karpathiakanea.gr

Κώστας Κυζούλης, ο Καρπάθιος γιατρός-συγγραφέας, που επιστρατεύτηκε με τη βύθιση της ΕΛΛΗΣ

Κώστας Κυζούλης, ο Καρπάθιος γιατρός-συγγραφέας, που επιστρατεύτηκε με τη βύθιση της ΕΛΛΗΣ

Ήταν 15 Αυγούστου 1940, ο Κώστας Κυζούλης είχε διαλέξει τις Σπέτσες για να περάσει λίγες πιο ξέγνοιαστες ημέρες όταν από το ραδιόφωνο ανακοινώθηκε η βύθιση της ΕΛΛΗΣ στην Τήνο.

Με την επιστροφή στην Αθήνα βρήκε έναν φάκελο πάνω στο γραφείο του, ήταν η “ατομική πρόσκληση”. Ο Καρπάθιος γιατρός είχε ήδη επιστρατευτεί.

Ίσως το μεγαλύτερο ορόσημο στη ζωή του Κυζούλη, μετά τα παιδικά χρόνια στη Κάρπαθο, να ήταν οι εννιά μήνες που έζησε τη φρίκη και τη κτηνωδία του πολέμου.

Συναισθήματα ανάμεικτα που ξεκινούσαν από τον πατριωτισμό, και στέκουν στην ελπίδα. Περνούσαν στη θλίψη, τον αβάσταχτο πόνο που γεννούν τα κομματιασμένα κορμιά, το αίμα και η απώλεια. Και ακολουθούσε το μίσος, η ντροπή για την ανείπωτη κατάντια. Ένας πόλεμος φέρνει στην επιφάνεια κάθε κρυφό ένστικτο, έτσι κι έφεδρος Καρπάθιος υπίατρος έζησε κάθε λεπτομέρεια από τα πεδία των μαχών μέχρι την υποχώρηση και την επιστροφή σε μια αγνώριστη γερμανοκρατούμενη Αθήνα.

Μέσα στις μάχες, πασχίζοντας να κρατήσει τη ζωή, ο Κυζούλης σφίγγει στα δάχτυλα του ένα μικρό τεφτέρι, ένα τετράδιο σαν εκείνα των παράνομων εραστών, όμως όχι δεν γράφει τρυφερές αναμνήσεις. Μεταφέρει με κοφτές δύστροπες λέξεις κάθε σκληράδα, κάθε πίκρα του πολέμου και όταν μετά από χρόνια αποφασίζει να το ανοίξει τότε ξεπηδά ένας χείμαρρος που σαρώνει ασύστολα το παρόν.

Οκτώ χρόνια μετά από το ξέσπασμα του πολέμου και ενώ ακόμη δεν έχει κλείσει ο τραγικός εμφύλιος, ο Κυζούλης κάνει τη λογοτεχνική του εμφάνιση στο περιοδικό “Νέα Εστία”.

Ο Κυζούλης δεν αυτοβιογραφεί, ούτε γράφει μυθιστορήματα, επιλέγει να κάνει ανοιχτές καταθέσεις ψυχής.

Αφήνει τον αναγνώστη άφωνο με τη δύναμη της αλήθειας και συνάμα το θεόπνευστο χάρισμα μιας περιγραφής, και άγνωστο πως, καταφέρνει να μοιάζει με μια κινηματογραφική ταινία που προβάλλεται δίχως μηχανές ευθεία πάνω στα μάτια μας. Δεν έχει ανάγκη από ευαίσθητα φιλμ, μοναδικός οδηγός το ταίριασμα των λέξεων που είναι και η δύναμη της έμπνευσης του παιδίατρου.

“Η γυναίκα μου είναι η ιατρική, όμως η ερωμένη μου είναι η λογοτεχνία” έλεγε αστειευόμενος στην μοναχοκόρη του Φωτεινή, ενώ εκείνη από παιδί κρατιόταν πάνω στα χείλια του καλύτερου πατέρα του κόσμου.

Από τα έκθετα μωρά, από την άλλη η πείνα και τα λοιμώδη νοσήματα που έκαναν θραύση μέσα στον πόλεμο. Ο παιδίατρος Κυζούλης θα προσφέρει με πάθος ανιδιοτέλεια και αλτρουισμό τις υπηρεσίες του, και θα φτάσει στη θέση του Διευθυντή τμήματος βρεφών του δημοτικού μαιευτηρίου Αθηνών. Όπως συχνά αποκάλυπτε στον ανηψιό του Στέλιο Χρυσοχέρη, μέσα στον πόλεμο ζούσε ανείπωτες μάχες με τα λοιμώδη νοσήματα αλλά και τις ελλείψεις φαρμάκων.

Εκεί θα γνωριστεί την Καλλιόπη Περιτοπούλου. Βέρα Αθηναία, Πλακιώτισσα που εργαζόταν ως κοινωνική λειτουργός την ίδια περίοδο και δεν άργησε να διαβάσει στα μάτια της όλα εκείνα που σημαίνουν έρωτας.

