Ρίτα Λυτού στο catisart.gr: Ο άνθρωπος πρέπει να έχει ευθύνη, γι’ αυτά που πράττει, γι’ αυτά που σκέφτεται, γι’ αυτά που εύχεται

Ρίτα Λυτού στο catisart.gr: Ο άνθρωπος πρέπει να έχει ευθύνη, γι’ αυτά που πράττει, γι’ αυτά που σκέφτεται, γι’ αυτά που εύχεται
Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

Είναι τόσο δύσκολο να αφηγηθεί κανείς σωστά μια ιστορία… Που να έχει αίμα, ψαχνό, χαρακτήρες, συναίσθημα, γνώση. Οι αφηγήσεις, όπως και το θέατρο, προϋποθέτουν πρωτοβουλία, αυτοέλεγχο και μία μορφή λόγου πέρα από το καθιερωμένο.

Ο πρόλογός μου αφορά τη Ρίτα Λυτού, αυτή την ιδιοσυγκρασιακή ηθοποιό με τη στοχαστική ανάγνωση των χαρακτήρων που υποδύεται και με τον δικό της διηθητικό και ονειρικό τρόπο να ερμηνεύει.

Στην παράσταση «Ἁmalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων», που σκηνοθέτησε η Ζωή Χατζηαντωνίου, μια πρωτόγνωρη παράσταση-εμβυθιστική εμπειρία, το κοινό εντυπωσιασμένο την είδε και τη χειροκρότησε σαν ένα μουσικό κομμάτι υψηλής ακρίβειας και συμβολισμού. Υποδύθηκε τη Βιλελμίνη φον Πλύσκω, την ιστορική Μεγάλη Κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας η οποία γεννήθηκε στις 16.9.1793 στο Eckernförde του Σλέσβιχ-Χόλσταïν και απεβίωσε στις 7.4.1872 στη Βαμβέργη της Βαυαρίας. 

Η Ρίτα Λυτού μεγάλωσε στην Κάρπαθο. Έχει τελειώσει τη σχολή Σκηνοθεσίας Λυκούργου Σταυράκου, το εργαστήρι Stulker και το ετήσιο εργαστήρι του Σίμου Κακάλα και της Έλενας Μαυρίδου. Έχει κάνει βυζαντινή μουσική και συμμετέχει σε στροβιλιστική ομάδα από το 2000. Έχει συνεργαστεί με τη Ζωή Χατζηαντωνίου, την Άννα Κοκκίνου, την Αργυρώ Χιώτη, τη Ρούλα Πατεράκη, τον Μιχαήλ Μαρμάρινο, τον Βίκο Ναχμία, τον Τάκη Τζαμαργιά, τον Δημήτρη Μπίτο, τον Άγγελο Μέντη, την Κάτια Γκουλιώνη, τον Κωνσταντίνο Ντέλλα, την Ελένη Αλεξανδράκη και τον Άγγελο Φραντζή.

Έχει αφηγηθεί δύο λαϊκά παραμύθια από την Κάρπαθο σε διάλεκτο, με τον Μανούσο Κλαπάκη στα κρουστά και τον Μοσκαμπαρη επίσης σε καρπαθιακή διάλεκτο σε σκηνοθεσία Μίρκας Γεμεντζάκη. Επίσης, έχει αφηγηθεί τον Κανίβαλλο, σε σκηνοθεσία Αγγελικής Μπόζου και Θάνου Κοσμίδη.

Η Ρίτα με τις εκπληκτικές αφηγήσεις της μάς οδηγεί στη γενέτειρά της, την Κάρπαθο όταν ακόμα στα δάση της έτρεχαν κορίτσια με ξέπλεκα μαλλιά κι εκείνη χόρευε ανέμελη στη θάλασσα, σε σπηλιές και ‘κει μέσα στο ημίφως αναβίωναν οι αφηγήσεις για αγίους και ανάραες (νεράιδες).

Γρήγορα ήρθε στην Αθήνα για θεατρικές σπουδές. Το νησί δεν την κρατούσε. «Σκεφτόμουν ότι οι ηθοποιοί έχουν έναν ιδιαίτερο ψυχισμό. Έναν δαίμονα και αγγελοδαίμονα», λέει στο catisart.gr.

Αναπνευστικές ασκήσεις της δίδαξε η σπουδαία Μίρκα Γεμεντζάκη, μετέπειτα η εξαιρετική Ρηνιώ Κυριαζή και η Αμαλία Μουτούση την οποία για την τέχνη της θαυμάζει πολύ. Εκτός των άλλων στροβιλίζεται.

