρχου , «προς τιμήν» μιάς άλλης, εμπνευσμένης δασκάλας και ποιήτριας, της Ζωής Σαμαρά.
Ένας επιφανής Αμερικανός παιδαγωγός ο William Ward, σε ένα από τα έργα του, έδωσε τις διαβαθμίσεις του δασκάλου: «Ο μέτριος δάσκαλος λέει. Ο καλός δάσκαλος εξηγεί. Ο ανώτερος δάσκαλος αποδεικνύει. Ο μεγάλος δάσκαλος εμπνέει».
Και η Ζωή Σαμαρά, πράγματι μεγάλη δασκάλα, εδίδαξε και ενέπνευσε χιλιάδες φοιτήτριες και φοιτητές στη μακρά διδακτική της πορεία στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης, Νέας Υόρκης και Αθηνών ως καθηγήτρια Θεωρίας της Λογοτεχνίας και του Θεάτρου.
Η Ζωή Μαλαξού (μετέπειτα Σαμαρά) γεννήθηκε στα Πηγάδια Καρπάθου, όπου παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθήματα. Άρχισε τις σπουδές της στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά τις διέκοψε, για να φύγει στο εξωτερικό. Έτσι, σπούδασε Γαλλική Φιλολογία και Θεωρία της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Columbia Νέας Υόρκης, από το οποίο έλαβε τα πτυχία Bachelor of Science, Master of Arts και Doctor of Philosophy με βαθμό «άριστα». Το 1977 εξελέγη καθηγήτρια της Έδρας της Γαλλικής Λογοτεχνίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ονομάστηκε ομότιμη καθηγήτρια το 2002. Έχει διδάξει Θεωρία της Λογοτεχνίας στη Σ.Ε.Λ.Μ.Ε. και στο Π.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης. Δίδαξε επίσης σε Πανεπιστήμια και Κέντρα Ερευνών του Εξωτερικού, όπου έδωσε σεμινάρια και διαλέξεις.
Τιμήθηκε με υποτροφίες από το Πανεπιστήμιο Columbia και το Χρυσό Βραβείο Αριστούχων (1959), έλαβε το Αργυρό Μετάλλιο του Δήμου Παρισίων (1987), το Παράσημο Εθνικής Τάξεως της Αξίας από τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας (1988), το διεθνές βραβείο Montaigne (1992) και τιμητική διάκριση από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Καρπάθου (2006). Αναφέρεται σε Ελληνικά και διεθνή Who is Who και έλαβε μέρος σε διεθνείς εισηγητικές επιτροπές για εκλογή καθηγητών στα Πανεπιστήμια Κύπρου, Virginia, Wisconsin. Είναι μέλος της Επιτροπής Ανάγνωσης των εκδόσεων Champion (Παρίσι) και της Επιστημονικής Επιτροπής του περιοδικού Gradiva (Παρίσι και Λισαβόνα).
Διετέλεσε διευθύντρια του Τομέα Γαλλικής Λογοτεχνίας, πρόεδρος του Τμήματος Γαλλικής και του Τμήματος Γερμανικής Φιλολογίας και συγκλητικός του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, αντιπρόεδρος του Κρατικού Ωδείου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, διευθύνουσα Σύμβουλος του ΚΘΒΕ και μέλος ή πρόεδρος Επιστημονικών και Πολιτιστικών Επιτροπών. Με πρωτοβουλία της ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη Κέντρο Έρευνας για το Φαντασιακό. Συχνά δημοσιεύει ποιητικά κείμενα σε περιοδικά. Μάλιστα τα περιοδικά «Connaissance des Hommes» (Παρίσι) και «Οδός Πανός» (Αθήνα) έκαναν Αφιερώματα στην ποίησή της (Ιανουάριος 1997, το πρώτο και 17 Οκτωβρίου 1997 , το δεύτερο ). Έχει δημοσιεύσει βιβλία και μελετήματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από τα βιβλία της σημειώνω τις «Προοπτικές του Κειμένου» (1987) , το οποίο είναι διδακτικό σύγγραμμα για τους φιλολόγους της Μέσης Εκπαίδευσης και υποδεικνύει πως μπορούμε να διδάξουμε την ποίηση με τη βοήθεια των μεγάλων θεωριών της Λογοτεχνίας του 20. αι. Χρησιμοποιεί τέσσερις οπτικές: διακειμενικότητα, κοινωνιολογία, ψυχανάλυση, αρχέτυπα.
