ερευνά και γράφει η Τζούλια Παχούντη
Ο Νικόλαος, το δεύτερο από τα οκτώ παιδιά του Παναγιώτη Αντωνίου Μαστροπαναγιώτη και της Καλλίτσας Νικολάου Μαλτέζου, γεννήθηκε στο Απέρι της Καρπάθου στις 4 Οκτωβρίου 1845 και πέθανε στις 4 Οκτωβρίου 1926, σε ηλικία 81 ετών στο Charleston, SC. Δεν μπορεί να προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία της γέννησής του, αλλά η απογραφή των Ηνωμένων Πολιτειών του 1880 δείχνει ότι γεννήθηκε το 1845. Επιπλέον, στις απογραφές 1900, 1910 και 1920 αναφέρεται ότι γεννήθηκε το 1847, ενώ στην αίτησή του προς απόκτηση της Αμερικανικής υπηκοότητας δηλώνει ότι γεννήθηκε το 1848. Ανεξάρτητα από τα προαναφερθέντα, η χρονολογία της γέννησής του που αναγράφεται στο μνήμα του είναι το έτος 1845.
Στην Κάρπαθο, το επάγγελμα του Νικόλα ήταν καραβομαραγκός, αλλά όταν μετανάστευσε στην Αμερική έστρεψε το ενδιαφέρον του στο λιανικό εμπόριο. Ο Νικόλαος έμεινε ανύπαντρος όλη του τη ζωή.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Μανώλη Γ. Κασσώτη με τίτλο, «Καρπαθιακή Παρουσία στην Αμερική» («Karpathian Presence in America»), σελίδα 24, ο Νικόλαος Μαστροπαναγιώτης ήταν ο πρώτος Καρπάθιος που μετανάστευσε στην Αμερική.
Επιβιβάστηκε σε ένα ιταλικό πλοίο στην Τεργέστη της Ιταλίας το 1872, εργάστηκε στο πλοίο για 3 μήνες και μόλις τρεις μήνες αργότερα, εγκατέλειψε το πλοίο στη Philadelphia. Αυτή την εποχή διαφημίζονταν στις τοπικές εφημερίδες ξεμπαρκαρίσματα πληρωμάτων, επειδή προκαλούσαν σημαντική αναστάτωση στα δρομολόγια και προσφέρονταν ανταμοιβές για τη σύλληψη και την επιστροφή των παραβατών. Παραβάτες από μη βρετανικές χώρες, όπως η Ελλάδα, συχνά επέστρεφαν στα πλοία τους. Δεν ήταν ασυνήθιστο για τους παραβάτες να αλλάξουν τα ονόματά τους. Στην περίπτωση του Νικόλα, μπορεί να είχε επιστρέψει στο πλοίο χωρίς να έχει εκτίσει χρόνο στη φυλακή.
Επίσης, σύμφωνα με τον Κασσώτη, ο Νικόλαος αγόρασε ένα καρότσι στην Φιλαδέλφεια και άρχισε να πουλά ξερά φρούτα στους δρόμους συγκεντρώνοντας αρκετά χρήματα για να μετακομίσει νότια. Ο Νικόλαος μετακόμισε στο Charleston, SC και πλήρωσε τα έξοδα για τον αδελφό του Αντώνη και άλλων συγγενών του για να έλθουν στην Αμερική. Ο Νικόλαος έδωσε την επιχείρησή του στο Charleston στον αδερφό του και ο ίδιος μετακόμισε στο Beaufort, SC όπου συνέχισε το εμπόριο. Τελικά ο Νικόλαος επέστρεψε στο Charleston, όπου πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Στην έρευνα για τη ζωή του Νικόλαου, υπάρχουν πολλά που δεν είναι γνωστά και δεν έχουν ειπωθεί.
Νικόλαος Παναγιώτη Μαστροπαναγιώτης. 1845-1926.
©Photo: Emanuel G. Cassotis.
