Τ' ΑΧΤΑΠΟ'Ι' Τ' ΑΗ- ΝΙΚΟΛΑ ..

Τ' ΑΧΤΑΠΟ'Ι' Τ' ΑΗ- ΝΙΚΟΛΑ ..

Γράφει ο Μιχάλης Μακρυμανωλης

Όλυμπος 1967 μ.Χ.

Καλησπέρα Πάππου …

Καλησπέρα εγγονέ … Πού’σου ογιά τέτοιαν ώρα ;

Η Μάνα με τ’ άλλα παιία , εγιάησα ίσα μπρός , για να σκάψου λέει τα λουρία στην Κασιακούενα και μού’πε νά’ρτω να ‘πομείνω μαντζί σας … Μού’ ωκε κι αυτά να σας τα φέρω…

Ταν αποάλλει πάλι η Μαρινία …

Εν είναι τίποτε καλέ Πάππου … Ένα γεφτέρι , δυο-τρείς λαχανόπιτες απου σου ‘ρέσου , αγριλλούς για την καρντιά ,κρομμυόφυλλα από την Μέσα βρύση και ένα ξερό αχταπό’ι’ …

Το αχταπό’ι’ πού’ το , στον βότση του Περάτη;

Την περασμένη εβντομά απού γιάει στο Κοίλιος , εκατέει λέει στην λίμνη μην εβρεί καμνιά πρέντζα , και τό’ε πάνω  στα χοχλάκια και λιάντζετο… Ευτυχώς απου κράει το κουσπί…

Εσού πάεις να με ξεπεράσεις …

Αλήθεια λέω καλέ Πάππου , νάειττο !!!

Άμε στον κάττη…Αλήθεια τα λέεις …

Λέω να κόψομε την κουκκούλλα , να κατεάσομε και το ούζο από το ράφι … Το άλλο να το ‘φήκομε για την γιορτή σου…

Την κουκκούλα έ; Ανέμενε νά’ρτει η Λαλλά σου , νάψει την φωτία και θα σας κάμω και μνιά ιστορία μ’ένα αχταπό’ι’…

*************************

Baltimore 1984 μ.Χ.

Καλησπέρα καπετάν Μανώλη…

Καλησπέρα Μιχάλη … Εποκάμα τα καπετανίκια μας , εποκάμα… Κά’ι’σε …

Θα κα’ί’σω , αν με φήκεις μνιά φορέα να κεράσω…

Να κεράσεις ; ;Έτσιά κάμνου στο χωριό μας ;

Στο χωριό μας έν κάμνου έτσιά , αμμ΄ογιά είναι ξένο χωριό… Κάθε φορέα , εσού με κερνάς…

Charly , φέρε μας σε παρακαλώ ένα μπουκαλάκι κόκκινο κρασί και τσούρισε το ξερό χταπόδι που σου έφερα χθές…

Γιάε του Χαψή τον έγγονα … Πού τόβρες βρέ το ξερό αχταπό’ι’ , στην ψαρομαρκέττα ;

Ο αερφός μου ο Μηνάς μου τό’ πόαλε … Από τον Τρίστομο είναι λέει …

Βρέ , έν κάεσαι βουός … Εγιώ έν … Άμε στον γέρο Διάολο …αλήθεια τα λέει…

Κρητικέ , στους Αθρώπους που ααπώ και σέβομαι , ποτέ δεν λέω ψώματα…

Στην υγειά μας λοιπόν !!! Με το καλό να βρεθούμε και στην Χάρη του !!!

Στην υγειά μας , στην υγειά μας … Δεν ξεύρεις τι μου θύμησες απόψε… Να σου κάμω μνιά ιστορία , απού μοιάντζει

με τις ιστορίες του Πάππου σου , να ‘ελάσεις !!!

************************

Γειά σου Λαλλά !!! Στην κατσίκα ήσουν ;

Εινναί παιάκι μου , πού’ σου ογιά τέτοια ώρα ;

Έλα νά’ ψομε την φωτία , να μας πεί ο Πάππους μνιά ιστορία , και θα σου πώ…

– Απού λέετε , σαν επο’ύ’ρισα τις ξενικιές και ύρισα στον τόπο , την γεύτερη για την τρίτη ημέρα ήτο να σας γελάσω ,

ενεούστηξα το τουβρά’ι’ και ξεκίνησα για τον Τρίστομο… Είχα ένα Τάμα κι ήπρεπε να το κάμω…

Επέτου από την χαρά μου … Στην στράτα ήβρα σύκα , σταφύλια …Αντάμωσα και τον Χηράκη , τον Μιχαλή , τον Νταργάκη ,

τον Δράκο , τον Κανάκη κι άλλους …Επέρασα από το σπίτι στο Κοίλιος , ήβρα το κλείι στην χώστρια , ΄ήβρεξα μνιά