Το βιβλίο της «Τα άδυτα του σημείου» (2002) , που τιμήθηκε με βραβείο Θεατρολογικού Συγγράμματος από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών Θεάτρου και Μουσικής το 2002, ανατρέπει την οπτική που πρότεινε στο «Προοπτικές του Κειμένου» και αντλεί τις θεωρίες από τα θεατρικά έργα και τις παραστάσεις τους. Εδώ παρουσιάζεται μιά άκρως «θεατρική» θεωρία του θεάτρου, η οποία είναι άρρηκτα δεμένη με τα ίδια τα έργα (κείμενα και παράσταση) που μελετά. Παίζοντας με τον αναγνώστη της, η συγγραφέας τον πληροφορεί ότι ο σωστός τίτλος θα ήταν Το άβατο του σημείου, δηλαδή ο μυστικός χώρος του σημείου, εκεί που το σημείο κρύβεται για να μην αποκαλύψει τα μυστικά του στον αμύητο αναγνώστη, αυτόν που αγνοεί τις τελετουργικές αρχές και προεκτάσεις του θεάτρου. Ο αναγνώστης του βιβλίου, γράφει η ίδια σε περίληψη στη Γαλλική στο τέλος, είναι αποδέκτης μιάς παράδοξης πρόσκλησης: καλείται να συμμετάσχει σε μιά αναζήτηση που οφείλει να τον οδηγήσει σε αποτυχία, καθώς γνωρίζει πως όταν φτάσει στα άδυτα του σημείου, θα αποκαλύψει τα μυστικά του και θα θέσει σε αμφισβήτηση τη μαγεία του.
Για να ξεκινήσουμε μιά αναζήτηση χωρίς τέλος, η Ζωή Σαμαρά προτείνει μιά ανατρεπτική ανάγνωση, που κυμαίνεται ανάμεσα στο φαντασιακό και στην αποδόμηση. Η θεωρία του θεάτρου (αλλά και της τέχνης γενικά) προσωποποιείται και διατηρεί διαρκώς στη μνήμη της την ετυμολογική της έννοια: είναι φιλοσοφική αναζήτηση, θέα, θέαση, αλλά συγχρόνως χαρακτηρίζεται από μιά “θεώρια” ιδιότητα, είναι δηλαδή μαγική, προφητική.
Βασικός άξονας του βιβλίου είναι το φαινόμενο που η συγγραφέας αποκαλεί σύμπλεγμα της Αλκμήνης: το θεατρικό κείμενο, ως άλλη Αλκμήνη, απαρνιέται την αιωνιότητα (την ιδιότητα του γραπτού κειμένου), για να μεταβληθεί σε εφήμερη παράσταση. Πολλά έχουν γραφεί για την τάση του γραπτού προς το εφήμερο. Η Ζωή Σαμαρά, ωστόσο, αποδεικνύει ότι η κίνηση αυτή είναι ιδιαίτερα σύνθετη και προσδιορίζει την ίδια τη φύση του θεάτρου. Πρόκειται για επιθυμία του κειμένου, η οποία συχνά αυτοανατρέπεται. Έτσι, το κείμενο διατηρεί συχνά τα χαρακτηριστικά του γραπτού, όπως στην περίπτωση ποιητικών θεατρικών έργων. Αντιθέτως, τα έργα με θεματική τη θεατρικότητα θέτουν ευθύς εξαρχής το γραπτό στην υπηρεσία της προφορικότητας. Η Αλκμήνη μεταμορφώνεται σε Νάρκισσο, που αντανακλάται σαν σε καθρέφτη, ή σε Αράχνη, που παρασύρει στον ιστό της τον αναγνώστη/θεατή, εκπρόσωπο της θεάς Αθηνάς. Η γοητεία που ασκεί πάνω στο θέατρο το εφήμερο είναι συχνά εφήμερη. Αυτό συμβαίνει γιατί το θέατρο είναι προϊόν των καλλιτεχνικών συμβάσεων και ταυτόχρονα της ανατροπής αυτών των συμβάσεων.
