Δεκαπενταύγουστος. Μακριά από το θάμα, από τον γκρεμό που δεν άφησε να πέσουμε, από την αγκαλιά της Παναγιάς που σα μάνα παραστέκεται βουβά.
γράφει ο Μανώλης Δημελλάς
Με χίλια δυο ονόματα βαφτισμένη, περιμένει τα παιδιά της. Ακόμα κι αν δεν πιστεύεις, κι αν στέκεσαι απέναντι στη βιομηχανία της θρησκείας, για κείνη πάντα κάτι θα ’χεις. Ένα δάκρυ, μια υποδόρια μνήμη να ξυπνήσεις κι ίσως κρυφά να συχωρέσεις όλους εκείνους που ασύστολα μας πούλησαν.
Έσβησαν οι εποχές που μαυροφόρες γυναίκες θρηνούσαν με τα μαλλιά λυτά, που έκαναν τάματα, με τα αθώα σφαχτά να προσκυνούν απορημένα, πριν γίνουν ανείπωτα θλιβερά μοιραίες θυσίες για να χωρέσουν έπειτα μέσα στη κοιλιά μας.
Τότε, που το αίμα τραβούσε, σαν ιερή σπονδή, στους παλιούς, ολότελα ξεχασμένους Θεούς.
Μα σήμερα, όσο κι αν αλλάξαμε, μας πρέπει η ελπίδα, η χαρά του ανταμώματος, που μόνο στους μικρούς, στους ανέγγιχτους τόπους, εκεί βρίσκουμε ξανά το παιδικό μας χνάρι. Πίσω μένει μια αγαπημένη ψυχή, χαμένη στις στροφές της ζωής. «Μη ξεχαστείς» έλεγε ο πατέρας, μα εγώ ξέμακρυνα.
Ζήλεψα, πόθησα, ύψωσα τοίχους αληθινούς, πιο πολλούς ψεύτικους, κλείνοντας τη ψυχή σε δύσβατα στενά. Κι όμως, στα αναμμένα κεριά που λιώνουν, θαύματα χορεύουν στην Εικόνα της.
Οι ξωπορτιές στέκουν ανοιχτές, και μια Ελλάδα-θάλασσα προσκυνά ξανά τη μια φωτιές και την άλλη στεγνούς αέρηδες, ενώ τάζει αιώνια πίστη.
Η Παναγιά του Βράχου, η Δοξάρισσα, η Ζωοδότρα, η Καλλιγού, η Λιόσα, η Ξεσκλαβώτρα, η Νέα, η Μαχαιρωμένη, η Χελιδονού – η Μαρία με τα χίλια ονόματα.
Είναι η αφορμή να σταθούμε ξανά δίπλα-δίπλα. Να αγγίξουμε τα χέρια, να γνωριστούμε από την αρχή, όπως τότε που τραγουδούσαμε για τον Αύγουστο, ακόμη κι αν έξω είχε χειμώνα.
15.8.2025
Καρπαθιακά Νέα