«Το έχω διδαχτεί από τον Βίκο Ναχμία», αναφέρει. «Ήμασταν μια ομάδα από  το 2000 έως το 2015, έως ότου έφυγε από τη ζωή. Δώσαμε παραστάσεις. Αμετάδοτη εμπειρία. Του χρωστάω πολλά».

Κάπως έτσι έγινε μια ηθοποιός που με τις έξοχες ερμηνείες στη σκηνή μάς καθοδηγεί στην καρδιά του θεάτρου αφομοιώνοντας κάθε εποχή, κάθε δράση, κάθε αίσθηση.

«Ο άνθρωπος πρέπει να έχει ευθύνη, γι’ αυτά που πράττει, γι’ αυτά που σκέφτεται, γι’ αυτά που εύχεται», τονίζει. «Να βάλει σε δεύτερη μοίρα ότι η υπέρτατη αξία είναι το κέρδος».

Πώς προετοιμάζεται άραγε για την παράσταση, αναρωτιέμαι. «Όταν πρωτοπιάσω το κείμενο, αισθάνομαι έναν φόβο βαθύ, μια απώθηση, ότι δεν θα τα καταφέρω. Έχω την πεποίθηση ότι το να δώσω κάτι από τον εαυτό μου, να εκτεθώ, να μοιραστώ, με φοβίζει, αισθάνομαι λίγη», απαντά. «Σιγά σιγά με τις πολλές αναγνώσεις και τη βοήθεια του σκηνοθέτη πιάνω το ρυθμό, τα νοήματα, τη μυρωδιά του. Λειτουργώ πάντα με συνειρμούς. Όμως χωρίς το σώμα και την αναπνοή δεν γίνεται».

Η σεζόν που έρχεται θα τη βρει στο θέατρο «Σφενδόνη». «Συνεργάζομαι με την Άννα Κόκκινου που σκηνοθετεί το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα σε μετάφραση της Σεσίλ Ιγκλέση Μαργέλλου», εξηγεί.

«Μια περιοδεία με την παράσταση «Amalia Melancholia: η βασίλισσα των φοινίκων», είχαμε επιλεγεί στο grape του Φεστιβάλ Αθηνών, όπως επίσης είχε επιλεγεί και το «Αναψυκτήριο» σε σκηνοθεσία Αργυρώς Χιώτη που αναμένουμε τη συνέχειά του».

Πρόβες, λοιπόν, μια περιοδεία στα σκαριά, γόνιμες ιδέες, ευοίωνα σχέδια και η αγκαλιά της «Φιλοθέης» να την περιμένει «τρίχινο σεντούκι, ψυχικό βαρέλι…».

Ρίτα, θα ήθελες να πούμε στους αναγνώστες του catisart.gr πού γεννήθηκες και ποια είναι η καταγωγή σου;

 

*Κατάγομαι από την Κάρπαθο και μεγάλωσα εκεί, στο λιμάνι του νησιού, στα Πηγάδια. Οι γονείς μου ήταν από το ίδιο χωριό, τις Μενετές. Στο σπίτι μέναμε μαζί με την οικογένεια της αδερφής του πατέρα μου. Φύγαμε για την Αθήνα λόγω αρρώστιας του όταν ήμουν 15 ετών. Ήταν τότε ένα νησί άγονης γραμμής.

 

Τι δεν ξεχνάς από τα παιδικά σου χρόνια;

 

*Τα παιδικά μου χρόνια στην Κάρπαθο είχαν κάτι τρομακτικό μ’ όλη αυτήν την ελευθερία που είχαμε. Τρέχαμε στα δάση, σε σπηλιές και ‘κει στο ημίφως αναβίωναν οι αφηγήσεις για αγίους και ανάραες (νεράιδες). Επίσης το bulling που τότε κανείς δεν έδινε σημασία και που υπέφερα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις αποκριές στις Μενετές που ήταν όλοι ντυμένοι, οι καμουζέλες… Τα πανηγύρια, τους χορούς, τα αρώματα των φαγητών, η κοινομάλλα, ο σκοίνος, το πρώτο σκίρτημα της ερωτικής επιθυμίας. Ήμουν ένα παιδί που διάβαζε. Εκατοντάδες παραμύθια, Καζαντζάκη, Βενέζη, Λουντέμη, Διδώ Σωτηρίου και τόσους άλλους. Επίσης δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγκαλιά του πατέρα μου, όταν με σήκωνε για να με βάλει να κοιμηθώ.