Καθώς, σύμφωνα με την κεντρική ιδέα του βιβλίου, η θεωρία πηγάζει από το θέατρο και όχι το αντίθετο, παρουσιάζονται έργα του Ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου, με πλήθος αναφορών σε παραστάσεις της Θεσσαλονίκης. Από τους σύγχρονους Έλληνες δραματουργούς εξετάζονται, μεταξύ άλλων, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, η Μαργαρίτα Λυμπεράκη και ο Γιώργος Μανιώτης.
Το βιβλίο αυτό αποτελεί σπουδαία συμβολή στην έρευνα της Θεωρίας του Θεάτρου και πλουτίζει αναμφίβολα τη σχετική βιβλιογραφία .
*
Το 2003 δημοσιεύεται το βιβλίο της «Ο κατοπτρισμός του άλλου κειμένου» , το οποίο ήταν αρχικά διάλεξη στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ (Université Stendhal – Grenoble 3), στο πλαίσιο των Διαλέξεων Προσωπικοτήτων. Το βιβλίο περιέχει τη διάλεξη και μετάφρασή της στην Ελληνική.
Μέλημα της συγγραφέως στις έρευνές της είναι να αποδείξει ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί από τους αρχαίους Έλληνες. Στην παρούσα μελέτη παραθέτει κείμενα του Πλάτωνα που εκφράζουν σαφώς τη θεωρία της διαλογικότητας και της διακειμενικότητας. Βρίσκει στον Ιππόλυτο, επίσκοπο της Ρώμης, τα λόγια του Ηράκλειτου που προαναγγέλλουν τη θεωρία του Ρολάν Μπαρτ για τον θάνατο του συγγραφέα. Το ομιλούν υποκείμενο ταυτίζεται με τον λόγο του στον Ηράκλειτο, ενώ στον Μπαρτ ο λόγος μιλά και όχι ο συγγραφέας. Ο Ιππόλυτος χρησιμοποιεί τον Ηράκλειτο για να τονίσει την ανθρώπινη όψη της θεότητας, ο Μπαρτ με παρόμοια λόγια θα ανατρέψει την εξουσία του συγγραφέα.
Ο Γαλλικός τίτλος μπορεί να μεταφραστεί «Ο κατοπτρικός λόγος ή μιά νέα επίσκεψη στη Μέδουσα». Το κείμενο της Ζωής Σαμαρά βασίζεται στον μύθο της Μέδουσας, τον οποίο μετατρέπει σε αλληγορία της διακειμενικότητας: το άλλο κείμενο, που γίνεται η μήτρα παραγωγής του δικού μας, δεν μας επιτρέπει να το κοιτάμε κατάματα. Πρέπει πρώτα να το κατοπτρίσουμε στη δική μας ασπίδα. Το άλλο κείμενο πρέπει να περάσει μέσα από τη δική μας δημιουργικότητα, για να γίνει διακείμενο. Διαφορετικά δεν είναι παρά μιά ακόμη αντιγραφή.
Η συγγραφέας μελετά «το διακείμενο ως θέαμα και ως συγκεκριμενοποίηση του φαντασιακού», δηλαδή, όπως γράφει, «ως μία νέα επίσκεψη του Περσέα στο άντρο της Μέδουσας». Για να αποσαφηνίσει την πρότασή της, ανατρέχει σε πλείστα παραδείγματα από τη διεθνή γραμματεία. Προτείνει μιά ανατρεπτική ανάγνωση του λόγου του Δημιουργού στην Παλαιά Διαθήκη και δείχνει ότι ο λόγος είναι εξ ορισμού πολυφωνικός, ότι δεν υπάρχει μονοφωνικός λόγος ούτε στην εποχή του «μυθικού Αδάμ», όπως έγραψε ο Μπαχτίν, αλλά και ότι τόσο το Εγώ όσο και το Εμείς του συγγραφέα εμφανίζονται με τα πρώτα λόγια των Γραφών, τα οποία γίνονται με αυτό τον τρόπο λόγια της γραφής.
