Πηγάδια
Καθόταν στο πεζούλι σκεφτική
Κι η θάλασσα στα πόδια της
Πάντα απειλητική
Καρπάθιο Πέλαγος
Κοίταζε το τοπίο
Κι εκείνο όρθωνε τα βράχια του
στην οργή του πελάγους
να προστατέψει τη λεμονιά που άνθιζε σε κάθε αυλή
Έβλεπε
Πλάι στις βάρκες τα καράβια
πλάι στη μαρίδα τα λυθρίνια
θεσπέσια εικόνα
ισότητα
βγαλμένη απ’ τον Παράδεισο
Και τότε
κολυμπούσε ως την αντίπερα όχθη
πετούσε ως την απέναντι κοιλάδα
άγγιζε τ’ αστέρια
πολύ ψηλά στον ουρανό
Μικρή ακόμη
Το πέλαγος της φαντασίας δεν είχε όρια
Μη
Μη στέκεσαι όρθια
Δεν υπάρχει θέση
Μη στέκεσαι εδώ Στο σαλόνι πήγαινε
Δεν έχει σαλόνι
Μη στέκεσαι εδώ
Δεν υπάρχει «εκεί»
Πού πας;
Εκεί
Πού είναι …εκεί;
Όπου το «μη» δεν υπάρχει
Και είπες
Γαλάζιο περίβλημα
Λευκό κρεβάτι
εσύ
μονάχη
Και είπες
αρκετά περίμενα
Ζωή κι αυτή
να περιμένεις μια ζωή
Τέντωσες τα φτερά σου
τα τέντωσες ξανά
πολύ μικρά για να πετάξεις
Και είπες
να δοκιμάσεις τη γη
Πολύ ψηλά ο ουρανός
Δίπλωσες τα φτερά σου
τα δίπλωσες ξανά
πολύ μεγάλα για να τρέξεις
Και είπες
Θα πηγαίνεις
αργά
για να ζήσεις
μια ζωή
χωρίς πετάγματα
χωρίς
δρασκελιές
αργά με προσοχή
Σιγά την πόρτα
Βήμα σημειωτόν
μια ζωή με νωχελείς κινήσεις
μια ζωή πλήρης ημερών
ανυπαρξίας
Μενετές
Έστρεφε το βλέμμα προς τα επάνω
η μικρή από τον Κάβο
να σε αντικρίσει
Παναγία μενετιάτισσα
να σε βλέπει
να εμπνέεις σε όλους γύρω
λεβεντιά και δέος
Άκουγε από μακριά
ν’ ανεβαίνει ως την άγια πύλη σου
το Καρπάθιο Πέλαγος
να φυσάει μέσα στο ιερό σου να
τρέχει στα σοκάκια
του χωριού που σ’ αγκαλιάζει
να ραντίζει τα σπίτια με μύρο
κι αγγελικό λιβάνι
Έβλεπε τον ήλιο να ανάβει τα καντήλια σου
να ρίχνει σπίθες στα μάτια των
αγέρωχων Μενετιατών
κάθε φορά που προσεύχονταν στη χάρη σου
Κι έγερνε τότε ο Ουρανός
και της ψιθύριζε
πως σήκωνες στα ύψη όλη την Κάρπαθο
την έφερνες ξανά κοντά του
Γάζα
Αν σ’ ενοχλούν
τα συναισθήματα στην ποίηση
κάνε χαρταετό αυτό το ποίημα
κι ας γράφεται
μόνο
για σένα
Οι νουθεσίες αν σε προσβάλλουν
αγνόησε τούτη τη σελίδα
όσο κι αν ξέρεις πως
μόνο για σένα γράφεται
Καλέ μου αναγνώστη
άμοιρε
ευθυνών
κι εσύ όπως κι εγώ
για όλα τα δεινά
στα σκαλοπάτια μας
για δες
αφήσαμε να γίνει
άγνωστο χι
το άλφα
αφήσαμε να γίνουν
της Άγαρ και της Σάρας τα παιδιά
σε έρημο χαμένη φυλή του Αβραάμ
να τα ενώνει ένα ααα… ατέρμονο
να τα χωρίζει μια κραυγή του τρόμου
ποιητική συλλογή “είδα τις λέξεις να χορεύουν”, εκδόσεις Γκοβόστης, Μάρτιος