Πώς και πότε μπήκε το θέατρο στη ζωή σου;

*Από μικρή είχα το όνειρο να γίνω χορεύτρια. Στην Κάρπαθο τότε δεν υπήρχαν σχολές χορού. Έβαζα κασέτες κλασικής μουσικής και χόρευα. Χόρευα μες τη θάλασσα, μ’ άρεσε το κλασικό μπαλέτο. Εκεί γύρω στα 10 μου άρχισα ν’ ασφυκτιώ, ήθελα να φύγω. Οι πρώτες παραστάσεις που είδα ήταν ο «Ήχος του όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν και το «Σε φιλώ στη μούρη», του Γιώργου Διαλεγμένου, σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή. Σκεφτόμουν ότι οι ηθοποιοί έχουν έναν ιδιαίτερο ψυχισμό. Έναν δαίμονα και αγγελοδαίμονα. Πήγα στη Σχολή Σταυράκου, στο τμήμα σκηνοθεσίας, αλλά άλλος ήταν ο δρόμος μου.

Πώς προετοιμάζεσαι για κάθε παράσταση;

*Ακολουθώ την αρχή να είμαι ελεύθερη και ν’ αφήσω τη φαντασία μου και τη διαίσθησή μου να ενωθεί με κάτι πιο υψηλό από μένα. Να ονειρευτώ το ωραίον. Ο ηθοποιός πρέπει να μπορεί ν’ ακούει και να υπηρετεί την ιδέα του σκηνοθέτη για την παράσταση, μπολιάζοντάς την με τα δικά του βιώματα. Να βρουν έναν κοινό τόπο. Νομίζω είναι διαφορετικός ο τρόπος που προσεγγίζει κανείς έναν χαρακτήρα από ένα θεατρικό έργο, και άλλος ο τρόπος για μια αφήγηση ή μια δραματουργία διακειμενική.

Όταν πρωτοπιάσω το κείμενο, αισθάνομαι έναν φόβο βαθύ, μια απώθηση, ότι δεν θα τα καταφέρω. Έχω την πεποίθηση ότι το να δώσω κάτι από τον εαυτό μου, να εκτεθώ, να μοιραστώ, με φοβίζει, αισθάνομαι λίγη. Σιγά σιγά με τις πολλές αναγνώσεις και τη βοήθεια του σκηνοθέτη πιάνω το ρυθμό, τα νοήματα, τη μυρωδιά του. Λειτουργώ πάντα με συνειρμούς. Όμως χωρίς το σώμα και την αναπνοή δεν γίνεται.

Μ’ αρέσει να ασκούμαι με τη γιόγκα. Αναπνευστικές ασκήσεις μου δίδαξε η σπουδαία Μίρκα Γεμεντζάκη, μετέπειτα η εξαιρετική Ρηνιώ Κυριαζή και η Αμαλία Μουτούση την οποία για την τέχνη της θαυμάζω πολύ.

Υπήρξε ρόλος που σε έφερε κοντά σε δικά σου βιώματα;

*Όλοι οι ρόλοι που έχω υποδυθεί ακουμπάνε σε δικά μου βιώματα. Ο κάθε ρόλος ήταν αφορμή ν’ ανακαλύψω έναν κόσμο που δεν ήξερα ότι είχα. Ν’ αφεθώ στο τυχαίο, να νιώσω ελευθερία, να πω και να πράξω από το πιο βαθύ και ασυνείδητο κομμάτι του εαυτού μου. Επίσης να συνδεθώ με μια αρχή που είναι υψηλότερη από μένα, να νοηματοδοτήσω το κείμενο πνευματικά και μεταφυσικά μ’ ένα μυστήριο. Ίσως θα έπρεπε να μιλήσω για τις δύο παραστάσεις παραμυθιών που έπαιξα στην καρπαθιακή διάλεκτο των αρχών του αιώνα και πιο πίσω. Μ’ ενθουσίασε που θυμόμουν την προφορά, τον ρυθμό, τα νοήματα, διασκέδασα πολύ.