Υπάρχουν επίσης παραδείγματα από τη Γαλλική γραμματεία και τονίζεται ιδιαίτερα η σημασία της γνώσης των διακειμένων για μιά σωστή μετάφραση της λογοτεχνίας και του θεάτρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η χρήση της διακειμενικότητας από ειδικούς της πολιτικής και της διπλωματίας, οι οποίοι χρησιμοποιούν διακειμενικές στρατηγικές και «κειμενοποιούν», όπως τονίζει, τη διεθνή πολιτική ζωή. Μας οδηγούν έτσι στην αποδοχή της ετερότητας και επομένως στη χρήση διαλόγου και όχι βίας.
Το μικρό αυτό βιβλίο, αξιόλογη συμβολή στη σχετική βιβλιογραφία, είναι αποτέλεσμα βαθιάς γνώσης και εμπειρίας της συγγραφέως στον τομέα της διακειμενικότητας .
*
Η Ζωή Σαμαρά εξέδωσε επίσης (1997) το βιβλίο «Φωνή από την άλλη ακρογιαλιά: Μίλτος Σαχτούρης» . Πρόκειται για Ανθολογία ποιημάτων του Σαχτούρη, με εισαγωγή και σχόλια, που ενθουσίασαν τον ποιητή. Εκτός από τα σχόλια για την ποίηση του Σαχτούρη, η Εισαγωγή δείχνει πώς να αποφεύγουμε «αναλύσεις», που μετατρέπουν το λογοτεχνικό – ποιητικό κείμενο σε αντικείμενο, πώς να διατηρούμε το ποιητικό μυστήριο, που είναι η πεμπτουσία της Λογοτεχνίας.
*
Το 1998 δημοσιεύτηκε αυτοτελώς η διάλεξή της «Γυνή πολύτροπος» , που έδωσε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στον Βόλο. Πρόκειται για ανατρεπτικό κείμενο, που δείχνει τις θηλυκές πτυχές της δημιουργικότητας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, με αναφορές στον Ησίοδο και την ψυχολογία του βάθους. Ύμνος στο ανδρόγυνο (κυρίως στη γυναίκα και όταν ακόμη είναι προσκολλημένη στον αργαλειό).
Τον Δεκέμβριο του 2008 επιμελήθηκε το Αφιέρωμα του περιοδικού «Θέματα Λογοτεχνίας» για την πολυβραβευμένη ποιήτρια και πεζογράφο Μαρία Λαμπαδαρίδου – Πόθου . Στο τεύχος συμμετέχουν μελετητές της Λογοτεχνίας, που εξετάζουν το πολύπλευρο έργο της λογοτέχνιδας, με έμφαση στη φιλοσοφική του διάσταση .
Άρθρα και μελετήματα για τη θεωρία της Λογοτεχνίας και το θέατρο δημοσίευσε στα Ελληνικά περιοδικά «Φιλόλογος», «Νέα Πορεία», «Εντευκτήριο», «Θέματα Λογοτεχνίας», «Οδός Πανός», «Διαβάζω», «Πάροδος» (Λαμία) κ.ά. Επίσης στα διεθνή «Revue d’ Histoire Litteraire de la France», «Revue des Etudes Néo-helleniques», «Iris», «Bulletin de la Société des Amis de Montaigne» (Γαλλία), «Humanisme et Rennaissance et Reforme» (Καναδάς), «French Review» (Η.Π.Α.). Δημοσίευσε ακόμη εργασίες της σε συλλογικά έργα, τιμητικά αφιερώματα και Πρακτικά Συνεδρίων.
