Μανώλης Κασσώτης: Εκλογικές παραδόσεις, αντιπαραθέσεις και ανέκδοτα στα Δωδεκάνησα (Also in English)

Μανώλης Κασσώτης: Εκλογικές παραδόσεις, αντιπαραθέσεις και ανέκδοτα στα Δωδεκάνησα (Also in English)

Τις εκλογές κέρδισαν οι τσοπάνηδες και η Μουρταρική (Δημαρχία) πήγε στα βουνά. The shepherds won the elections, and the Mayoralty went to the mountains.

Στην σημερινή εποχή τα νέα και οι αντιπαραθέσεις για τις δημοτικές εκλογές μεταδίδονται στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, στις εφημερίδες και τώρα τελευταία στο internet και Facebook, και μετά από λίγο ξεχνιούνται. Παλαιότερα, που δεν υπήρχαν αυτά τα μέσα, τα διάσωσε η μούσα και η λαϊκή προφορική παράδοση.

Εκείνη την εποχή υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ γεωργών και κτηνοτρόφων, που είχαν αντικρουόμενα συμφέροντα, και τα οποία μεταφέρονταν στις δημαρχιακές εκλογές. Κάποτε, σε μια δύσκολη εκλογική αναμέτρηση μεταξύ γεωργών και κτηνοτρόφων, οι κτηνοτρόφοι έφεραν να ψηφίσει ένα άτομο νοητικά ελλιπές. Οι γεωργοί, αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης, έβγαλαν την μαντινάδα:

Ως και τον απαλόκουκο εφέρα να ψηφίσει,

και έ (δεν) τον αφήναν στο Σταυρί τα ούδια (βόδια) να βοσκήσει.

Φαίνεται ότι τις εκλογές κέρδισαν οι κτηνοτρόφοι γιατί, μετά που έκλεισε η κάλπη και βγήκαν τα αποτελέσματα, οι κτηνοτρόφοι έβγαλαν την μαντινάδα:

Ως κι ο Θεός ’πού τη χαρά αρχίνησε να βρέχει,

που πή(γ)ε η Μουρταρική (Δημαρχία) εις τα βουνά και πρέπει.

Εκλείωσε η σπάρτη

Το καλοκαίρι ο ασπάλαθος είναι όλο αγκάθια, αλλά την άνοιξη ανθεί και βγάζει κίτρινα λουλούδια. In the summer “aspalathos” is covered with thorns, but in the spring, it blooms with yellow flowers.

Όχι μόνο μεταξύ γεωργών και κτηνοτρόφων υπήρχε ανταγωνισμός, αλλά και μεταξύ των μεγάλων οικογενειών, ιδιαίτερα μεταξύ των κανακάρηδων από τους οποίους προήρχοντο οι περισσότεροι δήμαρχοι. Κάποτε, ένα χωριό χωρίστηκε στο κόμμα των προυχόντων και των παρακατιανών και όταν κέρδισαν οι παρακατιανοί οι προύχοντες έβγαλαν τη μαντινάδα:

Ώρα καμάτου έγινε στις δεκατρείς του Μάρτη,

ν’  ανοίξουν οι ασπάλαθοι και να κλειώσει η «σπάρτη».

(Η σπάρτη είναι ευγενικό αγριολούλουδο, ενώ οι ασπάλαθοι είναι ακανθώδεις θάμνοι, όμως και τα δυο φυτά ανθούν τον Μάρτη και βγάζουν ωραιότατα κίτρινα άνθη).

Ήβγεν όξω

Κάποτε στην Χάλκη η εκλογή του δημάρχου κρίθηκε με διαφορά μιας ψήφου. Μετά από την καταμέτρηση των ψήφων, οι οπαδοί της νικήτριας παράταξης συγκεντρώθηκαν στο πάνω καφενείο για να γλεντήσουν την νίκη τους.

Στο κάτω καφενείο πήγαν οι ηττημένοι να κλάψουν την ήττα τους. Ο Μιχάλης, που ήταν μια σταλιά άνθρωπος, πήγε όλο χαρά στο πάνω καφενείο να διασκεδάσει κι αυτός, μια κι’ η ψήφος του έδωσε την νίκη.

Τα πρωτοπαλίκαρα του νεοεκλεγέντος τον έδιωξαν κακήν-κακώς γιατί νόμιζαν ότι τους κοροΐδεψε και τους μαύρισε. Άδικα πήγαν οι διαμαρτυρίες, οι όρκοι και τα παρακάλια του, αυτοί έμεναν ανένδοτοι. Στην πραγματικότητα, κάποιος άλλος τους είχε γελάσει. Ο ένοχος, στρογγυλοκαθισμένος με τους νικητές διασκέδαζε, ενώ ο Μιχάλης βλαστημούσε την ατυχία του.

