γράφει ο Μανώλης Κασσώτης
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1943, δυο μέρες πριν ανακοινωθεί η ανακωχή, έφτασαν από την Κρήτη στα Πηγάδια, χωρίς πρώτα να ενημερώσουν τους Ιταλούς, 4-5 μοτοζάτερες και ένα μικρό πολεμικό πλοίο με ένα γερμανικό τάγμα 800 ανδρών υπό τον λοχαγό Bethege. Οι Γερμανοί εγκατασταθήκαν στο λιμάνι, αλλά η θέση τους ήταν επισφαλής, και κατά το διάστημα της νύχτας ένα Γερμανικό απόσπασμα αναπτύχθηκε και πήρε θέσεις προς τη Σίσαμο.
Το πρωί της επόμενης ο Imbriani μετέφερε δυνάμεις πεζικού στην Ακρόπολη, και πήραν θέσεις μέσα στα χωράφια της περιοχής εναντίον των Γερμανών που βρίσκονταν ακόμη στο λιμάνι. Αλλά μόλις διεπίστωσαν ότι βρισκόντουσαν υπό την απειλή των Γερμανών, που κατά το διάστημα της νύχτας πήραν θέσεις στην απέναντι πλαγιά, αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Τις επόμενες μέρες οι Γερμανοί εκμεταλλευόμενοι την αδράνεια των Ιταλών σταθεροποίησαν τις θέσεις τους.
Στο μεταξύ, το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου από το Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ρώμης, ανακοινώθηκε η ανακωχή της Ιταλίας με τους Συμμάχους και την επόμενη ο Bethege απαίτησε από τον Imbriani να παραδώσει την Κάρπαθο στους Γερμανούς. Ο τελευταίος αρνήθηκε και ο Bethege απείλησε ότι θα καλούσε με το ραδιοτηλέφωνο του πλοίου γερμανικά stuka από την Κρήτη για να βομβαρδίσουν τους Ιταλούς. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι το ραδιοτηλέφωνο δεν δούλευε, ούτε και stuka υπήρχαν στην Κρήτη.
Η Παράδοση
Οι ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις της Καρπάθου υπάγονταν στο στρατηγό Scaroina, διοικητή της μεραρχίας Regina στη Ρόδο. Αυτός μαζί με την παράδοση της Regina, υπόγραψε και την παράδοση των Ιταλών της Καρπάθου και διαβίβασε τηλεφωνική εντολή στον Imbriani να παραδώσει το νησί στους Γερμανούς. Ο Imbriani ζήτησε γραπτή διαταγή και στις 7 το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου προσθαλασσώθηκε στα Βρουλίδια ένα υδροπλάνο με τον ανθυπολοχαγό Bismataro, που έφερε τη διαταγή του ναυάρχου Campioni προς τον Imbriani για την παράδοση του νησιού στους Γερμανούς.
Η διαταγή του Campioni, που έφερε ημερομηνία 11 Σεπτεμβρίου 1943, ήταν γεμάτη πίκρα για τις εξελίξεις στα Δωδεκάνησα, και ανάφερε ότι από τις 11:35 τις ίδιας μέρας έπαυσε να είναι ο στρατιωτικός διοικητής των Ιταλικών δυνάμεων του Αιγαίου, και παράμεινε μόνον ως πολιτικός διοικητής της Δωδεκανήσου. Προέτρεπε τον Imbriani να παραδώσουν τα όπλα οι Ιταλοί και να αποφευχθεί οποιοδήποτε επεισόδιο, ενώ οι αξιωματικοί μπορούσαν να κρατήσουν τα περίστροφα τους και η αστυνομία θα συνέχιζε την υπηρεσία της. Η διαταγή έπρεπε να εκτελεστεί το αργότερο μέχρι την 13ην Σεπτεμβρίου και τη στρατιωτική διοίκηση της Καρπάθου θα αναλάμβανε ο επί τόπου Γερμανός αξιωματικός (Bethege).
Ο Imbriani κάλεσε τους ανώτερους αξιωματικούς και τους διοικητές όλων των μονάδων και αποφάσισαν να εκτελέσουν τη διαταγή του Campioni. Έτσι ακολούθησε ο αφοπλισμός των στρατιωτών. Οι αξιωματικοί συγκέντρωναν τους στρατιώτες κατά λόχους για να παραδόσουν τον ατομικό τους οπλισμό, ο οποίος φυλασσόταν για να παραδωθεί στους Γερμανούς.
