ΚΑΤΣΙΚΙ –ΑΡΝΙ
Το παραμύθι, «το ρίφι»:μια ιστορία για παιχνιδοδράσεις και μαθήματα ζωής
Μαριγούλα Κρητσιώτου
«Το ρίφι», η οθείτικη παραλλαγή μιας ευρύτερης κατηγορίας ίδιων παραμυθιών, αποτέλεσε τον πυρήνα δύο εκδηλώσεών μας, το καλοκαίρι του 2024. Στην πρώτη, το αφηγηθήκαμε σε παιδιά, μετατρέποντας τους πολλούς μετασχηματισμούς, της πλοκής του, σε εικαστικές και παιγνιδο-θεατρικές δράσεις, με σκοπό την βιωματική-σωματική και πιο αποτελεσματική μάθηση πραγμάτων. Στην δεύτερη, το αφηγηθήκαμε σε μεγάλους, με αφηγήτρια την πλέον κατάλληλη, για την επόμενη της αφήγησης, συζήτηση, στην οποία θα αναλύονταν, ψυχολογικά, οι παραμυθιακοί συμβολισμοί, σε σχέση με τις συμπεριφορές των καθημερινών σχέσεων.
Να μια περίληψη του παραμυθιού: Μια γυναίκα, μια φορά, δεν ήκανε παιδιά και παρακαλούσε το Θεό να της δώσει ένα, «κι ας εί’ και ρίφι». Το απόκτησε, λοιπόν, το κανάκιζε και το μεγάλωνε, κι αυτό σιγά-σιγά, ήθελε να είναι σας ούλες τις κόρες. Έτσι, άρχισε να αποκαλύπτει την πεντάμορφη κόρη, που έκρυβε κάτω από την προβιά: «ήβαλλε τη προβιά κι εγίνετο ρίφι, ήβγαλλε τη προβιά κι εγίνετον εκείνη η κόρη, πού ‘λαμπεν ούλος ο κόσμος». Οι προσπάθειές του ριφιού να επικοινωνεί και να έχει πρόσβαση στον κόσμο των ανθρώπων, βοηθιόνταν από την ανθρώπινη ομιλία του.
Μιλούσε κι επενεργούσε πάνω σε πράγματα και ανθρώπους, ώστε να περιέρχονται σε μια νάρκη ή σε μια ενεργητικότητα και δραστικότητα, μέσω της οποίας κατάφερνε να πραγματοποιεί αυτό που ήθελε: «ζαλίσου γέρο, στραώσου γέρο και πέσε κάτω…». Κι ο γέρος ζαλιζόταν κι αποκοιμιόταν κι αυτό έτρωγε το περβόλι του βασιλέα, ώσπου γνώρισε το βασιλόπουλο. Ελεγε, επίσης, «πλυθείτε ρούχα, ξεπλυθείτε, απλωθείτε, σιερωθείτε….» και πλένονταν και σιδερώνονταν κι έτσι έβρισκε λόγους για πηγαίνει στην βρύση και να μπαίνει στον περβόλι του βασιλιά, ώσπου γνώρισε το βασιλόπουλο.
Η προβιά ήτο «το ριζικό του» και δεν έπρεπε να καταστραφεί, γιατί, θα χανόταν, ως κόρη: «και θα ξοδέψεις εφτά ζευγάρια σιεροκάλικα για να με βρεις, κι α’ με βρεις». Αυτά είπε στο βασιλόπουλο, όταν της πήρε την προβιά, για να μπορεί να την καμαρώνει. Πάρ’ την, λοιπόν, της είπε κι εκείνη την φόρεσε κι εξαφανίστηκε, για καιρό. Κι εκείνος ερρώστησε από σεβντά:
Αποστα σ’ εία σού ‘καμα μέσ’ στη καρδιά μου θέση
και δεν υπάρχει στο ντουνιά άλλη που να μ’ αρέσει.