Όταν ο Νικόλαος μετανάστευσε στην Αμερική, άφησε το «Mastro» και έγραψε το υπόλοιπο επώνυμο του ως Panioti, αλλά το πιστοποιητικό του θανάτου του τον αναφέρει ως «Panniotie», στην ταφόπλακα ως Paniote, στις εμπορικές διαφημίσεις ως «Panioti», όπως και στις Αμερικανικές απογραφές. Ανεξάρτητα από την ορθογραφία, εκείνη την εποχή υπήρχε μόνο ένας Έλληνας στο Charleston και στο Beaufort με αυτές τις παραλλαγές επωνύμων.
Σε σχετική έρευνα στο αρχείο των επιβατών που έφτασαν στην Αμερική και ξεμπάρκαραν στην Νέα Υόρκη, στην Philadelphia, PA και στην North Carolina, από το1872 έως 1880, δεν βρέθηκε ο Νικόλαος. Ως εκ τούτου, η ιστορία ότι επιβιβάστηκε σε πλοίο στην Τεργέστη, δούλεψε στο πλοίο για 3 μήνες, στη συνέχεια εγκατέλειψε το πλοίο, αγόρασε καρότσι και πούλησε ξηρούς καρπούς στη Philadelphia, φαίνεται αληθινή, καθώς στην αίτησή του για να πάρει την Αμερικανική υπηκοότητα με ημερομηνία 1884, δηλώνει ότι έφτασε στη Philadelphia στις 13 Φεβρουαρίου 1877.
Ο Νικόλαος έμεινε στην Philadelphia για όχι περισσότερο από 2 χρόνια, δουλεύοντας όλη μέρα για να βγάλει αρκετά χρήματα για να πάει στο Charleston και εκεί να ξεκινήσει επιχείρηση πουλώντας καπνό, βαμβάκι, ξηρά και φρέσκα φρούτα και άλλα γεωργικά προϊόντα.
Στην απογραφή του 1880 με ημερομηνία 4 Ιουνίου, στην 5η γραμμή, στο Charleston αναφέρεται ότι έμενε στην διεύθυνση 49 Archdale Street, είναι 35 ετών, άγαμος, πωλητής φρούτων και γεννήθηκε στην Ελλάδα.
Ντοκουμέντο Αμερικανικής απογραφής του 1880. Πηγή: National Archives.
Το 1884, ο Νικόλαος βρισκόταν ακόμα στο Charleston όπου είχε την επιχείρησή του και πωλούσε φρούτα στην Κεντρική Αγορά, σήμερα γνωστή ως η Ιστορική Αγορά της Πόλης του Charleston (“The Sholes’ Directory” of Charleston, South Carolina” dated 1884). Αντί να πουλά στους δρόμους με το καρότσι του, τώρα ο Νικόλαος νοίκιασε περίπτερο καταστήματος όπου πουλούσε κρέας, λαχανικά και ψάρια.
Η Κεντρική Αγορά χτίστηκε από τον αρχιτέκτονα Edward Brickell White το 1841 και είναι ουσιαστικά ένα αντίγραφο του ναού της Άπτερης Νίκης της Αθηνάς στην Αθήνα. Πόσο ειρωνικό! Να φανταζόταν ο Νικόλαος ότι ως Έλληνας, θα εργαζόταν σε ένα κτίριο με αρχιτεκτονικό σχέδιο που είχε ως πρότυπο ένα ιστορικό μνημείο της πατρίδας του;
Η Παλαιά Κεντρική Αγορά, Charleston, SC (1930). Ο Ναός της Απτέρου Νίκης. ©Photo: Troels Myrup
https://www.worldhistory.org/image/14376/temple-of- athena-nike/
©Photo: Beaufort County Public Library.
Υπαίθρια περίπτερα της Κεντρικής Αγοράς όπως εμφανίζονταν σε postcard του 1910. Φωτογραφία άγνωστου συγγραφέα σε Public Domain.
