Της Ζωής Σαμαρά
Κρατώ στα χέρια μου ένα ποιητικό βιβλίο με φαντασιακά βράχια στο εξώφυλλο, τα χρώματα να παίζουν με το φως και το σκότος, να μας παραπέμπουν σε απεικόνιση πραγματικών βράχων σε έργο τέχνης. Απολαμβάνουμε τη φύση ανανεωμένη, βελτιωμένη μέσα από την τέχνη, όπως θα έλεγε ο Baudelaire. Και όντως αυτό ακριβώς συμβαίνει. Ο πίνακας στο εξώφυλλο της συλλογής είναι έργο της Κλάρας Πεκ Βέη και ανήκει στην ιδιωτική συλλογή του Anak Agung Gde Agung (Ινδονησία).
Αναρωτιέμαι γιατί «βράχια»; Γιατί όχι «βράχος», σύμβολο του Γιαβέ στην Παλαιά Διαθήκη, κατοικία θεών σε πάμπολλες θρησκείες; Μα, γιατί βράχος δηλώνει το απροσπέλαστο, το ασύλληπτο, το Είναι. Γιατί εμείς είμαστε όλοι βράχια – ούτε βράχοι, εφόσον δεν έχουμε τη σταθερότητα του βράχου, ούτε καν ένα αυτοτελές ημιπολύτιμο πετραδάκι ο καθένας μας.
Είμαστε θραύσματα από βράχια διάσπαρτα στο χώμα, στις παραλίες, στην έρημο. Στην καλύτερη περίπτωση ένα παιχνίδι με τα χαμόδεντρα, το κύμα, την άμμο. Και όμως, σαν πέτρες στα χέρια του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, είμαστε η αρχή μιας ζωής, όπως μια πέτρα άλλων διαστάσεων, ο κομήτης, που, σε καιρούς και αυτός, όχι μυθολογικούς, αλλά πριν από τον Χρόνο, πριν από τον Άνθρωπο, στα χέρια ενός συμπαντικού Δευκαλίωνα, έπεσε στη γη. Εικόνες δημιουργίας του κόσμου ξεπροβάλλουν μέσα από τα νέα ποιήματα του Γιώργου Βέη, με κάθε κίνηση των βράχων-λέξεων, με «τα λόγια τα πετρώματα». Ο ποιητής ξαναγράφει τη Γένεση. Ωστόσο, σε κάθε κίνηση η πρόθεση για δημιουργία αμφισβητείται, διαταράσσεται:
[«Τα δαχτυλίδια των αρραβώνων»]
«δεν θα τα φορέσουμε ποτέ,
λέει ο αέρας στο ψηλότερο έλατο».
«Η τέχνη των στίχων αφορά κυρίως το χώμα και το νερό των ιδεών» επισημαίνει ο Γιώργος Βέης σε συζήτησή του με τον Κώστα Γ. Παπαγεωργίου1. Η ποίηση είναι «το νερό του χρόνου». Αντιμέτωπος με τον βράχο της ερήμου, όπως ο Μωυσής, ο ποιητής δεν διστάζει να χτυπήσει τον βράχο και πάραυτα το καθάριο νερό ρέει ελεύθερο, ανεμπόδιστο. Το ταξίδι εμπλουτίζει τη δημιουργία. Όταν επιστρέφει στο ίδιο τοπίο, στην ίδια χώρα, «ο επισκέπτης συγγραφέας» ανάγεται άθελά του «σε παλίμψηστο της γνώσης», όπως θα τονίσει σε συνέντευξή του στη Χαριτίνη Μαλισσόβα2. Το ποίημα που χαρίζουμε στον ποιητή, αντιστρέφοντας τους ρόλους, γεννιέται μέσα από ευφάνταστες εικόνες που τονίζουν την αρμονία του σύμπαντος, όπως «το χειρόγραφο του νερού» ή «κάθε κύμα και μια παράγραφος». Για να διαβεί ανώδυνα τη «σύγχυση που λέγεται ζωή», ο ποιητικός λόγος διασχίζει πρώτα την έρημο, λούζεται στις πηγές που αναβλύζουν θαυματουργό νερό, ενώ, χάρη στην προσωπική γραφή του ποιητή, οι κόκκοι της άμμου ανάγονται σε μία πρώτη ύλη της Δημιουργίας.
