Στις 3 Ιουνίου 2021, με διάταγμα του Προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας, χορηγήθηκε στη μνήμη του Michele Memola το Μετάλλιο της Τιμής που προορίζεται για τους Ιταλούς στρατιώτες απελάθηκαν και κρατήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί.
Ο Michele Memola, γεννημένος στο Terlizzi το 1916 και έζησε στη Molfetta έως το 1993, κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο δεύτερος υπολοχαγός του πυροβολικού. Αρχικά μεταφέρθηκε στη Ρόδο και στη συνέχεια, από την 1η Ιουνίου 1943, στην Κάρπαθο.
Στις ταραγμένες μέρες που ακολούθησαν την ανακωχή της 8ης Σεπτεμβρίου, ακολούθησε άλλον δρόμο. Για πέντε μήνες τον βοήθησαν κάτοικοι του Μεσοχωρίου, που τον έκρυψαν στα σπίτια τους, σε μια ρωμαϊκή δεξαμενή και τελικά σε ένα μικρό απομονωμένο στάβλο σε έναν κόλπο.
Τον Φεβρουάριο του 1944, κυνηγημένο όλο και περισσότερο από τους Γερμανούς, αποφάσισε να παραδοθεί. Λίγους μήνες αργότερα στάλθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Sandbostel και Bad Sulza στη Γερμανία.
Επέστρεψε σπίτι τον Ιούλιο του 1945. Η βοήθεια που του έδωσαν οι οικογένειες της Καρπάθου, κρύβοντάς τον από τους Γερμανούς με κίνδυνο τη ζωή τους, ήταν μια εμπειρία ανθρωπιάς, ευγνωμοσύνης και φιλίας που κράτησε ολόκληρη τη ζωή των πρωταγωνιστών. Θα επιστρέψει στην Κάρπαθο δύο φορές, τα καλοκαίρια του 1968 και του 1971, πάντα δεχόταν με αγάπη και φιλοξενία από τα παιδιά εκείνων που τον είχαν βοηθήσει.
Αυτήν την πολεμική εμπειρία αφηγήθηκε στο βιβλίο “Il Tenentaki” του Massimo Marino Memola.
Ο έγκυρος ιστορικός συγγραφέας της Καρπάθου, κ. Μανώλης Κασσώτης, σε ένα από τα εξαιρετικά άρθρα του στην εφ. Ροδιακή είχε αναφέρει:
Το καλοκαίρι του 2018 ήρθε στην Κάρπαθο ο Massimo Memola, γιος του Michele Memola, συνοδευόμενος από τον ανεψιό του πατέρα Gioacchino Memola, ανώτερο αξιωματικό του Ιταλικού Στρατού. Επιθυμούσε να γνωρίσει και να ευχαριστήσει τους απογόνους των ανθρώπων που βοήθησαν τον πατέρα του και να διασταυρώσει και συμπληρώσει τις πληροφορίες του πατέρα του, προτού τις εκδώσει σε βιβλίο.
Πήγε στο Μεσοχώρι όπου συνάντησε αρκετούς απογόνους των ανθρώπων που βοήθησαν τον πατέρα του στα χρόνια του πολέμου. Τον έβλεπες να πέφτει στην αγκαλιά τους και δάκρυα να κυλούν από τα μάτια τους.
Από τη σκέψη τους περνούσαν σκηνές και γεγονότα που δεν τα έζησαν οι ίδιοι, αλλά τα είχαν ακούσει και ξανακούσει από γονείς, παππούδες και γιαγιάδες και αποτυπώθηκαν στη μνήμη τους. Εβδομήντα πέντε χρόνια είχαν περάσει από τότε που ο ανθρωπισμός φάνηκε πιο δυνατός από τη σκληρότητα του πολέμου.
Η ιστορία του “Τενεντάκι”, του μικρόσωμου Ιταλού ανθυπολοχαγού, μένει ζωντανή στη μνήμη των Μεσοχωριτών και αποτελεί μέρος της λαϊκής παράδοσης του χωριού.
Τα σπίτια κλειστά, ο στάβλος μισογκρεμισμένος
Περπάτησε μέσα από τα πετρόστικα σοκάκια του χωριού, από τα ίδια που στα χρόνια του πολέμου περπατούσε ο πατέρας του, νύχτα και με μεγάλη προφύλαξη. Σταμάτησε στα σπίτια, που με κίνδυνο της ζωής τους τον έκρυβαν οι Μεσοχωρίτες. Τα βρήκε κλειστά και ο στάβλος που είχε γίνει η κρυψώνα του πατέρα του μισογκρεμισμένος, οι ιδιοκτήτες τους είχαν φύγει κι αυτοί για το αιώνιο ταξίδι. Αλλά, είχε την αίσθηση πως άνοιξαν οι πόρτες τους για να υποδεχτούν τον γιο του “Τενεντάκι” και να του διηγηθούν τη δική τους ιστορία.
Μετά από μια εβδομάδα έφυγαν ο Massimo και ο Gioacchino για την πατρίδα τους, ικανοποιημένοι με τις πληροφορίες που πήραν για το “Τενεντάκι”, και έδωσαν υπόσχεση πως, του χρόνου, θα επιστρέψουν με το βιβλίο που θα διασώσει ένα μέρος από την πρόσφατη ιστορία της Καρπάθου και θα προβάλει τον ανθρωπισμό που επικρατούσε στο νησί στα δύσκολα χρόνια του πολέμου.
Επέστρεψαν με το “IL TENENTAKI”
Στο γύρισμα του χρόνου, επέστρεψαν οι Massimo και Gioacchino και μαζί τους έφεραν, ο Massimo τον εγγονό του Michele Giovani Memola και ο Gioacchino τη γυναίκα του Rosanna Volve Memola και την κόρη τους Camila Memola. Μαζί τους ήλθαν από την Αθήνα η εκπρόσωπος της Ιταλικής πρεσβείας Σοφία Καταγά, ο αντιπρόσωπος του στρατιωτικού ακόλουθου Lorenzo Amodio και οι ιταλομαθείς ζωγράφος Μαγδαληνή Αστέρη και γλύπτρια Κατερίνα Σαμαρά. Έφεραν και το βιβλίο που υποσχέθηκαν, “IL TENENTAKI” του Massimo Memola, που στο μεταξύ το «Κέντρο Καρπαθιακών Ερευνών», με την συνεργασία της «Καρπαθιακής Λέσχης», το μετάφρασε και το έκδωσε στα Ελληνικά.