Η Αμερικανική απογραφή στις αρχές του 1900 δείχνει ότι ο Νικόλαος μετανάστευσε το 1878 και πήρε την αμερικανική υπηκοότητα το 1884. Στις 8 Απριλίου 1884, δήλωσε την πρόθεσή του να γίνει Αμερικανός Πολίτης. Αν και στην αίτησή του παρουσιάζεται το όνομά του ως Ν. Spanioti, προφανώς πρόκειται για λάθος. Οι υπόλοιπες πληροφορίες από τη αίτηση επαληθεύτηκαν ως σωστές με τα αρχεία των απογραφών 1900, 1910 και 1920. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι την εποχή που ο Νικόλαος μετανάστευσε, η Κάρπαθος βρισκόταν υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά αυτός, ως περήφανος Έλληνας, αναφέρει ως χώρα του την Ελλάδα και όχι την Τουρκία.
Αίτηση πολιτογράφησης.
Πηγή: Charleston, SC Court Records of Citizenship.
Μεταξύ 1898 και 1900, ο Νικόλαος μετακόμισε στην διεύθυνση 116 Bay Street Beaufort, SC, όπου παρέμεινε μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 1903 ή τις αρχές του 1904, όταν μετακόμισε ξανά στην διεύθυνση 217 Bay Street Beaufort, SC. Μόλις στις αρχές του 1900 έμαθε να διαβάζει και να γράφει αγγλικά και πλήρως ενσωματώθηκε στην κοινότητα του Beaufort.
Δεν είναι γνωστό αν ο Νικόλαος είχε περίπτερο καταστήματος ή πουλούσε με καρότσι όταν μετακόμισε στο Beaufort, αλλά, σύμφωνα με διαφημίσεις που βρίσκονται στην τοπική εφημερίδα, το 1903 είχε περίπτερο στην Κεντρική Αγορά. Όπως επίσης φαίνεται από τις διαφημίσεις, τα προϊόντα που πουλούσε περιλάμβαναν φρούτα, ξηρούς καρπούς, χουρμάδες, καπνό, πούρα, σπιτικές και γαλλικές καραμέλες. Προσπαθούσε να αγοράζει τα περισσότερα από τα προϊόντα που πουλούσε από τους τοπικούς αγρότες, ακόμη και από αυτούς που ερχόντουσαν στην περιοχή του Beaufort για να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Beaufort Gazette.
10 Δεκεμβρίου, 1903.
Τον Νοέμβριο του 1903, η βιτρίνα του μαγαζιού του έσπασε, αλλά ο λόγος ήταν άγνωστος. Στις αρχές του 1900, οι μετανάστες δεν ήταν ευπρόσδεκτοι στην Αμερική και η Ku Klux Klan (KKK) γνώριζε ποιος ήταν μετανάστης και όχι προτεσταντικής θρησκείας.
Beaufort Gazette. 12 Νοεμβρίου, 1903.
Στις 16 Δεκεμβρίου 1904, στις 12:00 τα μεσάνυχτα, ξέσπασε φωτιά στο οπωροπωλείο του Νικόλα που έγινε αντιληπτή από έναν αστυνομικό και ξύπνησε τον Νικόλα. Σύμφωνα με την Beaufort Gazette, η φωτιά επεκτάθηκε σε παρακείμενο κτίριο. Ο Νικόλας έχασε 500 δολάρια σε απόθεμα και εξαρτήματα, ενώ ο άλλος ιδιοκτήτης του κτιρίου υπέστη επίσης απώλειες. Η γάτα του Νικόλα, που ήταν δημοφιλής στα παιδιά που επισκέπτονταν το κατάστημά του, βρέθηκε νεκρή μετά την κατάσβεση της φωτιάς.
Beaufort Gazette.
22 Δεκεμβρίου, 1904.
