Ο "Αθηναϊκός Ορειβατικός Σύλλογος" και οι "Περιπατητές της Κάσου" καθαρίζουν την Παραλία Τριτά

Ο "Αθηναϊκός Ορειβατικός Σύλλογος" και οι "Περιπατητές της Κάσου" καθαρίζουν την Παραλία Τριτά

ΚΑΘΑΡΕΣ ΠΑΡΑΛΙΕΣ

Πώς αγαπά κανείς έναν τόπο;

Ίσως όπως αγαπάς έναν άνθρωπο: χωρίς λογική εξήγηση, με τρόπο που γεννιέται ξαφνικά από μια ματιά, μια μυρωδιά, έναν ήχο. Μπορεί με την άνευ όρων αγάπη του γονιού, που αποδέχεται κάθε ιδιοτροπία και κάθε αλλαγή. Μπορεί, πάλι, με την εγωιστική αγάπη του ερωτευμένου, που θέλει τον τόπο μόνο δικό του, αγωνιά όταν τον μοιράζεται με πολλούς άλλους και δυσφορεί στις μεταμορφώσεις του.

Η αγάπη για έναν τόπο είναι ταυτόχρονα τρυφερότητα και κόπος, αποδοχή και ευθύνη. Δεν είναι μόνο να τον νοσταλγείς, είναι να τον φροντίζεις.

Εσύ πώς αγαπάς την Κάσο;

Το μονοπάτι με αφετηρία κοντά στον Άγιο Γιώργη στις Χαδιές, είναι πολύ πρόσφορο για τέτοιες σκέψεις: προορισμός τα Τριτά, μια παραλία άγρια κι απρόσιτη, που για να την προσεγγίσεις χρειάζεται να ιδρώσεις ή να θαλασσοβραχείς. Ένας τόπος που σε δοκιμάζει, όπως δοκιμάζει και η αγάπη. Δεν είναι μόνο δώρο, είναι και κόπος. Η παραλία έχει να καθαριστεί τρία χρόνια. Ήρθε η ώρα της προσφοράς.

Η δράση είχε οργανωθεί από τον Αθηναϊκό Ορειβατικό Σύλλογο (ΑΟΣ) που φέτος διάλεξε την Κάσο για να απλώσει τις σκηνές, τους χάρτες και τις δρασκελιές της. Ο Γρηγόρης, η Τζούλια, ο Φώτης, η Αγγελική, ο Ηλίας, η Μαρία, μόνο μερικά από τα μέλη του, το είπαν (πέρσι) και το έκαναν (φέτος). Να καθαρίσουν την παραλία. Μαζί τους και κάποιοι από τους Περιπατητές της Κάσου, Κασιώτες και μη, όπως ο Έρικ που πριν 20 χρόνια διάλεξε αυτό τον τόσο γόνιμο σε συναισθήματα τόπο για σπίτι του και νιώθει να του ανήκει κι αυτό το καθήκον: να σκύψει, να μαζέψει, να καθαρίσει. Και φυσικά ο Ηλίας Μαστροπαύλος, που βρίσκεται πίσω από κάθε διαδρομή και ανυπομονεί να εγκαινιάσει ακόμη πέντε νέα μονοπάτια, ανοίγοντας κι άλλο τη βεντάλια της Κάσου σε όσους αγαπούν να την περπατούν. Ο Δήμος μάς προμήθευσε γάντια και σακούλες, μα το πραγματικό απόθεμα ήταν η διάθεση των ανθρώπων. Εκείνων που δεν είχαν «ρίζες» στην Κάσο, μα είχαν ρίζες στην ιδέα ότι ο κόσμος μας αξίζει φροντίδα.

Τα σκουπίδια, πλαστικά κυρίως, δεν έδειχναν πια απλώς ακαταστασία. Έμοιαζαν σαν ένα λεπτό στρώμα λήθης, σαν σιωπηλή υπενθύμιση πως αν δεν νοιαστείς, αν δεν φροντίσεις, ακόμη και ο ωραιότερος τόπος χορταριάζει, βουλιάζει, χάνεται. Τα μαζέψαμε ένα–ένα, σιωπηλά στην αρχή, ύστερα με φωνές και αστεία, σαν να ξορκίζαμε τη ντροπή τους. Με σχολαστικότητα και επιμέλεια που μόνο η πείρα και το νοιάξιμο μπορούν να προσφέρουν, τα μέλη του ΑΟΣ συγκέντρωσαν τα «λάφυρα», έδεσαν τα μπιτόνια και στοίβαξαν τα ογκώδη ξύλα για να τα μαζέψει το σκάφος που μερίμνησαν να τα παραλάβει.