Αποστα σ’ εία σού ‘καμα μέσ’ στη καρδιά μου θρόνο
κι ώσπου να γίνεις ταίρι μου θα ταγιαντώ το πόνο»
Βγαίνει, τότες, ένας διαλαλημός, να φέρουν οι κόρες του βασιλείου, καθεμιά ένα φαί, κι οποιανής το φαί θα φάει, εκείνην αγαπά και θα παντρευτεί. «Επήε και το ρίφι και πήρε εμετί φτουφτρούι». Και να, και το «’ξεχώρισε ‘πο ούλες τις κόρες:
«Αντε να πεις της μάνας σου φτρουφτρούι να σου κάνει
για να ‘ρχεσαι να σε θωρώ κι όπου πονώ να γιάνει»
Εικόνα 1 Το κοσμικό ρίφι
Τι να κάμει κι η βασίλισσα ήφερε το ρίφι στον κήπο, «μάφε ‘α» για τον σεβντά του βασιλόπουλου, κι εκείνη το ρήμαζε στο ξύλο. Το ρίφι, πονηρό, «εφούσκωνε την προβιά και ‘εν εκαταλάβαινε τίποτε». Την ημέρα του γάμου, πιο, η βασίλισσα ήυμαθε το «μυστικό» με την προβιά, κι ώσπου να τη κάψει, για να ‘πομείνει η κόρη στη βάντα του γιου της, εκείνη ενεμουρίστη στο κάτω κόσμο. «Κι επήεν ως εκεί το βασιλόπουλο κι ως τη πηγή πού πίνασι νερό τα περιστέρια» και κατάφερε να πιάσει τα φτερά του δικού του, «κι αυτό εγίνειν η κόρη που ‘ξαιρε και την ήφερε στον απάνω κόσμο».
Αυτό το παραμύθι, λοιπόν, αφηγηθήκαμε, μια φορά για τα παιδιά, στις 9/8/24, στην βρύση του χωριού και στους γύρω χώρους.
Εικόνα 2 Η αφήγηση στη βρύση
Ο παραμυθιακός λόγος αναμειγνυόταν με τον ήχο και τις εικόνες της βρύσης. Ζωντανέψαμε με άλλους τρόπους την βρύση των συνευρέσεων και ιστοριών. Δείξαμε πού πήγαιναν οι κόρες και το ρίφι να πλύνουν ρούχα. Μιλήσαμε για τις γούρνες που κάθε γυναίκα, στην πραγματική ζωή, έπλενε τα δικά της
Εικόνα 3 Οι γούρνες που έπλεναν τα ρούχα στη βρύση. Αρχείο Γεωργίου Κρητσιώτη
ή για τα τζάκια που ζέσταιναν νερό όταν έκαναν μπουγάδες, για τα σταμνιά που κουβαλούσαν νερό στο σπίτι, για τα ζώα που έρχονταν να πιουν νερό, για την αναμετάδοση των νέων του χωριού ή των κουτσομπολιών για την πιο καθαρή και πιο νοικοκυρά, από το πώς έπλενε κι άπλωνε τα ρούχα της.
Αμέσως μετά, τα παιδιά σχημάτισαν και ζωγράφισαν μάσκες (μέσα μεταμφίεσης, ανάλογα της προβιάς) στην αίθουσα της Παναγίας. Την καθοδήγηση είχε η Ζωή Παπακώστα.
Εικόνα 4 Στην αίθουσα της Παναγίας
Στην συνέχεια, με την φροντίδα της Δώρας Μπασδέκη, χόρεψαν τις μάσκες: το είμαι εγώ, αλλά γίνομαι και γάτα, και λιοντάρι, και παγώνι, και κατσίκι και γλάρος κλπ κλπ. Μπήκαν, έτσι, στην σκέψη του είμαστε «εμείς», αλλά γινόμαστε και οι «άλλοι» των πολλών και διαφορετικών ρόλων, εμπειριών και ταυτοτήτων.