Έλαβε μέρος σε πολλά Συνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπου έκανε ανακοινώσεις, προήδρευσε σε συνεδρίες και είχε την ευθύνη για τη σύνθεση και τα συμπεράσματα των εργασιών. Οργάνωσε δύο διεθνή συνέδρια και εκφώνησε την εναρκτήρια ομιλία στη Συνάντηση Ευρωπαίων Ποιητών, που έγινε στη Θεσσαλονίκη το 1997.
Η Ζωή Σαμαρά συμμετέσχε και σε δύο διεθνή Συνέδρια Καρπαθιακής Λαογραφίας, που έγιναν στο νησί. Στο πρώτο (Σεπτέμβριος 2001) ανακοίνωσε το θέμα «Η τέχνη του “μη Έντεχνου Λόγου”: Το Καρπαθιακό δημοτικό τραγούδι» και στο δεύτερο (Μάρτιος 2006) μίλησε για τη «Γυναικεία φωνή στη δημοτική μας ποίηση» . Στα δύο αυτά συνέδρια ήταν υπεύθυνη για τη σύνθεση και τα Συμπεράσματα , ενώ στο Γ΄ Διεθνές Συνέδριο Καρπαθιακής Λαογραφίας (2006) ήταν μέλος της τιμητικής επιτροπής .
* *
Η Ζωή Σαμαρά γράφει λογοτεχνία από μικρή και ποιήματά της δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς στα περιοδικά «Νέα Εστία», «Οδός Πανός», «Νέα Πορεία» κ.ά. Ορισμένα μάλιστα μεταφράστηκαν και δημοσιεύθηκαν στη Γαλλική γλώσσα. Ωστόσο, ο σεβασμός που νιώθει μπροστά στους μεγάλους ποιητές, πιο πολύ αυτούς που δίδαξε στο Πανεπιστήμιο, δεν της επέτρεπε να μορφοποιήσει τα ποιητικά της κείμενα σε βιβλία. Το τόλμησε κάπως αργά. Έτσι δημοσίευσε την πρώτη ποιητική της συλλογή «Ημέρες Αβροχίας» μόλις το 1994 και τη δεύτερη «Το πέρασμα της Ευρυδίκης» το 1997 . Είχε πάντως προηγηθεί, το 1991, η ποιητική της σύνθεση «Για τη Μαρία» , χωρίς το όνομα της ποιήτριας, γα την αδικοχαμένη κόρη της. Και όπως υπογράμμισε σε μιά συνέντευξή της, «Η ποίηση συνδυάζει το δέος της δημιουργίας και τη γοητεία της ερημιάς» .
* *
Η μεγάλη φιλοδοξία όμως της Ζωής Σαμαρά ήταν να γίνει καλή δασκάλα, να εμπνέει τους φοιτητές της, να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι οι ελεύθερες ώρες, μας δόθηκαν για να διαβάζουμε. Οι φοιτητές (κυρίως φοιτήτριες, εννοείται) ανταποκρίνονταν στη νέα μέθοδο που τους καθιστούσε ισότιμους ομιλητές. Και όπως η ίδια μου έχει πει στις κατά καιρούς συζητήσεις μας, συχνά οι φοιτητές που αντέκρουαν τα επιχειρήματά της, με γνώσεις και ήθος, έπαιρναν τους καλύτερους βαθμούς. Τους ενθάρρυνε να αγαπούν το βιβλίο, να φέρνουν στην αίθουσα το βιβλίο που διάβασαν πρόσφατα και να μοιράζονται τις εμπειρίες με τους συμφοιτητές τους.
Οι φοιτητές γέμιζαν την αίθουσα ακόμη και στα πιο δύσκολα μαθήματα επιλογής: Θεωρία της Λογοτεχνίας (φιλοσοφικές και ψυχαναλυτικές θεωρίες), Θεωρία του Θεάτρου (του δράματος και της παράστασης). Για όσους «άντεχαν» ώς το τέλος του εξαμήνου είχε πάντα μιά έκπληξη: ένα διάσημο ξένο επιστήμονα που ερχόταν να τους κάνει μάθημα, ενώ στα μαθήματα θεάτρου καλούσε ένα σπουδαίο συγγραφέα ή ηθοποιό που μιλούσε μαζί τους θεωρητικά και πρακτικά (Ιάκωβος Καμπανέλλης, Άκης Δήμου, Εύα Κοταμανίδου, Γιώργος Κιμούλης, μεταξύ πολλών άλλων).
