ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ

ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΗΛΙΚΩΝ  ΚΑΙ  ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΔΙΑΚΟΣ, Ασκούμενος δικηγόρος LLB, LLM.

Είναι οδυνηρά τα όσα γίνονται σταδιακά γνωστά για την υπόθεση της ανήλικης 12χρονης  στον Κολωνό αλλά συνάμα και για όσα άλλα παιδιά έχουν πέσει θύματα παράνομων γενετήσιων πράξεων.

Μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2021 ο βιασμός ήταν κακούργημα με κάθειρξη έως και 15 έτη. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας έφερε νόμο για βιασμό ανηλίκου με μόνο μια ποινή, αυτή της ισόβιας κάθειρξης ο οποίος ψηφίστηκε ομόφωνα από όλα τα κόμματα της Ελληνικής Βουλής.

Ο δικαιολογητικός λόγος της αυστηρής τιμώρησης, που φτάνει την ποινή της ισόβιας κάθειρξης σε περίπτωση βιασμού ανηλίκου, όπως και εν γένει οι ποινές που αφορούν άλλες εκφάνσεις  κακοποίησης ,είναι ότι η τραυματική εμπειρία έχει ως αποτέλεσμα  τα  θύματα να εμφανίσουν προβλήματα ψυχικής υγείας ή να μην μπορούν να λειτουργήσουν φυσιολογικά στην ερωτική τους ζωή ,αφού το τραύμα από την κακοποίηση επανέρχεται στο μυαλό τους και επηρεάζει το σώμα, τις βιολογικές αντιδράσεις και τη συμπεριφορά.

Η περιορισμένη νοητικά και σωματικά ανάπτυξη του ανηλίκου που συνδέεται ακριβώς με την ηλικία του, συνεπάγεται ότι δεν έχει δυνατότητα να διαμορφώσει έγκυρη βούληση  ή δεν έχει το ψυχικό σθένος να υλοποιήσει τη βούληση του.

Βιασμός υπάρχει όταν υπάρχει το στοιχείο της βίας. Όταν υπάρχει ένα παιδί 12 ετών δεν έχει την ικανότητα για κρίση, δεν αποτελεί προϊόν ελεύθερης βούλησης η σεξουαλική επαφή, δεν μπορεί να έχει βούληση ένα ανήλικο παιδί να έρθει σε σεξουαλική επαφή με συναίνεση.

Οι απόψεις που έχουν διατυπωθεί για το προστατευόμενο έννομο αγαθό αναδεικνύουν όλα τα τρωτά , αναγνωρίζοντας πόσο εκτεθειμένοι στο να πληγωθούν και να επηρεαστούν αρνητικά  είναι οι ανήλικοι. Υπάρχουν απόψεις που απηχούν ότι προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η ανηλικότητα και η αδυναμία αυτοπροστασίας από γενετήσιες προσβολές, η  αγνότητα της παιδικής ηλικίας , η ομαλή εξέλιξη της γενετήσιας ζωής του ανηλίκου,   η σωματική ακεραιότητα ,ενώ εκτεταμένες αλλά με διαφορετική ορολογία είναι και οι απόψεις που θεωρούν ότι το προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η ανεμπόδιστη ψυχική, σωματική και σεξουαλική ανάπτυξη των ανηλίκων.

Σύμφωνα με το άρθρο 339 Ποινικού Κώδικα, όπως η παράγραφος 1 τροποποιήθηκε  και το άρθρο 339 διαμορφώθηκε με το άρθρο 74 του νόμου 4855/2021 : « Όποιος ενεργεί γενετήσια πράξη με πρόσωπο νεότερο των 15 ετών ή το παραπλανά με αποτέλεσμα να ενεργήσει ή να υποστεί τέτοια πράξη , τιμωρείται, αν δεν υπάρχει περίπτωση να τιμωρηθεί βαρύτερα με τα άρθρα 342 και 351 Α , ως εξής :

α) αν ο παθών δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη, με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.

Ο πρώτος τρόπος τέλεσης αφορά την περίπτωση που ο δράστης ενεργεί γενετήσια πράξη με πρόσωπο νεότερο των 15 ετών.

Η συναίνεση ή η πρωτοβουλία ή ακόμα και η ύπαρξη πρόκλησης από μέρους του ανηλίκου όχι απλά δεν έχουν σημαίνοντα ρόλο αλλά ακόμα και αν φαίνεται να συντρέχουν , η αντικειμενική υπόσταση της πράξης στοιχειοθετείται και εφόσον υπάρχουν και τα υπόλοιπα στοιχεία και ο δόλος , η εγκληματική πράξη είναι τετελεσμένη. Ομοίως,  δεν απαιτείται ως στοιχείο του εγκλήματος, ο ανήλικος να αντιστάθηκε στην επικείμενη γενετήσια πράξη.

Ο δεύτερος τρόπος τέλεσης αφορά τις περιπτώσεις που ,κατά τη διατύπωση του νόμου, ο δράστης παραπλανά το ανήλικο πρόσωπο, με αποτέλεσμα αυτό να ενεργήσει ή να υποστεί γενετήσια πράξη . Αναλυτικότερα, αυτός ο τρόπος τέλεσης συνίσταται στην πρόκληση ορισμένης απόφασης στο ανήλικο πρόσωπο, ώστε να λάβει μέρος στη γενετήσια πράξη. Ως μέσα της παραπλάνησης χρησιμοποιούνται  παροχές, ανταλλάγματα , δώρα , υποσχέσεις ή στον αντίποδα απειλές ή εκφοβισμός.