Εικόνα 5 Είμαστε εμείς αλλά γινόμαστε και οι άλλοι
Στην δεύτερη εκδήλωση, 12/8/24, την εισαγωγή έκανα, περίπου ως εξής:
Σύμφωνα με τον Μανόλη Λαγωνικό, χαρισματική παραμυθού στο Οθος υπήρξε η Φροσύνη Βόζου, η οποία πιθανόν να επηρεάστηκε από παραμυθάδες της Μ. Ασίας. Από τους άνδρες, ξεχωριστός ήταν ο σύζυγος της Σταματούλας του Παπανικοκολάου, ο οποίος αφηγούνταν παραμύθια, σε συνέχειες, στο τότε καφενείο του πατέρα του Μιχ. Λαγωνικού (τωρινό σπίτι του Δημ Μιχ Πειλήδη).
Την ψυχαγωγική και ηθοποιητική δύναμη των παραμυθιών, αξιοποιούν, σήμερα, επαγγελματίες παραμυθάδες, άνθρωποι, δηλαδή, που διδάσκονται την αφηγηματική τέχνη. Μεταξύ αυτών, ο φίλος Δημήτρης Προύσαλης μας έδωσε κάποιες οδηγίες, ως προς τις αφηγηματικές τεχνικές. Ωστόσο, η γεωγραφική απόσταση μας ανάγκασε να βασιστούμε στη δική μας πολιτισμική γνώση, όσον αφορά την κινησιολογική και ιδιωματική έκφραση.
Καταξιωμένη, επίσης, παραμυθού, η Αγνή Στρουμπούλη, αφηγούνταν για χρόνια στο θέατρο «Φούρνος» το οθείτικο παραμύθι, «Η δασκάλα και το βασιλόπουλο». Της εξασφάλισα φωτοτυπία του από το βιβλίο της Εύρης Βαρίκα Μοσκόβη, «Παραμύθια και τραγούδια της πατρίδας μου» [έκδ 1996]. Η Αγνή, μέσω των ελεύθερων αφηγήσεων του παραμυθιού, έφθασε σε μια δημιουργική ανάπλαση του, την οποία δημοσίευσε με το όνομα «Σισαμόμελη», επειδή επέλεξε να παρουσιάζει την ζαχαρένια κούκλα του, φτιαγμένη, από το ομώνυμο, γαμήλιο γλύκισμα της Καρπάθου. Αυτή η διασκευή περιέχεται στο βιβλίο της, «Ο Δένδρος».
Η Αγνή ήρθε στην Κάρπαθο, τον περσινό χειμώνα. Την έφερα σε επαφή με τον Νίκο Βλάχο, από το Οθος, με τον Ηλία Βασιλαρά και κάποιους δασκάλους. Ηρθε αφηγήθηκε στα Σπόα, στις Μενετές και σε σχολεία.
Στο αναφερθέν βιβλίο της Εύρης περιέχεται και το ρίφι, το οποίο η συγγραφέας, κατέγραψε από αφήγηση της Σοφίλας Κοντού. Παραλλαγές, ωστόσο, αυτών των δύο οθείτικων παραμυθιών βρίσκονται και στο αρχείο του Μανόλη Λαγωνικού. Για του λόγου το αληθές, κρατώ δακτυλογράφησή τους, την οποία μου έδωσε η κόρη του Φωτεινή, σε εποχή που σκεπτόμασταν, από κοινού, να τα αξιοποιήσουμε.
Όταν λέμε οθείτικα παραμύθια δεν σημαίνει ότι αυτά είναι αυθύπαρκτα, που εμπνεύστηκαν και υπήρξαν μόνο στο Οθος. Αντίθετα, απαντώνται, ακόμα, και εκτός Ελλάδας, ενώ παραλλαγές τους υπάρχουν και στα χωριά της Καρπάθου. Το ρίφι, σύμφωνα με την Μορφία Διακογιώργη, έχει και ελυμπίτικη παραλλαγή. Ειδικός, όμως, για τα καρπάθικα παραμύθια είναι ο Απερίτης Βασίλης Γεργατσούλης, ο οποίος κατέγραψε γύρω στα 500, από όλα τα χωριά.
Κάθε παραμύθι είναι ένα σύνθεμα από συνθηματικές συμβουλές ζωής.