κουλλούρα , ανεμπουκήστηκα , και πήρα πάλι την στράτα …

Σαν επαίρνου πάνω βάντα από τον Άη – Νικόλα , λέω ας κατέω να τον άψω…Πάω και τι να είς …Τα νερά ήτο μνιά πιθαμή

κάτω από την οφλέα του… Πλίμμα πλιώρη…Ετώρα ; Ήβγκαλα τα παπούτσια μου , ήκαμα πάνω τις σκέλλες του παντελλονίου

κι ήμπα μέσα να τον άψω τον μεαλόχαρο… Τον ήψα , τον εθύμιασα κι αξάφνου, ακούω σκαλαπατρήσματα μέσα στο ιερό…

Ξανοίω και τα να ώ … Ένα αχταπό’ι’ , ίσα με εφτά οκκάες !!! Θερίο …Εία κι ήπαθα να το πιάσω… Ευτυχώς εκράου την μεάλη

καντζίκα απού΄φερα από την Βαλτιμόρη… Το κοπάνησα , τό’ αλα αρνιά και το πήρα στην ξαέρφιτσα την Βουκενία …

Καλέ Λαλλά , αλήθεια λέει ο Πάππους ;

Αλήθεια λέει παιί μου , αλήθεια… Ήφερε κι ένα χαλί ογιά και τρώαμε δυό βντομάες !!!

*************************

Απού λές , εβρέθηκα στον Τρίστομο … Ε’ύ’ρισε ο καιρός Προβέντζα και ποκλείστηκα… Το βράυ , εμαντζεύτησα στιά τότες όλοι οι

μετοχιάρηες και εέμωσε ο καφενές … Πριν μερικές ημέρες , επέρασε λέι κανείς και τον ήωκε ένα αχταπό’ι’ θερίο…Ετσούρησε ένα

χαλί η καλά σας η Ουκενία και εέμωσε μνιά λακάνει του ντζυμωμάτου… Ούζο είχαμε , μεντζέ είχαμε , ρωτάμε λοιπόν ο Ορφανός ,

Μανώλη έχεις την βρέ μαντζί σου την λύρα ; Λέω , έχω την … Έ, τα κάεσαι… Πιάνω την λύρα , πούτο εκείνο το κέφι…

Τις μαντηνάες απού πηρα εκείνη την βρα’υ’νή , δεν τις επήρα όλη μου την ζωή… Εδιάντζα τα μπουκάλια , το ένα πίσω απ’ τ’ άλλο …

Ήδιαντζε κι η λακανούκα … Επόμεινε λοιπόν ένα μεάλο κομμάτι από την κουκκούλα τελευταίο … Το ξανοίαμε όλοι αμμέ έν εποκόττα

κανένας να το πάρει… Εσκέφτηκα να φήκω την λύρα , να πιάσω την ψάλα , να το κάμω μικρά κομμάκια να το ποφάμε… Αμμέ εμπόρου

να σταθώ απού νεχάσκα ο ένας πάνω στον άλλο ; Έν εμπόρου… Κάργκα , κάργκα , μονάλλαος όλη την νύχτα…

Έεε…τις αυγκές πλιό , λέει κανείς λέει , έν ανοίετε την πάνω πόρτα να ούμε αν εμοόλησε… Αννοίου την πάνω πόρτα , φυσά τ’ αεράκι ,

σβήνει η λάμπα…Σκουτούι… Ξαφνικά εκούστει μνιά φωνή , ΚΑΚΗ ΦΩΝΗ !!! Σαν να ξεκοιλιάντζα κανένα !!!

Άαααααααααχχχχχχχχ !!! Εγιάει η ψυχή μας στην κούλλουρη… Άφτει η λάμπα και τα να είς…

Ένα χέρι με ΔΕΚΑΕΦΤΑ περόνια πάνω !!!

… Μετά από ώρα , απού κόντεψε να σπάσει η κοιλιά μου από τα ‘έλια , λέω στον Μανώλη …

Από γιά και πέρα , θα σε λέω ξάερφο …

Έχομε και μνιά μακρινή συγγένεια , αμμέ αυτά που σου λέω τάα με τα μάκια μου…

Ο βούαλλος ο Μιχάλης ο ( … ) ήτο απού γιάει να το πιάσει με το χέρι …

 

*Στις ΙΕΡΕΣ μνήμες …

**Αναδημοσίευση από την εφημερίδα μας , “Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΟΛΥΜΠΟΥ ” αρ. Φυλλ. 377 .

***Με πατριωτικούς χαιρετισμούς στούς Ολυμπίτες όλης της γής , όπου κι αν βρίσκονται… Φωτο: ( ; )