Στα μαθήματα με έμφαση τους συγγραφείς, τους προσκαλούσε να ταξιδεύουν από χώρα σε χώρα και από αιώνα σε αιώνα: Πίνδαρος και Ρονσάρ, Σοφοκλής και Μπέκετ, Πλάτων και Μονταίν, Μποντλαίρ και Σαχτούρης, Ίψεν και Καμπανέλλης, Πιραντέλο και Πίντερ. Οι φοιτητές μάθαιναν να συγκρίνουν, για να γίνουν ικανοί να κρίνουν.
* * *
Η άριστη μαθήτρια, που αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Καρπάθου σε δύσκολα χρόνια, άνοιξε τα φτερά της και πέταξε ψηλά και τώρα έχει αφήσει το στίγμα της στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και την Ελληνική Λογοτεχνία. Και όπως λέει η ίδια στη συνέντευξη που ανέφερα παραπάνω,
«Μικρή ανέβαινα στον λόφο πίσω από το σπίτι μου στην Κάρπαθο, έβλεπα τη θάλασσα και έγραφα ποίηση. Κοιτούσα τη μικρή βραχονησίδα και έλεγα: αυτό το ξερονήσι είναι η δική μου γη της επαγγελίας. Το γέμιζα, λοιπόν, δέντρα και ανέπνεα τον αέρα που μου έστελναν τα φύλλα της φαντασίας μου. Μιά φορά, όμως, ξαφνικά τα δέντρα έγιναν άμμος και πέταξαν στην πιο μακρινή ακρογιαλιά. Τότε ήξερα ότι είχε έρθει η ώρα να ζήσω στην έρημο, και μόνο τότε κατάλαβα τι είναι ποίηση: να πάρεις το άδειο και να το γεμίσεις, για να νιώσεις το δέος της δημιουργίας (…). Η ποίηση είναι ένα υπέρτατο μέσο έκφρασης…» .
Και με αυτό το «υπέρτατο μέσο έκφρασης» απευθύνεται στη δική της «γη της επαγγελίας, την Κάρπαθο, τη γενέθλια γη, με το ποίημά της
«ΥΔΑΤΟΓΡΑΦΙΑ
Πήρα τις ρίζες μου κι έφυγα
Πήρα το χώμα το νερό τις πέτρες
για να κρατώ τις ρίζες βαθιά στη μητρική τους γη
Τις φύτεψα στον αέρα κι έχτισα έναν αόρατο τοίχο
να τις προστατεύει από το Βοριά
Πάνω στον τοίχο έγραψα το όνομά σου
νησί μακρινό κι αγέρωχο
ζωγράφισα το σχήμα σου
στο θρόνο που βρίσκεται στις πύλες του σύμπαντος
Δεν έφτασε το ουράνιο τόξο
Δανείστηκα χρώματα από τη χώρα της βροχής
Γέμισε η αγκαλιά μου ρίζες υδατοφόρες
Η αβροχία στέρεψε τα ρυάκια της γης
Εκπέμπω υγρά μηνύματα σ’ όλες τις ερήμους που διασχίζω
Μ’ αγκάλισε το νερό του Αιγαίου
με φίλησε το νερό του Αχελώου ποταμού
κι η Κασταλία κατέβηκε απ’ τα ψηλά βουνά να μ’ απαντήσει
Αναγνωρίζω τις κραυγές μου στην έρημο
κάθε κραυγή μια σταγόνα
κάθε σταγόνα ένα χρώμα
κάθε χρώμα μια ρίζα
από αυτές που δεν ήθελα ν’ αφήσω πίσω μου» .