Σε ένα ύψωμα στην Χάλκη, ο Μιχάλη όλο παράπονο τραγουδά την μοίρα του. On a hill in Halki, Michalis plaintively sings of his fate.

Αφού δεν τον ’θέλαν οι νικητές, σκέφτηκε τουλάχιστον να πάει με τους χαμένους. Αντί να πιεί γλυκό κρασί, ας πιεί πικρό καφέ. Βάζει το κεφάλι κάτω και παίρνει τον κατήφορο για τον κάτω καφενέ. Μόλις δειλά και ντροπαλά μπήκε στο καφενείο, οι χαμένοι άρχισαν να τον σκυλοβρίζουν, και με το δίκιο τους, που για την ψήφο του έχασαν την νίκη, και με κλωτσιές τον έβγαλαν έξω. Τώρα ο κακομοίρης δεν είχε πού να πάει. Τράβηξε για το σπίτι του, πήρε την λύρα του και ανέβηκε σ’ ένα μικρό ύψωμα απέναντι από το χωριό. Εκεί έπαιζε την λύρα του και όλο παράπονο τραγουδούσε:

Πάω στους πάνω διώχνουν με, οι κάτω λένε όξω,

όλων εμπήκε στο κουτί, μ’ εμένα ήβγεν όξω. 

Ουδέτερο

Παλαιότερα, όχι μόνο οι ψηφοφόροι αλλά και τα καφενεία είχαν χωριστεί σε παρατάξεις. Ο κάθε ψηφοφόρος πήγαινε σε καφενείο των παραταξιακών του προτιμήσεων. Πάνω στην κάψα της εκλογικής αντιπαράθεσης άνοιξε ένα καινούργιο καφενείο. Ο καφετζής για να πιάσει πελατεία, σκέφτηκε να μη πάει ούτε με τη μια, ούτε με την άλλη παράταξη. Και για να τραβήξει τους ψηφοφόρους που δεν ήθελαν να εκδηλωθούν, πάνω στη πόρτα του καφενείου με μια κιμωλία έγραψε: «Ουδέτερο». Πέρασε μια ολόκληρη βδομάδα και ούτε ένας πελάτης δεν πέρασε την πόρτα του καφενείου του, αφού όλοι οι ψηφοφόροι ήταν «χρωματισμένοι». Και διέγραψε την ανακοίνωση.

Χρυσή Ψήφος

Στα Πηγάδια της Καρπάθου, την παραμονή των εκλογών του 1928 ένας ψαράς, που νυχτοξημερωνόταν μέσα στις θάλασσες, πούλησε πέντε-έξι κιλά ψάρια και πήγε ν’ αγοράσει δέκα κιλά αλεύρι, να ζυμώσει δυο – τρία ψωμιά η γυναίκα του για να φάει η φαμίλια του. Ο έμπορος, όχι μόνο δεν του πήρε χρήματα, αλλά αντί για δέκα κιλά του ’δωσε ένα τσουβάλι «κατοστάρικο» λέγοντας του: «Κοίταξε να ψηφίσεις τον ‘Γιώργη’».

Την άλλη μέρα που συνάντησε τον έμπορο, του είπε συνθηματικά: «Το ψάρι μπήκε μέσα στον κύρτο». Από τότε η ψήφος στην Κάρπαθο έγινε «χρυσή». Μια χρυσή λίρα πουλιόταν το τσουβάλι τ’ αλεύρι.

Ο δικαστής Φραγκιός Σακελλαρίδης (στον κύκλο) στην κηδεία του Κώστα Σακελλαρίδη το 1905. Judge Frangios Sakellaridis (in the circle) at the funeral of Kostas Sakellaridis in 1905 (archive Mich. Chiotis).

Ο Γιάγκος

Το 1936, υποψήφιοι στις δημοτικές εκλογές των Πηγαδίων ήταν ο Ανδρέας Χατζηπαναγιώτης και ο Νικολής «Βενιζέλος» (Λυριστής). Οι ψηφοφόροι ήταν μετρημένοι, όλοι κι όλοι 62. Τα προγνωστικά προέβλεπαν ότι ο νικητής θα έβγαινε με ένα-δυο ψήφους διαφορά.

