…Να ξεφύγεις από τις στρόφιγγες της παρακμής, να κάνεις ένα πιο μεγάλο άλμα από τη φθορά του χρόνου που σε πνίγει. Να ανυψωθείς πάνω από τον άγονο καιρό. Το μοιρολόι της φώκιας στις σμαραγδένιες αγκαλιές σου να γίνει τραγούδι. Άνεμος απηλιώτης, καρποφόρος να φυσήξει και να φέρει πίσω την ανάσα της νιότης σου….
γράφει η Μόρφη Διακογεωργίου
Ανεμόεσσα σε ύμνησε ο Όμηρος χιλιάδες χρόνια πριν. Ουρανοφίλητη σε χαρακτήρισε , στον άνυδρο καιρό μας η πρόεδρος της δημοκρατίας μας. Κάρπαθος, μια καρυάτιδα ριγμένη στο πέλαγος, μια νύμφη της θαλάσσης, γεννημένη από σεισμικά υποθαλάσσια ρήγματα, αναδυομένη των κυμάτων, στο δωδεκάστερο αιγαιοπελαγίτικο σύμπαν. Σμιλεμένο το λυγερόκορμο σώμα σου από τη σμίλη της αρμύρας και του ήλιου, κρατάς περήφανα στο κεφάλι σου τη Σαρία, το ερημονήσι των άρρητων μυστικών, με τις σβηστές δάδες του πολιτισμού όλων των περιόδων, θαλασσοπούλι που κελαηδά τους μύθους και τις ιστορίες σου. Κόρη γαλανή, διάφανη, στα μαλλιά σου πλέκει ο ζέφυρος κρόσσια αρμύρας και στα μασουροδάχτυλά σου, σφυρίζουν τους συριγμούς τους οι άνεμοι.
Ακτογραμμές απόκρημνες και απροσπέλαστες ορίζουν το κορμί σου με απότομες γραμμές και ουράνια σχήματα. Ακρωτήρια, πέτρινοι ίπποι που δαμάζει το κύμα, όρμοι και απάνεμοι κολπίσκοι, που βρίσκουν καταφύγιο οι ναυαγοί του. Στο πέλαγό σου χαραγμένες ρότες Μινωιτών και Μυκηναίων, Αράβων πειρατών και παμπάλαιοι χάρτες, σταυροδρόμια ανατολής και δύσης. Ένα δίχτυ μαζεύει τα απομεινάρια της δόξας σου στα χρόνια του φωτός. Από το Κάστελλο , στο Σόκαστρο ως τη Βρουκούντα και τη Σαρία, τάφοι, μαρμάρινα γλυπτά, επιγραφές, νομίσματα, αρχαία, ρωμαϊκά και βυζαντινά σύμβολα, λείψανα κοσμοϊστορικής επιρροής.
Γυμνά βουνά το ένα μετά το άλλο, χαράδρες, σπήλαια κι ανάμεσά τους, μια σπιθαμή γης, πεύκα, αμπέλια, φραγκοσυκιές και χρυσές ελιές.
Πάνω στον αγέρωχο βράχο τα παιδιά σου σμιλεύουν τη μορφή σου μέσα στους αιώνες, με την αξίνα τους, τη γεωμετρία και τη γραφίδα τους. Σε στολίζουν με τα βαρύτιμα κοσμήματα του πολιτισμού σου, με ήθη αυστηρά και έθιμα αναλλοίωτα στον χρόνο. Σε τραγουδούν με σκοπούς στις δοξαριές της λύρας και στις πιαυλές ασκών αρχέγονων. Λέξεις κυλούν στις φλέβες τους και στίχοι ιαμβικοί ξεχύνονται από τα χείλη τους, τραγουδισμένοι με γλυκόλαλους σκοπούς και τσακίσματα. Τα πρόσωπά τους χαρακωμένα από τις ακτίνες του ήλιου και την αρμύρα, μορφές παπαδιαμάντιες, φέρουν στη λαλιά τους Αργείους Δωριείς που γύρεψαν στην άγρια κόμη σου μια νέα πατρίδα.