Σε άλλο δημοσίευμα στην ίδια εφημερίδα, αναφέρεται ότι τώρα πλέον το κατάστημα του Νικόλα βρίσκεται στην Bay Street, όπου ήταν το πρώην Varn House. Όπως φαίνεται από την τοπική εφημερίδα, ο Νικόλαος είχε ενσωματώσει την επιχείρησή του στην κοινότητα, εκτιμούσε τους πελάτες του και ήταν αγαπητός στα παιδιά του Beaufort.
Οι ευγενικές χειρονομίες των παιδιών που συγκέντρωσαν 46 δολάρια για τον «Αγαπητό παλιό τους φίλο Νίκο», τον συγκίνησαν πολύ. Ο Νικόλας αφομοιώθηκε τόσο πολύ που συνέβαλε ακόμη και στην προεδρική εκστρατεία του Woodrow Wilson (28ος Πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1913-1921), όπως αναφέρεται στην Beaufort Gazette στις 20 Οκτωβρίου 1916.
Τα παιδιά προσφέρουν και ο Νικόλας τους ευχαριστεί. Beaufort Gazette,
24 Δεκεμβρίου, 1904.
Το νέο κατάστημα του Νικόλα βρισκόταν στην διεύθυνση 217 Bay Street. Μια αγγελία του 1904 αναφέρει ότι στεγαζόταν στον χώρο του πρώην Varn House.
Το πρωί της Τετάρτης 24 Μαΐου 1911, ένας υπάλληλος επιχείρησε να δηλητηριάσει τον Νικόλα βάζοντας καρβολικό οξύ στον καφέ του στο μαγαζί του. Μια εβδομάδα αργότερα, ο υπάλληλός του, Nick Shepherd (14 ετών), ομολόγησε την εγκληματική πράξη, λέγοντας ότι ο Νικόλας τον είχε καταραστεί. Όταν ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Beaufort Gazette τον επισκέφτηκε στη φυλακή, ο Nick Shepherd αρνήθηκε ότι έκανε την ομολογία, αλλά κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, οι δηλώσεις του ήταν ασυνάρτητες και ασύνδετες.
Beaufort Gazette, 26 Μαΐου, 1911.
Beaufort Gazette, 2 Ιουνίου, 1911.
Ερευνήσαμε για να προσδιοριστεί η μοίρα του Nick Shepard, αλλά δεν υπάρχει κανένα ίχνος του σε κανένα από τα αρχεία απογραφής ή θανάτου. Είναι πιθανό ότι ο Nick απειλήθηκε ή αναγκάστηκε να ομολογήσει στον Deputy-Sheriff White. Τι του έκαναν στη φυλακή που η δήλωσή του ήταν «ασυνάρτητη και δυσνόητη» όταν του πήρε συνέντευξη ο δημοσιογράφος της εφημερίδας; Μπορούμε μόνο να φανταστούμε τη μοίρα αυτού του νεαρού σε μια εποχή διακρίσεων σε βάρος των μαύρων. Η λέξη «διάκριση» φαίνεται πολύ ελαφρύς όρος για μια περίοδο που ήταν σύνηθες φαινόμενο οι μαύροι να ξυλοκοπούνται, να απαγάγονται και να λιντσαρίζονται.
Τον Ιούνιο του 1920, πούλησε την πρόσοψη του καταστήματός του στο ξενοδοχείο Riverview. Εκείνη την εποχή, το 1911, έφτασε ο ανιψιός του Γεώργιος Εμμανουήλ Μαστροπαναγιώτης (Παναγιώτου), ο οποίος δούλευε στο κατάστημα του θείου του και αργότερα ανάλαβε την διοίκησή του.
Το 1920 ο Νικόλαος επέστρεψε στην Κάρπαθο μαζί με τον ανιψιό του Γεώργιο Εμμανουήλ Παναγιώτου. Ο Νικόλαος τελικά επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ ο ανιψιός του Γιώργος επέλεξε να μείνει πίσω. Αναρωτιέται κανείς αν ο Νικόλαος ήξερε ότι ήταν άρρωστος και ότι αυτή θα ήταν η τελευταία του συνάντηση με τα αδέρφια του.