Χαρά ο Γιάγκος, που βρήκε την ευκαιρία να τα οικονομήσει. Πλήρωσε ο Λυριστής τον Γιάγκο να τον ψηφίσει, το ίδιο έκαμε και ο Χατζηπαναγιώτης. Αλλά ο Χατζηπαναγιώτης, που δεν είχε εμπιστοσύνη στο Γιάγκο, λογάριασε καλά τους ψήφους του και υπολόγισε ότι από τους 62 ψηφοφόρους είχε σίγουρους τους 31, η ψήφος του Γιάγκου δεν ήταν αναγκαία.

Την παραμονή των εκλογών, το πρωτοπαλίκαρο του Χατζηπαναγιώτη πήρε το Γιάγκο και αφού τον πλήρωσε τον έκλεισε σ’ ένα στάβλο στο Κούρι. Και για να είναι σίγουρος πως δεν θα φύγει να πάει να ψηφίσει, του πήρε το παντελόνι.

Την ημέρα των εκλογών, όταν ο ήλιος κάθισε και έκλεισε η κάλπη, άφησε τον Γιάγκο ελεύθερο. Το αποτέλεσμα: Χατζηπαναγιώτης 31, Λυριστής 30. Ο Χατζηπαναγιώτης δεν χάρηκε για πολύ τη νίκη του. Τον επόμενο χρόνο ο De Vecchi απέλυσε τους εκλεγμένους δημάρχους και στη θέση τους διόρισε τους Podesta.

Αλλοίμονο

Κάποτε, ο υποψήφιος Δήμαρχος ενός χωριού ζήτησε από κάποιο αξιοσέβαστο και αγαπητό στο χωριό φίλο του να μπει υποψήφιος σύμβουλος στο ψηφοδέλτιο του. Αν και δεν είχε ποτέ ανακατευθεί στα Δημαρχιακά δέχθηκε, και ζήτησε από τον υποψήφιο Δήμαρχο να του δώσει 100 ψηφοδέλτια του συνδυασμού τους.

Σταύρωσε το όνομα του και πήρε βόλτα γνωστούς και φίλους του. Και όταν τους ρωτούσε αν θα τον ψήφιζαν, του απαντούσε «Αλλοίμονο που δεν θα σε ψηφίσω», και έδινε στον καθένα ένα από τα σταυρωμένα ψηφοδέλτια. Την άλλη μέρα πήγε στον υποψήφιο Δήμαρχο και του λέγει, «Εγώ τελείωσα, και δέκα να με κοροϊδέψουν, εγώ θα εκλεγώ σίγουρα».

Όταν ήρθε η μέρα των εκλογών και βγήκαν τα αποτελέσματα, και αντί 90 ψήφους που περίμενε πήρε μόνο δέκα, και όταν τον ρωτούσαν για τα αποτελέσματα των εκλογών τους απαντούσε: «Πήρα δέκα σταυρούς και 90 ‘Αλλοίμονο’».

Ο Μπαλάνος

Γύρω στο 1900, γίνονταν εκλογές για την ανάδειξη των δικαστών της Καρπάθου. Το αξίωμα διεκδικούσαν, μεταξύ των άλλων, οι Βωλαδιώτες Φραγκιός Γ. Σακελλαρίδης και Βασίλειος Εμμ. Βαρδαούλης. Στο σπίτι του Σακελλαρίδη γινόταν προεκλογικό γλέντι, στο οποίο παραβρισκόταν με τη λύρα του ο Μπαλάνος, ο φημισμένος τραγουδιστής της Ολύμπου και ειπώθηκαν αρκετές μαντινάδες:   

Μπαλάνος:

Μαντάτα πάσι κι έρκουνται και κίνηση μεάλη,

οι μεζιτιέδες ήβγασι όλοι στο μεϊτάνι.

Βωλαδιώτης:

Τους ψήφους θα συνάουσι να ’ούσι πάνω-κάτω,

αύριο εις τις εκλογές ποιός βάλλει τον άλλο κάτω.

Μπαλάνος:

Εσείς, κουμπάρο, έχετε πολλούς καλαμαράες,

κι όλοι τους θέλουσι να μπου Προέδροι και Αγάες.

Βωλαδιώτης:

Αύριον αν κερδίσωμε όλα τα πανωπίθια,

θε να τ’ αδειάσω το κρασί και να γλεντώ αλήθεια.

Ένας του Βαρδαούλη:

Θα προσπαθήσωμε πολύ και θε ν’ αντισταθούμε,

θα βοηθήσουσι Πυλές και τ’ Όθος και θα βγούμε.

Μπαλάνος:

Κι εγιώ το Θεό παρακαλώ όλοι να εκλεγούσι,

αντίς εφτά που χρειάζονται διπλάσιοι να βγούσι.