Στο αραχνοΰφαντο μεταξωτό σου ρούχο κεντημένα με πυκνές βελονιές τα όμορφα χωριά σου με τα πολύχρωμα σφιχταγκαλιασμένα σπίτια, όπως το πλούμισαν οι ανυφάντρες του ήλιου και των γυναικών σου η καλαισθησία και η ποιητικότητα, με χρώματα φανταχτερά, που ξορκίζουν κάθε γκρίζο καιρό. Αποτροπαϊκοί ήχοι των πιάτων στους τοίχους των σπιτιών σου, προστατεύουν τα ανθρώπινα στο κυκλικό τους εστιακό τόξο. Κι ολόγυρα σε ιερά ακρωτήρια και βουνοκορφές ξωκλήσια όπου δοξολογούν οι άνεμοι, τους ερημίτες αγίους. Κάθε χωριό και η Παναγία του, Μαριοσκέπαστη, όπως σε χαρακτηρίζει ο Μητροπολίτης σου.
Η Παναγία του βράχου, που στα ριζά του ακουμπούν τα βάσανα και οι πληγές των ανθρώπων, ελπίζοντας στο θάμα. Η Μητρόπολη, με τη χρυσοστόλιστη μήτρα του πνεύματος και τα χρυσοκέντητα φελόνια, κρατά υπό τη σκέπη της γενιές παιδιών που βαφτίζονται στους μελιρρύτους ποταμούς τηςσοφίας. Η Κυρά Παναγιά με το διάφανο αρμυρό νερό να τρέχει στις φλέβες της και φως άπλετο να χρυσίζει τη θαλασσινή ποδιά της. Η Βρυσιανή με τα δάκρυα της Παναγίας να τρέχουν από τα θεμέλια της, να ποτίζουν περβόλια που μυρώνουν το γαλάζιο φως κάθε άνοιξη με το λιβάνι των λεμονανθών. Η Παναγία η Ολυμπίτισσα, με το βυζαντινό της καβάι και τον δικέφαλο αετό που μαζί με το φτερούγισμα των αγγέλων κρατούν το ίσο στις ψαλμωδίες, που υμνούν τη θεία χάρη, μέσα στη λευκότητα του καλοκαιριού.
Φιδίσιοι δρόμοι, πέτρινες αναβαθμίδες , ομηρικές ξερολιθιές, καντούνια και σοκάκια, θεμελιωμένα στα σπλάχνα της γης σου με τον ιδρώτα των ανθρώπων σου. Οι στράτες σου μοσχοβολούν καραμελωμένο κρεμμύδι και φρεσκοφουρνισμένο ψωμί , γλυκάνισο και γαρύφαλλο σμιγμένο με τη φλόγα που τύλιξε το ξύλο της ελιάς, ανασαιμιά στις γειτονιές σου, που τα παιδιά χτίζουν με το γέλιο και το παιχνίδι τους. Βουκαμβίλιες απλώνουν τους κλώνους τους στην αύρα της θάλασσας, μαυροπετρίτες ζυγιάζουν τις φτερούγες τους στις χαράδρες του κορμιού σου κι οι αιγαιόγλαροι ραμφίζουν τα δάκρυα αυτών που μένουν και περιμένουν στο μουράγιο.
Μούσα με μαγικό αυλό στις ψυχές των παιδιών σου, που γοργοφτέρουγα χελιδόνια πέρασαν στεριές και θάλασσες κι ανοίχτηκαν στις πέντε ηπείρους, σε χώρες ξένες κι άγνωρες, να βρουν χλωρό κλαδί, να χτίσουν τη φωλιά τους. Άγκυρες πάνω σου οι καρδιές τους και το τραγούδι σου μαγεύει την αγάπη τους και αναγεννά αέναα τον νόστο τους.
Τόση ομορφιά η πιότερη νιότη σου!
Ποιος προφήτης θα διάβαζε στα μελλούμενα τα δάκρυα της μνήμης σου; Ήρθαν δίσεκτοι καιροί και σε χώρισαν από την σθεναρή ανάσα της πρώτης σου νιότης. Φυλλορρόησε το δέντρο της ζωής σου. Τα παιδιά σου με τον χάρτη των αστεριών στα χέρια πήραν τα υγρά μονοπάτια της θάλασσας. Άνοιξαν τα πανιά κι αλάργεψαν, λιγόστεψε ο κόσμος και απειλεί η ερημιά να σε κάμει του χεριού της. Ματώνεις από χιλιάδες αγκάθια μοιρασμένης αγάπης ανάμεσα σε πατρίδες νέες και παλιές.