Σε ορισμένες μονάδες η συγκέντρωση των όπλων δεν ακολούθησε την κανονισμένη διαδικασία, το ηθικό των στρατιωτών ήταν πεσμένο, δεν τους ενδιέφερε τι θα απογινόταν ο οπλισμός που παρέδειναν. Στην ακαταστασία που δημιουργήθηκε, αρκετοί Μενεδιάτες και μερικοί Αρκασιώτες βρήκαν την ευκαιρία και πήραν αρκετά όπλα. Αργότερα μερικά απ’ αυτά πουλήθηκαν στις Πυλές, στο Όθος και στην Όλυμπο έναντι μιας χρυσής λίρας έκαστο(10). Οι Γερμανοί παρέλαβαν τον οπλισμό των Ιταλών, κατέλαβαν τις πυροβολαρχίες, τις οχυρώσεις και όλες τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του νησιού.
La Guera e Fimita
Μόλις οι Ιταλοί αφοπλίστηκαν, άρχισαν να πανηγυρίζουν, πετούσαν τα καπέλα τους στον αέρα και ζητωκραύγαζαν “Laguera e fimita”, γιατί νόμισαν ότι γι’ αυτούς τελείωσε ο πόλεμος και θα γύριζαν στα σπίτια τους. Οι Γερμανοί υποσχέθηκαν ότι, μέσω Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας, θα τους έστελναν στην πατρίδα τους. Επίσης έδωσαν την ευκαιρία στους Ιταλούς που ήθελαν να συνεργαστούν και να συνεχίσουν τον πόλεμο μαζί τους να μείνουν στην Κάρπαθο. Απ’ αυτούς 56 δήλωσαν εθελοντές στρατιωτικοί και 34 εθελοντές βοηθητικοί. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς είτε είχαν αισθηματικούς δεσμούς και ήθελαν να μείνουν στην Κάρπαθο ή δεν πίστευαν ότι θα έφταναν σώοι στην Ιταλία. Επιπλέον, με βάση τη συμφωνία Γερμανών και Ιταλών, έμεινε στην Κάρπαθο η Αστυνομία, η Τελωνειοφυλακή και ορισμένοι υπάλληλοι. Όλοι αυτοί απαριθμούσαν γύρω στους 140 άνδρες.
Τις αμέσως επόμενες μέρες, οι Γερμανοί άρχισαν σιγά-σιγά να συγκεντρώνουν στα Πηγάδια τους άοπλους Ιταλούς για να τους στείλουν πρώτα στην Κρήτη και απ’ εκεί υποτίθετο, στην Ιταλία. Οι Ιταλοί κατασκήνωσαν μέσα στα χωράφια, κάτω από τις ελιές για να μη φαίνονται από τα συμμαχικά αεροπλάνα περιμένοντας το μέσο που θα τους έπαιρνε στην Κρήτη. Πράγματι στις 18 Σεπτεμβρίου ήλθε στην Κάρπαθο ένα φορτηγό πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ένα μέρος των στρατιωτών του τάγματος Regina με προορισμό την Κρήτη.
Μετά από δυο μέρες επέστρεψε το φορτηγό για να πάρει και τους υπόλοιπους στρατιώτες του Regina, αλλά ενώ το φορτηγό βρισκόταν αγκυροβολημένο στα Πηγάδια το βομβάρδισαν 3-4 αγγλικά αεροπλάνα. Αρκετοί στρατιώτες έπεσαν στη θάλασσα από τον πανικό τους, και αυτοί που δεν γνώριζαν να κολυμπούν πνίγηκαν. Συνολικά 12 στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους και 72 τραυματίστηκαν.Τό ίδιο βράδυ το πλοίο αναχώρησε με τους διασωθέντες Ιταλούς και έφτασε στην Κρήτη χωρίς άλλη περιπέτεια, αλλά στην επιστροφή βομβαρδίστηκε από συμμαχικά αεροπλάνα και βούλιαξε.
Το στρατιωτικό νοσοκομείο που υπήρχε στα Πηγάδια δεν επαρκούσε για τη νοσηλεία των τραυματιών, γι αυτό μέσα στην αύλα του Λυριστάκη έστησαν οι Ιταλοί ένα νοσοκομείο εκστρατείας. Στεγαζόταν μέσα σε μια τεράστια τέντα που έφερε έναν μεγάλο κόκκινο σταυρό για να μη το βομβαρδίσουν τα εχθρικά αεροπλάνα. Ένα τρίτο νοσοκομείο έστησαν στο δημοτικό σχολείο του Όθους όπου έστειλαν τους πιο ελαφρά τραυματισμένους. Το θέαμα ήταν τραγικό, οι τραυματίες αιμόφυρτοι και σφαδάζοντας από τον πόνο μεταφέρθηκαν από το λιμάνι στο νοσοκομείο. Ο κόσμος που τους έβλεπε κατά τη μεταφορά τους από τον κεντρικό δρόμο δάκρυζε από τη λύπη του.
6.9.2021
Καρπαθιακά Νέα