Εικόνες δημιουργίας του κόσμου ξεπροβάλλουν μέσα από τα νέα ποιήματα του Γιώργου Βέη, με κάθε κίνηση των βράχων-λέξεων, με «τα λόγια τα πετρώματα». Ο ποιητής ξαναγράφει τη Γένεση. Ωστόσο, σε κάθε κίνηση η πρόθεση για δημιουργία αμφισβητείται, διαταράσσεται.
Ο χώρος ενώνεται με τον χρόνο για να δώσει μια νέα πνοή στο Είναι, με ένα φιλοσοφικό υπαινιγμό στη Θεωρία της Σχετικότητας (Μπασλάρ, Μπαχτίν, Μπόρχες), Χώρος-Χρόνος-Είναι, χωρίς να απομακρύνεται από το πλατωνικό Είναι-Γίγνεσθαι. Παλίμψηστο όχι μόνο ο ποιητής, αλλά και η ζωή μας, που καταγράφει ο ίδιος στο χαρτί, κάθε νέα στιγμή της περιέχει όλο το παρελθόν μας:
«Ανοίγει το παράθυρο κι είναι χθες […]
εκείνος τότε νομίζει πως είναι εγώμέσα όμως στο όνειρο ενός παιδιού
να νιώθω ξαφνικά ότι βαδίζω
ενώ κοιμόταν στην αγκαλιά μιας άλλης γειτονιάς
λες κι ήμουν εγώ ήδη μια παρένθεση
στη ζωή ενός άλλου εαυτού
[…] από έναν άλλο κόσμο».
Ο Σίσυφος μπορεί να ανεβάσει ψηλά τον βράχο του, αλλά δεν μπορεί να τον κρατήσει ούτε για μια στιγμή μακριά από το έδαφος. Η επιθυμία του για γήινες απολαύσεις είναι πιο δυνατή από την απόφασή του να ανέβει στο βουνό, κοντά στα σύννεφα.
Ο Σίσυφος μπορεί να ανεβάσει ψηλά τον βράχο του, αλλά δεν μπορεί να τον κρατήσει ούτε για μια στιγμή μακριά από το έδαφος. Η επιθυμία του για γήινες απολαύσεις είναι πιο δυνατή από την απόφασή του να ανέβει στο βουνό, κοντά στα σύννεφα.
Γι’ αυτό η γλώσσα μας είναι «ένα ακόμα οικόπεδο Χιροσίμα» και «οι αστροναύτες δεν έχουν πια γη να βλέπουν». Οι λέξεις χάνουν τα αντικείμενα αναφοράς τους, όταν πετάνε πολύ ψηλά. Ακυρώνουν τη χοϊκή φύση μας, αν δεν πάρουν μαζί τους ένα κομμάτι από τη γη:
«Τα χέρια απλωμένα στον ουρανό
κλαδιά λέξεις της λύτρωσης
ή ανανέωση ερώτων με το χώμα;»
|
Και δεν έχουμε πλέον καμιά αμφιβολία ότι η πέτρα διατηρεί τη γονιμότητα του χώματος, όταν βλέπουμε να φυτρώνει ένα «Λουλούδι μέσα από την πέτρα». Το ποίημα με τίτλο «Το αίνιγμα» αρχίζει με τους στίχους:
«Κανένα αίνιγμα
διότι όλα είναι ξεκάθαρα πλέον
πρώτη φορά σαν πλήρες,
ένα νόημα μέσα της
κι έχει πέσει ο ουρανός στο κρεβάτι της»
Η αινιγματική ηρωίδα του ποιήματος έχει πολλά κοινά με την Ποίηση, αλλά και με την Ησιόδεια Μάνα-Γη. Ο Γιος-Ουρανός την ατενίζει δημιουργικά και ο Κόσμος ξαναγεννιέται. Μια προσήκουσα αλληγορία για την πυκνή, πολύσημη και συναρπαστική νέα ποιητική συλλογή του Γιώργου Βέη.
* Η ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ έχει γεννηθεί και ζήσει μέχρι τα 18 χρόνια της στην Κάρπαθο, είναι είναι καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διδάσκει Θεωρία της Λογοτεχνίας και του Θεάτρου. Τελευταίο βιβλίο της, ο τόμος «Εν ξένη γη – Επιλεγμένα ποιήματα» (εκδ. Ρώμη).