Κι όλοι εμείς, ψηφίδες της εικόνας σου, που με τη γραφίδα μας υμνούμε την ομορφιά σου και τα δημιουργήματα των ανθρώπων σου στον χρόνο, τρέφουμε μια κρυφή ελπίδα …
Εναποθέτουμε τα θάρρη μας στους μύστες της αλήθειας σου, τους ανθρώπους που το πόδι τους είναι ένα με τον βράχο σου, κι ανάσα τους εναρμονίζεται με την πνοή των ανέμων σου , τους ιερουργούς του πνεύματός σου, τους λειτουργούς της πραγματικότητάς σου. Τα σύμφωνα και τα φωνήεντα των γραφομένων μας γραμματοποιούν εγκλίσεις και δείκτες τροπικότητας, γινόμαστε οιωνοσκόποι του φωτός και πηγή έμπνευσης για τους αποδέκτες.
Ο θεριστής να αφυπνίζει το λιγοστό χώμα σου, να του δίνει το ψωμί, το κρασί και το φραγκόσυκο, ο ποιμένας να αναρριχάται στα κακοτράχαλα βουνά σου, να προσφέρει τη δρύλλα και τη σιτάκα του, ο ψαράς να καλλιεργεί τη θάλασσα με τα ασημόψαρά της. Ο τσαγκάρης να διαιωνίσει τα χειροποίητα στιβάνια σου κι ο χτίστης να παραδώσει τη τέχνη του δικέφαλου και του γύψινου καλλιτεχνήματος, στους επόμενους. Η υφάντρια και κεντήστρα της ζωής να ράψει σφιχτά τις βελονιές της με τη γυναίκα του μέλλοντος. Ο γλεντιστής κι ο οργανοπαίχτης να μυήσει στον τρόπο του και να προικίσει τη μαγεία της ποιητικής του ρίζας.
Κι όλα αυτά αθροιζόμενα, να αναδημιουργήσουν ένα αναγεννημένο πολιτισμικό σύμπαν που δίκαια ο πολίτης του κόσμου θα το ανακαλύψει και θα το βιώσει μέσα από πολιτιστικές διαδρομές που θα ανατροφοδοτούν και θα αιματοδοτούνμια νέα αειφορία.
Να ξεφύγεις από τις στρόφιγγες της παρακμής, να κάνεις ένα πιο μεγάλο άλμα από τη φθορά του χρόνου που σε πνίγει. Να ανυψωθείς πάνω από τον άγονο καιρό. Το μοιρολόι της φώκιας στις σμαραγδένιες αγκαλιές σου να γίνει τραγούδι. Άνεμος απηλιώτης, καρποφόρος να φυσήξει και να φέρει πίσω την ανάσα της νιότης σου.
Με υπομονή προσμένουμε το θάμα. Ατενίζουμε το πέλαγος και προσευχόμαστε στ΄ όνομά σου:
Φαντάζεις καρυάτιδα στο Νότιο Αιγαίο
αίμα στις φλέβες μας κυλάς, άλικο και πηγαίο.
Όπου και να βρισκόμαστε είσαι μες το μυαλό μας
κι έχουμε την αγάπη σου χάρτη και οδηγό μας.
Η έγνοια μας κι η μέριμνα στου χρόνου την πορεία
να ΄χεις ακμάζουσα ζωή, δύναμη κι ευφορία.
Ο πλούτος της παράδοσης κι όλες οι ομορφιές σου
να μείνουν αναλλοίωτη προίκα για τις γενιές σου.
Ευχές τα πετραδάκια μας να χτίσουμε το τείχος,
μη βασιλέψει πάνω σου της ερημιάς ο ήχος.
Τούτη η χρονιά που έρχεται σ΄ όλους καλά να φέρει,
να ΄ρθουν και όσοι λείπουνε από τα ξένα μέρη.