Ας παρακολουθήσουμε, λοιπόν, προσεκτικά το δικό μας, όσον αφορά το πώς ένα ρίφι, ένα κατσίκι, διαχειρίζεται το δύσκολο παραμυθιακό «ριζικό» του. Ας ακούσουμε, όμως, πρωτύτερα, τα χαρακτηριστικά των κατσικιών, στην εκτός παραμυθιών ζωή, καθώς επίσης, τις σχετικές λαϊκές αντιλήψεις, ώστε να τα συσχετίσουμε με τις συμπεριφορές του ριφιού, ως παραμυθιακού ήρωα, αλλά και με δικές μας μνήμες και εμπειρίες. Αυτοί οι συσχετισμοί θα βοηθήσουν την εμπλοκή στην συζήτηση που θα ακολουθήσει την αφήγηση.
Παρότι, τα κατσίκια ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τα πρόβατα διακρίνονται για την ιδιαιτερότητά τους. Το αρνί-πρόβατο ταυτίζεται με ήσυχες και περιορισμένες στον χώρο κινήσεις. Περιδιαβαίνει ομαλές επιφάνειες, με το κεφάλι και το βλέμμα προς τα κάτω, εφόσον τρώει την χαμηλή βλάστηση. Σε αντίθεση το κατσίκι, που δεν λυγίζει τα γόνατα των μπροστινών και πιο κοντών ποδιών του, κοιτάζει και κινείται προς τα πάνω, αναζητώντας την τροφή του στις χαμηλές και ψηλές φούντες δένδρων.
Για την ακρίβεια, στέκεται στα πίσω πόδια ή σκαρφαλώνει στον κορμό και σε ψηλότερα κλαδιά. Άλλοτε αναρριχάται σε βράχους και γκρεμούς, για να τα φτάσει τους επιθυμητούς βλαστούς ή συνεργάζεται με άλλα κατσίκια. Δηλαδή, το ένα βάζει πλάτη, για να ανέβει ψηλότερα το άλλο. Να ειπωθεί, ότι τα πρόσφατα χρόνια, που η έλλειψη βλάστησης τα οδηγεί μέσα στα χωριά, σκαρφαλώνουν σε καρότσες και οροφές αυτοκινήτων, προκειμένου να φθάσουν την τροφή τους.
Εικόνα 6 Κατσίκια αναρριχούνται σε αναζήτηση της τροφής τους
Με βάση αυτές τις συμπεριφορές, οι τσοπάνηδες χαρακτηρίζουν τα κατσίκια πιο ενεργητικά, πιο έξυπνα, πιο παιχνιδιάρικα, πιο λεβέντικα και πιο περήφανα, σε σχέση με τα χαζά, αργοκίνητα και βαρετά πρόβατα. Οι διαχωρισμοί του ευκίνητου, ατίθασου και αντιληπτικού κατσικιού, από το υπάκουο, νωθρό και κουραστικό πρόβατο έχουν τις αναλογίες τους στους ανθρώπους. Για παράδειγμα, οι εκφράσεις αγριοκάτσικο ή αγαθοπρούατο αποδίδονται στο ανυπότακτο, ελεύθερο και αυτόνομο άτομο κι αντίστοιχα, στο κουτό κι αργόστροφο.
Αρνητικές προσλήψεις, ωστόσο, συνεπάγονται οι καταστροφικές επιπτώσεις της σίτισης των κατσικιών από τα δένδρα. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα θεωρούν, «γέννημα του σατανά». Η σύνδεση κατσικιού και προβάτου με την θρησκεία ταξινομεί το πρόβατο στην δεξιά πλευρά του Χριστού, την πλευρά των ενάρετων, και τα ερίφια στην φορτισμένη αρνητικά αριστερή πλευρά του. Σχετική είναι και η εκτός Καρπάθου παροιμία, που αναφέρεται στην δημιουργία των ζώων:
«Όταν ο Θεός έκανε το πρόβατο, ο σατανάς έφτιαξε το κατσίκι».