Ένας του Σακελλαρίδη:

Εμάς οι πανωχωριανοί όλοι θα μας ψηφίσου,

κι οι Μενεδιάτες φαίνεται θα μας υποστηρίξου.

Μπαλάνος:

Τα ντέρτια και οι πόνοι τω όλοι να γιατρευτούνε,

κι αν έχουν τίποτε κρασί να φέρου να το πιούμε.

Ένας Απερίτης:

Απ’ όσα ξέρω και θωρώ π’ άνθρωπο που γνωρίζει,

τις φετινές τις εκλογές τ’ Απέρι τις κερδίζει.

Μπαλάνος: (για κάποιο μη σίγουρο οπαδό)

Ένας τουβράς με τ’ άχερα μας ήρτε που τ’ Απέρι,

και θέλει ν’ ανακατωθεί με του Φραγκιού τ’ ασκέρι.

Μπαλάνος:

Ταν είναι το καζάντι σας απ’ όλους ποιός θα βγαίνει,

ήθελα να μου λέετε στη ζέπη σας τά μπαίνει.

Αυτό που ήθελε να τονίσει ο Μπαλάνος ήταν σε όλους γνωστό: Οι τοπικοί άρχοντες δεν συμμετείχαν στα κοινά για να καζαντίσουν, γνώριζαν ότι στη τσέπη τους δεν θα έμπαινε ούτε ένα γρόσι, είχαν αναπτυγμένο το αίσθημα της συλλογικής προσφοράς με επακόλουθο την κοινωνική αναγνώριση και την υστεροφημία.

Στην Κάρπαθο, την εποχή της Τουρκοκρατίας που ίσχυε η τοπική αυτοδιοίκηση, η αίσθηση συλλογικότητας ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη με σκοπό το κοινό συμφέρον και κοινό παρονομαστή τη λογική. Όλα τα κοινοτικά έργα γίνονταν με προσωπική εργασία και με την επίβλεψη του Δημάρχου χωρίς ενδιάμεσους.


Electoral traditions, confrontations and anecdotes in the Dodecanese

By Manolis Cassotis

In today’s era, news and debates about municipal elections are broadcasted on television, radio, written in the newspapers and lately on the Internet and Facebook, and after a while are forgotten. In the past, when these means did not exist, they were saved by the popular muse and oral tradition.

At that time there was great competition between farmers and shepherds, who had conflicting interests, which were carried over to the mayoral elections. Once in a difficult election contest between farmers and shepherds, the shepherds brought to vote a mentally deficient. The farmers, immediately after the closing of the ballot box, composed the following “mantinada” (all mandinades are in free translation).

Even the soft-minded brought to vote,

and not leave him in Stavri to take care of the cows.

It seems that the shepherds won the election because, after the polls closed and the results came out, the shepherds sang the following the mantinada.

Even God showed his joy and started to rain,

because the Murtariki (Mayoralty) went to the mountains, as it should.

Sparti closed.

Not only the competition was between farmers and shepherds but also between the prestigious families, especially between the “canakaris” (large landowners) from which most mayors came. Once, a village was divided into the Prestigious families and the “Untouchables”, and when the Untouchables won, the Prestigious composed the following mantinada:

Oh! an unexpected thing happened on the thirteenth of March,

for the Aspalathos to bloom and “Sparti” to close.

(Sparti is a wildflower while aspalathos is a thorny shrub, but both bloom in March and produce beautiful yellow flowers).

It got out.

Once in Halki, the election of the mayor was decided by one vote. After the votes were counted, the fans of the winning faction gathered in the upper coffeehouse to celebrate their victory. The losers went to the coffeehouse below to cry their defeat. Michael, who was a little man, happily went to the upper coffeehouse to have fun too, since his vote gave the victory. The strong men of the newly elected mayor ousted him because they thought that he fooled them and did not vote for them. His protests, his oaths and entreaties were in vain, they remained adamant, while someone else had fooled them. The culprit, sitting with the winners, was having fun, while Michael was cursing his misfortune.

Since the winners didn’t want him, he thought at least to go with the losers. Instead of drinking sweet wine, lets drink bitter coffee. He puts his head down and goes downhill to the lower coffeehouse. But as soon as he timidly and shyly entered the coffeehouse, the losers started cursing him, and rightly so because of his vote they lost the election and kicked him out. Now the unfortunate man had nowhere to go. He went to his house, took his lyre and climbed to a small hill opposite the village. There he played his lyre and plaintively sang:

I go to the upper ones, they drive me away, the lower ones throw me out,

Everyone’s vote got into the voting box, but my got out.