Για ποιο λόγο θα έλεγες μπράβο στον εαυτό σου;

*Είμαι ο πιο αυστηρός κριτής του εαυτού μου. Είναι τόση η αγωνία μου γι’ αυτό που κάνω, που δεν νιώθω ποτέ ικανοποιημένη. Φυσικά και χαίρομαι όταν αισθάνομαι ότι κάτι πάει καλά, αλλά αυτό είναι και ένας αγώνας να δώσει κανείς μορφή στο χάος.

Πώς πιστεύεις ότι θα σε περιέγραφε ένας δικός σου άνθρωπος;

*Ότι είμαι τρελή και αδέσποτη παρ’ όλη την αγάπη, που λέει και το τραγούδι, και πολύ ευαίσθητη.

Έχεις κάποιο άλλο ταλέντο πέρα από την υποκριτική;

 

*Στροβιλίζομαι. Το έχω διδαχτεί από τον Βίκο Ναχμία. Ήμασταν μια ομάδα από το 2000 έως το 2015, έως ότου έφυγε από τη ζωή. Δώσαμε παραστάσεις. Αμετάδοτη εμπειρία. Του χρωστάω πολλά.

 

Πες μου κάτι που σ’ ενθουσίασε πρόσφατα;

 

*Στο δρόμο μου συναπαντήθηκα με την παράσταση «Αναψυκτήριο» σε σκηνοθεσία Αργυρώς Χιώτη, που ήταν η μετάβαση, ο τόπος, το πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο και εκείνο το διάστημα ξαναέπαιξα στην «Amalia Melancholia: η βασίλισσα των Φοινίκων», σε σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου μια παράσταση που παίχτηκε για τρεις χρονιές. Έτρεχα από το ένα στο άλλο. Τρέλα.

Με τον ανταγωνισμό πώς τα πας;

*Όταν ήμουν πιο νέα ήμουν ανταγωνιστική. Όμως κατάλαβα ότι έχει χώρο για όλους, ο καθένας έχει το δρόμο του, το ριζικό του.

Γιατί μια τόσο παλιά τέχνη, όπως είναι η τέχνη της αφήγησης, ζωντανεύει τόσο έντονα τα τελευταία χρόνια;

*Αναζητούμε να βρούμε κοινές ρίζες, κοινές μνήμες, να γίνει πιο συνεκτική η κοινωνία, να βρεθεί μια ταυτότητα που τώρα είναι κατακερματισμένη. Οι παραμυθάδες αφηγούνταν γύρω από μια φωτιά και μαζεύονταν όλοι γύρω. Μοιράζονταν τον φόβο και το έλεος.

Η προφορική αφήγηση είναι τέχνη χειροποίητη, κατάγεται από έναν κόσμο που δεν έχει αίτιο και αιτιατό και αυτό ασκεί γοητεία. Η γλώσσα επίσης, η διάλεκτος, η καθαρεύουσα κάνει το ανοίκειο οικείο.

Σε μια κοινωνία κρίσης, με την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και την Ακροδεξιά στην Ευρώπη να ανεβαίνει είναι άραγε δυνατόν να μείνει ένας καλλιτέχνης ουδέτερος;

*Έχω την πεποίθηση ότι ο καλλιτέχνης με την προσήλωση και την αφοσίωση σε αυτό που πράττει είναι η μέγιστη πολιτική πράξη. Το Έργο του αντιστέκεται και απαντά στις κοινωνικές ανισότητες. Θα αναφέρω μια παράγραφο από το Συμπόσιο του Πλάτωνα σε μετάφραση της Σεσίλ Ιγκλέση Μαργέλλου:  «Οι βάρβαροι έχουν τυραννίες, γι’ αυτό και καταδικάζουν τη φιλομοφυλία όσο και τη φιλοσοφία και τη φιλογυμναστία. Γιατί δεν συμφέρει τους εξουσιαστές να καλλιεργούνται στους εξουσιαζόμενους υψηλά φρονήματα, ούτε ισχυρές φιλίες, ό,τι δηλαδή προκαλεί ο έρωτας. Επίσης πιστεύω πολύ τον αγώνα στους δρόμους.

Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος στην κοινωνία μας σήμερα;

*Ο άνθρωπος πρέπει να έχει ευθύνη, γι’ αυτά που πράττει, γι’ αυτά που σκέφτεται, γι’ αυτά που εύχεται. Να βάλει σε δεύτερη μοίρα ότι η υπέρτατη αξία είναι το κέρδος.

Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα σήμερα;

*Όταν ένας άνθρωπος δίνει αγώνα για ν’ ακουστεί η φωνή του βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα. Κάποιοι του φιμώνουν το στόμα. Στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης η γυναίκα υπάρχει ως ερωτικό σύμβολο, μια εικόνα που με απωθεί.

Πάντα υπάρχει όμως μια Σιμόν Βέιλ, μια Έμιλυ Ντίκινσον και τόσες άλλες να υψώνουν τον πήχη.

Θέλεις να μοιραστείς μαζί μας τα επόμενα σχέδιά σου τόσο για το απώτερο μέλλον όσο και για την επόμενη μέρα;

*Αύριο το πρωί έχω πρόβα στο θέατρο «Σφενδόνη». Συνεργάζομαι με την Άννα Κόκκινου που σκηνοθετεί το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα σε μετάφραση της Σεσίλ Ιγκλέση Μαργέλλου.

Μια περιοδεία με την παράσταση «Amalia Melancholia: η βασίλισσα των φοινίκων», είχαμε επιλεγεί στο grape του Φεστιβάλ Αθηνών, όπως επίσης είχε επιλεγεί και το «Αναψυκτήριο» που αναμένουμε τη συνέχειά του.

Ποια σκέψη σε συνοδεύει τις περισσότερες ώρες της ημέρας;

*Η σκέψη μου είναι με τον σύντροφό μου, τον Νίκο Α. Παναγιωτόπουλο, τον ποιητή, που έφυγε πέρσι από τη ζωή.

Τι σε απογοητεύει και τι σου δίνει χαρά;

*Με απογοητεύει η τεμπελιά και η έλλειψη πίστης. Μου δίνει χαρά η αλήθεια.

Πως ορίζεις την αγάπη;

*Θα αναφέρω εδώ έναν στοχασμό του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, που ήταν γραμμένος το 1929 σε πολυτονικό:

«Όταν η αγάπη υπερβεί ένα ορισμένο σημείο – φτάσει, δηλαδή, στο σημείο της λατρείας (και ίσως μόνον αυτή είναι η πραγματική αγάπη, αυτή που δε γυρεύει ανταλλάγματα), αδιαφορεί τελείως για την ανταπόδοσή της, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το αν ανταγαπάται, και τρέφεται από την ίδια της τη φλόγα, χωρίς να αισθάνεται την ανάγκη να τροφοδοτείται απ’ έξω – από την πληρωμή της, δηλαδή, με το ίδιο νόμισμα, από μέρους του αγαπώμενου προσώπου. Είναι πλήρης και άρτια, όπως είναι – αυτάρκης, επομένως ευτυχής…».

Μια ευχή για το μέλλον;

*Έχουν και οι ευχές μιαν αφέλεια…

Διαρκώς διαψεύδονται.

Χρειάζεται πίστη.

Σε ποιον τόπο θα επιθυμούσες να ζεις;

*Εδώ, στην Τσάμη Καρατάσου, στο σπίτι κάτω απ’ τον Λόφο του Φιλιπάππου, στο σπίτι που φτιάξαμε με τον άντρα μου. Είμαι ευχαριστημένη με όσα έχω.

Τι σε κάνει να θυμώνεις και με τι γελάς περισσότερο;

*Θυμώνω με την τσαπατσουλιά και την ανθρώπινη εκμετάλλευση. Γελάω όταν εξοικειώνομαι με τη γελοιότητα της ζωής.

Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Υπάρχει κάποιο κατοικίδιο με το οποίο μοιράζεσαι τη ζωή;

 

*Κοιμάμαι με τη γατούλα μου, τη «Φιλοθέη». Κοιμάται πάνω απ’ το κεφάλι μου, σαν φωτοστέφανο. Ο άντρας μου την ονομάζει τρίχινο σεντούκι, ψυχικό βαρέλι…

 

Ρίτα, σε ευχαριστώ πολύ γι’ αυτή τη συνομιλία και για όλα όσα μοιράστηκες μαζί μου για τους χρήστες του Catisart.gr

 

*Κι εγώ ευχαριστώ για τη φιλοξενία.

***

Πηγή: https://www.catisart.gr/rita-lytoy-o-anthropos-prepei-na-eythyni-gi/?fbclid=IwY2xjawFboGBleHRuA2FlbQIxMQABHX4zuKylAocCXRUAS4nvxiwegcCVRx2PFsIes4-GqZ6kaqbYtfwrzJAxhw_aem_ZoNoKs1ZU2k9u4xdoIt0xg