Ο τυχόν ισχυρισμός του «θύτη» ότι το ανήλικο πρόσωπο επεδίωξε την πράξη  ή με κάποιο τρόπο την προκάλεσε ή ότι το ανήλικο εκδιδόταν  και  στην ουσία «πρόσφερε»  το σώμα του δεν αναιρεί την τέλεση του ποινικού αδικήματος, αλλά αν γίνει δεκτός και αν υφίσταται, οδηγεί είτε σε υπαγωγή της πράξης στο πρώτο εδάφιο, δηλαδή στην τέλεση γενετήσιας πράξης με πρόσωπο νεότερο των 15 ετών είτε στην  υπαγωγή αυτής στο άρθρο 315 Α  Ποινικού Κώδικα ( τέλεση γενετήσιας πράξης με ανήλικο έναντι αμοιβής).

Φυσικά στους συλληφθέντες για την τέλεση εγκληματικών πράξεων σε βάρος της 12χρονης στον Κολωνό έχει αποδοθεί το βαρύτερο αδίκημα του άρθρου 351 Α Ποινικού Κώδικα – τέλεση γενετήσιας πράξης με ανήλικο έναντι αμοιβής,  σε συρροή με το αδίκημα του βιασμού ανηλίκου ( άρθρο 336 παρ. 3 Ποινικού Κώδικα) για το οποίο επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.

Το αδίκημα του άρθρου 351 Α σκιαγραφείται ως εξής στον Ποινικό Κώδικα : « Η γεντήσια πράξη με ανήλικο που τελείται από ενήλικο με αμοιβή ή με άλλα υλικά ανταλλάγματα ( ή η γενετήσια πράξη μεταξύ ανηλίκων που προκαλείται από ενήλικο με τον ίδιο τρόπο και τελείται ενώπιον αυτού ή άλλου ενηλίκου) τιμωρείται :

α ) Αν ο παθών δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη, με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών και χρηματική ποινή .

β) Αν ο παθών συμπλήρωσε τα 12 όχι όμως και τα 15 έτη, με κάθειρξη και χρηματική ποινή

γ) Αν συμπλήρωσε τα 15 έτη με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών και χρηματική ποινή.

Αν η πράξη είχε ως περαιτέρω αποτέλεσμα το θάνατο του παθόντος επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη.

Οι διατάξεις του άρθρου 351 Α έχουν σκοπό την αυστηρή τιμώρηση της αμειβόμενης γενετήσιας πράξης με ανήλικο πρόσωπο,  στο πλαίσιο της προστασίας της γενετήσιας ελευθερίας  με την ευρεία έννοια αυτής και παράλληλα της διαφύλαξης της σωματικής και ψυχικής υγείας του ανηλίκου. Για τη στοιχειοθέτηση αυτού του εγκλήματος απαιτούνται αντικειμενικά μεν  η τέλεση από ενήλικο γενετήσιας πράξης με ανήλικο πρόσωπο ,υποκειμενικά δε η πράξη να αποσκοπεί στην ικανοποίηση ή διέγερση της γενετήσιας ορμής και επιθυμίας του δράστη .

Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία αλλά και οι ίσης βαρύτητας πράξεις από πλευράς  προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας όπως για παράδειγμα η ‘παρά φύσιν’ συνεύρεση, ο ετεροαυνανισμός , η πεολειξία, η αιδοιολειξία  , η χρήση υποκατάστατων μέσων, δηλαδή στην έννοια της γενετήσιας πράξης περιλαμβάνονται και πράξεις που δεν συνιστούν πάντοτε ή δεν προϋποθέτουν διεισδύσεις. Το βασικό κριτήριο για το αν μια πράξη μπορεί να χαρακτηριστεί ως «γενετήσια» είναι η ένταση της προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας του θύματος.

Στην ερμηνεία αυτή συγκλίνει τόσο η Αιτιολογική Έκθεση του νέου Ποινικού Κώδικα όσο και οι προβλέψεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης η οποία έχει υπερνομοθετική ισχύ ,  αφού απερίφραστα αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 2 αυτής ,ότι η ποινικοποίηση των πράξεων κατά της γενετήσιας ελευθερίας πρέπει να φορά όχι μόνο τη διάπραξη μη συναινετικής κολπικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα στο σώμα άλλου ατόμου με τη χρησιμοποίηση οποιουδήποτε οργάνου του σώματος ή αντικειμένου, αλλά και τη διάπραξη άλλων μη συναινετικών πράξεων σεξουαλικού χαρακτήρα.  Μάλιστα, έχει διατυπωθεί η γνώμη στη νομολογία των δικαστηρίων ότι ακόμα και η ψαύση ή οι θωπείες στα γεννητικά όργανα όταν έχουν έντονο χαρακτήρα και μπορεί να θεωρηθεί ότι λειτουργούν ως υποκατάστατα της συνουσίας, είναι ορθότερο να χαρακτηρίζονται ως γενετήσιες πράξεις.

Μεταξύ του βιασμού και της τέλεσης γενετήσιας πράξης με ανήλικο έναντι αμοιβής υπάρχει αληθής κατ ’ιδέαν συρροή, γιατί τα δύο αυτά εγκλήματα συγκροτούνται από διαφορετικά στοιχεία το καθένα και επιπρόσθετα διαφέρουν τα προστατευόμενα έννομα αγαθά το πρώτο αναφερθέν έγκλημα στρέφεται κατά της γενετήσιας ελευθερίας με τη στενή έννοια ενώ το δεύτερο κατά της ανηλικότητας .

Στο έγκλημα των γενετήσιων πράξεων με ανηλίκους, ο δράστης πρέπει να γνωρίζει την ανηλικότητα του παθόντα ή να αδιαφορεί γι` αυτήν.