Ανάλογη, της ταύτισης του Χριστού με το πρόβατο είναι και η καρπάθικη αφήγηση, κατά την οποία: ο Χριστός, κυνηγημένος από τους Εβραίους, ζήτησε βοήθεια από την κατσίκα και το πρόβατο. Κι αυτά, με μια «ρουφηξιά αέρα», τον τράβηξαν μέσα στα ρουθούνια τους και τον έκρυψαν. Την στιγμή, όμως, του κινδύνου, η κατσίκα με μια δυνατή εκπνοή, με ένα φτάρνισμα, τον έβγαλε έξω, τον απέβαλε από το σώμα της, ενώ το πρόβατο τον κράτησε μέσα του. Κατόπιν τούτων, το πρόβατο ενσωματώνει και συμβολίζει τον Χριστό, αλλά και ο Χριστός, ο αμνός του Θεού, ταυτίζεται και συμβολίζεται με αυτό .
Και τώρα, παρουσιάζουμε την ομάδα μας:
Τασούλα Βασιλάκη, ψυχολόγος –ψυχοπαιδαγωγός
Χρύσα Λογοθέτη: μάστερ Λαογραφίας, κουκλοπαίχτρια, εμψυχώτρια ομάδων
Δώρα Μπασδέκη: εμψυχώτρια θεατρικού παιχνιδιού –θεατρικες- παιγνιώδεις διαδράσεις
Ζωή Παπακώστα: εκπαιδευτικός –εικαστικές δημιουργίες
Μαριάννα Φιωτάκη: χοροθεραπεύτρια, υπαρξιακή ψυχοθεραπεύτρια
Μετά την εισαγωγή, η Τασούλα Βασιλάκη αφηγήθηκε το παραμύθι κι «έκλεψε την παράσταση». Στην συνέχεια η Χρύσα Λογοθέτη ανέλυσε τον τύπο των «μαγικών παραμυθιών», στον οποίο υπάγεται το ρίφι. Γράφοντας, ανακαλώ με τα δικά μου λόγια, τα λεγόμενα της Χρύσας. Είπε, λοιπόν ότι τα μαγικά παραμύθια πραγματεύονται την κοινωνικοποίηση και ενηλικίωση ή το πέρασμα στην ωριμότητα. Προς αυτόν τον μετασχηματισμό, καθοριστικός είναι ο ρόλος κάποιων «μαγικών βοηθών». Η πορεία, ωστόσο, για την αλλαγή παραμένει επώδυνη και διέρχεται πολλές δοκιμασίες.
Το παραμύθι ανοίγει την καρδιά και την θεραπεύει. Αρκεί να ταυτιστούμε με τον πρωταγωνιστή, εν προκειμένω με το ρίφι. Μέσα από αυτήν την ταύτιση, θα αναγνωρίσουμε και θα αγκαλιάσουμε το μικρό παιδί που ήμασταν και είμαστε και αντάμα θα συνεχίσουμε το ταξίδι προς την ωριμότητα. .
Η παραμυθολογική γνώση του Βασίλη Γεργατσούλη (είχα ήδη επικοινωνήσει μαζί του) φωτίζει τα λεγόμενα της Χρύσας και της μετέπειτα συζήτησης, φέρνοντας στο προσκήνιο, τον καταλυτικό ρόλο της μητέρας στην διαδρομή κάθε παιδιού και ενήλικα, εφόσον αυτή νοιώθοντας κομμάτι της το παιδί της, δυσκολεύεται να του επιτρέψει την ελευθερία, την πρωτοβουλία, την αυτονομία κι άθελά της, το παγιδεύει, συχνά, στην φοβία, στην ομοφυλοφιλία, στην δυσκολία διαχείρισης των πιο στενών σχέσεων κλπ. [Ελευθ Κεχαγιά, 2019 psychology now.gr].