Αγαπήθηκαν και παντρεύτηκαν το Φλεβάρη του ’42, έζησαν μαζί 53 χρόνια, όμως τη σχέση τους διέκοψε βίαια ο θάνατος, που διάλεξε και άρπαξε πρώτη τη Καλλιόπη.

“Πολυτάλαντος αλλά συνάμα ένας τελειομανής”, έτσι περιγράφει τον πατέρα της η Φωτεινή Κυζούλη που εκτός από την ιατρική λάτρευε επίσης τα ταξίδια, τη θάλασσα, τη κηπουρική, καταγινόταν δε με κάθε είδους μαστορέματα.

Δύο χρόνια πριν το τέλος, ήταν Δευτέρα στις 10 Απριλίου 2006 και εκείνος 94 ετών, παρουσιάστηκε κάποιο πρόβλημα στην όραση και έκανε σκέψεις για ένα ταξίδι στην Αμερική, αφού όπως διάβασε υπήρχε κάποια πειραματική θεραπεία. Και όλα αυτά για να μην αφήσει τη μελέτη και το διάβασμα.

Άφησε πίσω μια ανεκτίμητη κληρονομιά, πρώτο έργο τον Ιούνιο 1968, το μοναδικό βιωματικό «ΘΥΕΛΛΑ, πορεία ηρωική και πένθιμη», που ήταν αφιερωμένο στη μνήμη της μητέρας του Αθηνάς, που έχει χάσει τα χριστούγεννα του 1956.

Θα ακολουθήσει “ο Βασιληάς της Αχάτας” πρόκειται για ένα βιβλίο αληθινό ύμνο για τη Κάρπαθο.

Με κεντρικό ήρωα τον Κάκαβο, σύμφωνα με τον ανηψιό του, (γιο της αδελφής του Αννίκας) ακτινολόγο Στέλιο Χρυσοχέρη, πρόκειται για τον Πετροπουλάκη, έναν Βωλαδιώτη παθιασμένο με τη μοναδική παραλία της Αχάτας.

Ο Κυζούλης γράφει και στη πραγματικότητα ζωγραφίζει σκηνές από τη αγνότητα, αποτυπώνει την καθαρότητα της περασμένης Καρπάθου. Είναι οι πιο δυνατές προσωπικές στιγμές που χαράχθηκαν πάνω στη ψυχή του, εικόνες οδηγοί, δάσκαλοι της ζωής του.

Το βιβλίο εκδόθηκε το 1972 από το τυπογραφείο Μαυρουδή, ενώ το 1997 επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις “Άγιοι Ανάργυροι” στη Νέα Υερσέυ.

Τρίτο έργο του «το Κονσέρτο», ένα μυθιστόρημα πάθους, το οποίο ακολούθησαν δύο ποιητικές συλλογές “Η μάχη χωρίς ελπίδα” και “Ο δρόμος των Θεών”, παράλληλα με θεατρικά έργα, όπως «Σταθμός ΕπιΔέσεως» και «ο Έρωτας στο Εδώλιο».

Ευαίσθητος πατέρας, άριστος οικογενειάρχης και ένας αυθεντικός πατριώτης, έτσι γράφτηκε και παραμένει ο Κωσταντίνος Κυζούλης ολοζώντανος στη μνήμη της κόρης του, που δεν ξεχνά τις αναρίθμητες ιστορίες για το νησί του. Να, όπως το παράξενο θαύμα στο Μεσοχώρι, με εκείνο το μοσχάρι, που όπως έλεγε ο Κυζούλης, είχε χρυσά δόντια!

Ενώ για όλους εμάς, που τον γνωρίζουμε μέσα από τα βιβλία του, πρώτα θαυμάζουμε το μοναδικό χάρισμα, το ταλέντο της γραφής και έπειτα αυτό γίνεται αφορμή για να μάθουμε κάτι παραπάνω πρώτα για τον τόπο μας, τη Κάρπαθο, και έπειτα για τους αγώνες της πατρίδας μας.

Ένα απόσπασμα από το ποίημα του, “Νόστιμον ήμαρ”, ελάχιστο δείγμα της γραφής του, από τη συλλογή “Ο δρόμος των Θεών”.

“…Κι όταν θα έχω πια διαβεί τις Συμπληγάδες μου,

και θα σημάνει στη ψυχή μου ήμαρ νόστιμον,

όταν από το πλοίο αντικρύσω την Ιθάκη μου,

και τον καπνό να αναθρώσκει στην εστία μου,

εκεί δεν θα με καρτεράνε Πηνελόπες

να υφαίνουν το χιτώνα μου στον αργαλειό.

Θα είν’ η αγκαλιά της μάνας, η απλόχερη,

κι Κάρπαθος, το περιπόθητο νησί”.

Μανώλης Δημελλάς

15.8.2024

Καρπαθιακά Νέα