Neutral

In the past, not only the voters but also the coffeehouses were divided into factions. Each voter went to a coffeehouse of his factional preferences. A new coffeehouse opened during the election campaign. The coffeehouse owner, to get customers, thought of not going with either of the two factions to attract the voters who did not want to demonstrate their party preference. He, with a piece of chalk, wrote “Neutral” on the door of his coffeehouse, but a whole week passed and not a single customer came through the door, all the voters were “colored”, and he erased the inscription.

Golden Vote

In Pigadia of Karpathos, on the eve of the 1928 elections, a fisherman who was spending the night in the seas sold five to six kilograms of fish and went to buy ten kilograms of flour, for his wife to knead two or three loaves of bread for his family. The merchant not only didn’t take money from him, but instead of ten kilograms he gave him a “katostariko” (100 kilograms) sack, telling him: “look, vote for George tomorrow”. The next day when he met the merchant, he said to him: “the fish got into the fish trap”. Since then, the vote in Karpathos became “golden”. A sack of flour was sold for one golden pound.

Yagos

In 1936, Andreas Chatzipanagiotis and Nicholas “Venizelos” (Lyristis) were candidates in the municipal elections of Pigadia. The eligible voters were 62. The predictions showed that the winner would win with one or two votes. Now Yagos had the opportunity to make some money. Lyristis paid Yagos to vote for him, Hatzipanagiotis did the same. But Hatzipanagiotis, who did not trust Yagos, calculated his prospecting votes, and figured out of 62 voters he was sure of 31, Yagos’s vote was not necessary.

On the eve of the elections, Hadjipanagiotis’s strongman took Yagos and after paying him locked him in a stable in Kouri and, to make sure he wouldn’t leave to go vote, he took his pants. On election day when the sun set and the polls closed, he set Yagos free. The result: Chatzipanagiotis 31, Lyristis 30. Chatzipanagiotis did not enjoy his victory for long. The following year De Vecchi dismissed the elected mayors and replaced them with the Podestas.

Alas

Once, the candidate Mayor of a village asked a respectable man in the village and dear friend of his to be a candidate councilor on his ballot. Although he had never been involved in local elections he accepted and asked the candidate Mayor to give him 100 ballots of their party. He put a cross next to his name and visited his acquaintances and friends. And when he asked them if they would vote for him, each of them replied, “Alas, I will not vote for you?” and gave them one of the crossed ballots. The next day he went to the Mayor candidate and told him “I am done, even if ten people do hold their promise, I will definitely be elected”.

When on the election day the results came out, instead of the 90 votes he expected, he got only ten, and when they asked him about the election results, he answered: “I got ten crosses and 90 ‘Alas’”.

Balanos

Around 1900, elections were held to elect the judges of Karpathos. The office was claimed, among others, by the Voladians Frank G. Sakellaridis and Vasilius Emm. Vardaoulis. A pre-election party was held at Sakellaridis’ house, in which Balanos, the famous singer of Olympus, was present with his lyre, and several mantinades were said:

Balanos:

Gosips come and pass with big commotion,

the vote searchers are looking everywhere.

A Voladian:

They are seacking voters, to see where they stand,

to see who will win tomorrow.

Balanos:

You my friend have many slackers,

and all of them want to be mayors and judges.

A Voladian:

Tomorrow if we win from all pithoi (large ceramic jars),

I will pour out the wine and have a great feast.

A Voladian from Vardaulis party:

We will try hard and resist,

Pyles and Othos will help, and we will win.

Balanos:

Oh my God, please let everyone be elected,

and instead of seven, twice as many be elected.

A Voladian from Sakellaridis party:

From the upper vilages, all will vote for us,

and the Menedians seem to support us.

Balanos:

May the desires and pains of all to be healed,

and if you have any wine, bring it to drink.

An Aperitan:

From what I know and hear from person who knows,

Aperi wins this year’s elections.

Balanos: (for some untrusted supporter)

A sack full of hay came from Aperi,

and he wants to mix up with Frank’s supporters.

Balanos:

I wantered what is your interest who will win,

either way, nothing will get in your pockets.

What Balanos wanted to emphasize, was known to everyone: The leaders did not participate in the commons to get rich; they knew that not a single penny would enter their pocket, they had developed the feeling of collective contribution with consequent social recognition and posthumous fame. In Karpathos, at the time of the Turkish rule when the local self-government was in force, the sense of collectivity was highly developed with the aim of the common interest and the common denominator was logic. All community projects were done by personal labor and under the supervision of the Mayor without intermediaries.

πηγή www.anamniseis.net
30.9.2o23
Καρπαθιακά Νέα