Όταν τελειώσαμε, η βουτιά στη θάλασσα έμοιαζε με κάθαρση. Το νερό ήταν κρύο, αλλά γλυκό. Κάπως σαν να σε αγκαλιάζει ένας παλιός φίλος που του ζήτησες συγγνώμη και σ’την έδωσε.

Και μια ευχάριστη έκπληξη: Η Δήμητρα, από τους δεινούς Περιπατητές της Κάσου, μοιράζει κουλούρες με σιτάκα, κέρασμα στη μνήμη του Βαγγέλη, του αγαπημένου μας συν-περιπατητή που πέρυσι τέτοια εποχή άλλαξε μονοπάτι.

Στην επιστροφή, το φως του δειλινού είχε ήδη βάψει το μονοπάτι πορτοκαλί. Κουρασμένοι, αλλά με την ευφορία που φέρνει η κοινή προσπάθεια, ανεβήκαμε πιο ανάλαφροι. Και ξανά ήρθε το ερώτημα:

Πόσες ματιές χρειάζεται κανείς για να ερωτευτεί την Κάσο; Μία πρώτη, επιπόλαιη, που σαγηνεύεται από τη θάλασσα και τα άγρια βουνά; Ή πολλές, επαναλαμβανόμενες, που δοκιμάζουν την υπομονή σου, που σε κάνουν να αντέχεις τον άνεμο, τη μοναξιά, τις αλλαγές;

Η Κάσος αλλάζει. Κάθε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, δεν είναι η ίδια με τα παιδικά μας χρόνια. Κάποιες φορές χρειάζεσαι να απομονωθείς στην αγκαλιά της Χοχλακιάς για να ακούσεις τις σκέψεις σου και όχι το ηχείο στην παραλία του Εμποριού. Αλλά και τότε, σπάνια είσαι μόνος σου. Άλλοι σκοποί, άλλα πρόσωπα, περισσότερα δωμάτια προς ενοικίαση, λιγότερες βάρκες με ψαράδες. Τι θα έλεγε άραγε ο, εσχάτως… influencer, Αφούσης αν βρισκόταν στο φετινό πανηγύρι της Πέρα Παναγιάς;

Μπορείς να αγαπήσεις την Κάσο μέσα στις αλλαγές της; Μπορείς να την αποδεχτείς όπως είναι, κι όχι όπως ήταν;

Γιατί ίσως αυτό τελικά σημαίνει να αγαπάς έναν τόπο: να επιστρέφεις κάθε καλοκαίρι, να χορεύεις στα πανηγύρια του, να γνωρίζεις τα μονοπάτια του, αλλά και να σκύβεις να τον φροντίσεις όταν το χρειάζεται. Να μη ζητάς μόνο σαν δικαιωματιστής του καλοκαιριού, αλλά να προσφέρεις. Ακόμη κι αν χρειαστεί την πρώτη ώθηση να σου τη δώσουν «ξένοι». Εκείνοι που δεν έχουν παππούδες και γιαγιάδες εδώ, αλλά που σέβονται τον τόπο όπως σέβονται το βουνό που ανεβαίνουν.

Ο Καζαντζάκης έγραψε: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω».

Η αγάπη για έναν τόπο δεν είναι μόνο συγκίνηση, ούτε νοσταλγία. Είναι πράξη. Είναι χέρια λερωμένα από σακούλες σκουπιδιών, είναι ιδρώτας στην ανηφόρα, είναι η απόφαση να μην αφήσεις την παραλία σου στην τύχη.

Κι ίσως, τελικά, η αγάπη για έναν τόπο να μοιάζει με αγάπη για τον άνθρωπο: δεν είναι να τον κατέχεις, ούτε να τον παγώνεις στον χρόνο. Είναι να τον συνοδεύεις στις αλλαγές του, να τον φροντίζεις όταν το χρειάζεται, να του χαρίζεις το καλύτερο κομμάτι σου. Για να σου δείξει κι αυτός το δικό του.

Κείμενο:Εύα Σεϊντή

Δημοσιογράφος

Φωτογραφίες: Φώτης Χαραλαμπόπουλος Αθηναϊκός Ορειβατικός Σύλλογος

Αθηναϊκός Ορειβατικός Σύλλογος (Α.Ο.Σ.)Περιπατητές της Κάσου