Αυτούς τους περιορισμούς συμβολίζει, στα μαγικά παραμύθια, η απερίσκεπτη ευχή της μάνας, εφόσον θέλει και ανατρέφει ένα παιδί, που δεν θα μπορέσει να αναλάβει την ζωή του και να απολαύσει τις χαρές της. Η ευχή, από αυτήν την άποψη, λειτουργεί σαν κατάρα και φραγμός, που εμποδίζει την επαφή με την πραγματικότητα, στην οποία καλείται το παιδί-ρίφι-φίδι-τσουκαλάκι κλπ κλπ. Και μόνο η δύναμη του έρωτα μπορεί να ανασύρει και να ξεδιπλώσει το πρόβλημα, ενεργοποιώντας τις διαδικασίες της αναγέννησης και κοινωνικοποίησης.
Στην συνέχεια, η Μαριάννα Φιωτάκη, με μια άσκηση αυτοσυγκέντρωσης, έστρεψε το κοινό σε αυτοπαρατήρηση και συσχέτιση εικόνων και συμβάντων του παραμυθιού, με προσωπικές μνήμες και εμπειρίες. Έτσι άνοιξε η ψυχαναλυτική συζήτηση με συντονίστρια την Τασούλα Βασιλάκη.
Εικόνα 7 Τασούλα Βασιλάκη: Αφήγηση και ψυχαναλυτική ανάλυση των παραμυθιακών συμβολισμών
Ανάμεσα στις μνήμες που ειπώθηκαν, κάποιες σχετίζονταν με τα ηχηρά και οργισμένα καλέσματα των μαμάδων, «πού ΄σαι μωρήήήή ……προυά να βάλεις στο κώλο σου». Ήταν οι προειδοποιητικές απειλές, για τις ξυλιές που θα έτρωγαν τα παιδιά, επειδή καθυστερούσαν στα παιχνίδια τους, μέσα στο χωριό. Κάποτε, το απειλούμενο παιδί (εγώ) φόρεσε στον κώλο προβιά κουνελιού, από αυτές που βρίσκονταν, ως μαξιλάρια, στις καρέκλες του σπιτιού.
Εκτός παραμυθιού, η παραμυθιακή προβιά φάνηκε να ερμηνεύει την ασφυκτική υπερ- προστατευτικότητα της μάνας, την βίαιη αυστηρότητα, τον αυταρχισμό κι όλα τα δικά της θέλω και τους δικούς της φόβους πάνω στο παιδί. Όλα, όσα, δηλαδή, γίνονται πετσί του, σαν την προβιά, και το εγκλωβίσουν και το σκλαβώνουν, αργότερα, στην ανελευθερία, στην ανασφάλεια, στην έλλειψη αυτοπεποίθησης και ωριμότητας για διαχείριση του εαυτού, στα της ζωής.
Θίχθηκε, επιπλέον, η συμβολική αξία της καθόδου στον Άδη. Πράγματι, η κάθοδος της Περσεφόνης, από την μια και της Ευριδίκης από την άλλη μπορεί να ανακαλεί τον τραυματικό χωρισμό από την μάνα, που αποδίδει συμβολικά την αποκοπή από τον ομφάλιο λώρο και το σοκ της αναγέννησης. Δεν ταραζόμαστε και δεν κλαίμε μόνο όταν γεννιόμαστε, αλλά κάθε φορά που γιατρεύουμε τις πληγές μας, για να ξαναγεννηθούμε, με έναν άλλο, καινούργιο και πιο συνειδητοποιημένο εαυτό.
Εκτός τούτων, θίχθηκαν πολλά, άλλα μηνύματα του παραμυθιού για ενδεδειγμένες συμπεριφορές, στο πεδίο των σχέσεων, όπως η αποδοχή μιας κατάστασης, ενός προβλήματος, η αγωνιστικότητα και δημιουργικότητα, η αγάπη και αφοσίωση, που ξεπερνά εμπόδια και συντηρεί τις σχέσεις.
«Το ρίφι» που αφηγηθήκαμε είναι μια δική μου διασκευή του δημοσιευμένου, προσαρμοσμένη στις αφηγηματικές ανάγκες.
29.10.2024
Καρπαθιακά Νέα