Press and Standard, Walterboro, SC,
11 Φεβρουαρίου, 1925
Ο Νικόλαος τελικά επέστρεψε στο Charleston το 1925, όπου πέρασε την τελευταία του χρονιά πριν πεθάνει. Πέθανε στο διαμέρισμα Β στην διεύθυνση 36 Spring Street, στις 4 Οκτωβρίου 1926, σε ηλικία 81 ετών από χρόνια νεφρίτιδα και οξεία μυοκαρδίτιδα. Ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο Bethany στο Charleston, στις 6 Οκτωβρίου 1926. Παρόλο που το πιστοποιητικό θανάτου και η ταφόπλακά του δείχνουν ημερομηνία γέννησης 4 Οκτωβρίου και ημερομηνία θανάτου 4 Οκτωβρίου, πιστεύεται ότι ο πληροφοριοδότης (μέλος της οικογένειας ή στενός συνεργάτης που έδωσε τα προσωπικά στοιχεία του θανόντος) δεν γνώριζε την πραγματική ημερομηνία γέννησής του, αλλά γνώριζε ότι ήταν 81 ετών.
Beaufort Gazette, 25 Ιουνίου, 1920.
Πηγές και Αναφορές:
1. “Καρπαθιακή Παρουσία στην Αμερική”, Emanuel G. Cassotis, 2012, Σελίδα 24.
2. United States National Archives.
3. Library of Congress Prints and Photographs Division.
4. Charleston County Public Library and Beaufort County Public Library.
5. The United States Federal Census, 1880, 1900, 1910, 1920 (Σημείωση: Η απογραφή του 1890 καταστράφηκε από φωτιά). 6. The Sholes’ Directory” of Charleston, South Carolina, 1884 και 1898.
7. “The Beaufort Gazette”, Beaufort, SC, 1903, 1904, 1909, 1911, 1916, 1920, 1925.
8. “The Press and Standard”, Walterboro, SC, 1920.
9. South Carolina Department of Archives and History.
10. South Carolina District Court Records of Citizenship.
11. Bethany Cemetery, Charleston, Charleston County, SC.
Νικόλαος Παναγιώτη Μαστροπαναγιώτης Ο πρώτος Καρπάθιος στην Αμερική
Σύντομο βιογραφικό της Συγγραφέως
Η Τζούλια Παχούντη είναι κόρη του †Νικολάου Ηλία Παχούντη και της Μαριγούλας Παραγιουδάκη, εγγονή του †Γιώργου Ιωάννη Παραγιουδάκη (†Άννα Μιχαήλ Ποταμιάνου) και †Ηλία Ιωάννη Παχούντη (†Καλλιόπη Μιχαήλ Γιαννακά). Είναι επίσης μικρανεψιά του †Νικολάου Παναγιώτου Μαστροπαναγιώτη.
Εργάστηκε ως Senior Staff Systems Analyst για μια εταιρεία κατασκευής αλουμινίου Fortune 100 στην Αμερική για 34 χρόνια και συνταξιοδοτήθηκε το 2013.
Της αρέσει η γενεαλογία και έχει παρακολουθήσει πολλά μαθήματα συγγραφής, DNA και γενεαλογίας από τότε που συνταξιοδοτήθηκε. Ερευνά την Καρπαθιακή Γενεαλογία από το 1997 και αυτή τη στιγμή γράφει ένα βιβλίο «Our Olive Tree: From Roots to Fruits» (Το ελαιόδεντρό μας, από τις ρίζες μέχρι τους καρπούς του) με επίκεντρο τις μητρικές και πατρικές ρίζες και τους επόμενους.
Της αρέσει να διαβάζει για την ιστορία της Καρπάθου και της Κάσου, η παρατήρηση πουλιών και η κηπουρική.
Μπορείτε να διαβάσετε εδώ και το αφιέρωμα στους μετανάστες από την Κάρπαθο του Μανώλη Κασσώτη
9.9.2024
Καρπαθιακά Νέα